Σεμπαϊδήν Καραχότζα
Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
ΤΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΠΑΙΔΩΝ
ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ
Ομιλία στον πολυχώρο «Δεσμοί Ελλήνων» στη Θεσσαλονίκη
(21 Μαρτίου 2015)
Σήμερα,
κατόπιν συνεννοήσεως, θα αναπτύξουμε το θέμα της εκπαίδευσης των
μουσουλμανοπαίδων της Θράκης, καθώς σε μια παλιότερη ομιλία μου τα περί
μειονότητας γενικότερα τα είχαμε πει εδώ. Αρκετοί από σας ήσασταν και τότε.
Τι είναι η μειονοτική εκπαίδευση; Αρκετοί σ΄
αυτή τη χώρα, παντού ανά την Ελλάδα, όπου κι αν πήγα, δεν γνώριζαν τι σημαίνει
καν μειονοτική εκπαίδευση. Το θεωρούν δεδομένο ότι και οι μουσουλμάνοι της
Θράκης, όντας Έλληνες πολίτες, έχουν την ίδια εκπαίδευση που έχουν και τα δικά
σας τα παιδιά. Ωστόσο, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Με τη Συνθήκη της Λωζάννης,
στην οποία θα αναφερθούμε παρακάτω, καθορίστηκε ότι οι μειονότητες, όπως ορίζει
η Συνθήκη της Λωζάννης (δε μιλάει για μειονότητα, μιλάει για μειονότητες στη
Θράκη), θα έχουν τα δικά τους ιδιαίτερα σχολεία, τα μειονοτικά. Επίσης, στην
ίδια Συνθήκη ορίζεται ότι σ’ αυτά τα μειονοτικά σχολεία οι μαθητές θα πρέπει να
διδάσκονται, πέραν της ελληνικής γλώσσας (μιας και είναι πολίτες αυτής της
χώρας), να διδάσκονται και τη μητρική τους γλώσσα: οι Ρομά τη δική τους τη
γλώσσα, οι Πομάκοι την πομακική, οι τουρκογενείς την τουρκική. Αργότερα, το
1968, αν δεν με απατά η μνήμη μου, Ελλάδα και Τουρκία υπέγραψαν ένα μορφωτικό
πρωτόκολλο, βάσει του οποίου ορίστηκε ως βασική γλώσσα όλων των μουσουλμάνων
της Θράκης η τουρκική. Αυτή πλέον διδάσκεται στα μειονοτικά σχολεία ως δεύτερη
γλώσσα, πέρα από το ελληνόφωνο πρόγραμμα που υπάρχει. Εδώ όμως υπάρχει το εξής
παράλογο: Ενώ θα μπορούσε κανείς, βάζοντας νερό στο κρασί του (αρκετό νερό θα
έλεγα, λίγο κρασί να μείνει μέσα), να πει ότι «Εντάξει, δεχόμαστε την τουρκική
γλώσσα στα μειονοτικά σχολεία. Το παράλογο είναι ότι η τουρκική γλώσσα δε
διδάσκεται μόνο ως γλώσσα. Το 70 % των μαθημάτων που γίνονται σ’ ένα δημοτικό
σχολείο στα μειονοτικά σχολεία γίνονται στην τουρκική γλώσσα. Το εξής παράλογο:
Τα Μαθηματικά. Το μουσουλμανόπαιδο που πάει στο μειονοτικό σχολείο τα
διδάσκεται στην τουρκική γλώσσα. Και πραγματικά ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω το
σκεπτικό αυτής της λειτουργίας των μειονοτικών δημοτικών σχολείων. Τη γλώσσα,
ας υποθέσουμε, ότι έτσι ορίστηκε, με βάση το Μορφωτικό Πρωτόκολλο και πρέπει να
τη διδαχτούνε την τουρκική τη γλώσσα. Μαθηματικά και άλλα βασικά μαθήματα γιατί
όμως στην τουρκική γλώσσα; Κι όμως, το 70% του προγράμματος ενός μειονοτικού
δημοτικού σχολείου είναι τουρκόφωνο και μόλις το 30% είναι ελληνόφωνο.
Δυστυχώς, εκ του αποτελέσματος πλέον φαίνεται
ότι όταν μιλάμε για μειονοτικό δημοτικό σχολείο, έτσι πολύ απλά, μπορούμε να το
χαρακτηρίσουμε ως ένα σχολείο που παράγει κούτσουρα στην κοινωνία. Δεν παρέχει
καμιά απολύτως μόρφωση, συγκριτικά πάντα με τα ελληνόφωνα δημοτικά σχολεία.
Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι η ίδια η Πολιτεία αναγκάστηκε να θεσπίσει νόμο
με τον οποίο βάζει από την πίσω πόρτα τους μουσουλμάνους στα πανεπιστήμια.
Είναι η γνωστή ποσόστωση του 0,5 %. «Γράψε, κύριε Καραχότζα, το όνομά σου στις
Πανελλήνιες και μπήκες στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης. Με λευκή κόλλα. Αλλά δεν με αφορά αν σου έχω δώσει τα εφόδια για
να πάρεις και πτυχίο απ΄ αυτή τη σχολή. Εμένα με ενδιαφέρει που σ΄ έβαλα εκεί
μέσα. Γιατί; Γιατί ήταν πολιτικός ο σκοπός μου. Να μη φύγεις για σπουδές στην
Τουρκία. Να σε κρατήσω στην Ελλάδα. Το αν θα πετύχεις κάτι στη ζωή σου δεν έχει
σημασία. Φτάνει που δεν πήγες στην Τουρκία». Θετικό, δε λέω. Είναι ένα από τα
θετικά του νόμου Παπανδρέου, γιατί μειώθηκαν πάρα πολύ οι μουσουλμάνοι εκείνοι
που πλέον φεύγουν για σπουδές στην Τουρκία. Γιατί ο κάθε γονιός σκέφτεται το
πιο λογικό πράγμα: «Αφού μπορώ να τόχω δίπλα μου το παιδί μου (Ξάνθη, Κομοτηνή,
Θεσσαλονίκη), γιατί να το στείλω σε άλλη χώρα; Ναι, ο πολιτικός σκοπός αυτού
του νόμου πέτυχε, αλλά αυτό δε σημαίνει για μένα τίποτα. Όταν σ΄ αυτά τα παιδιά
δεν έχεις εξασφαλίσει μια σωστή μόρφωση από τα έξι τους χρόνια, ούτως ώστε,
όταν φτάσουν στα δεκαοχτώ, να μην έχουν ανάγκη κανέναν ειδικό νόμο για να μπουν
στα πανεπιστήμια, να γράφουν ισότιμα Πανελλήνιες, να συναγωνίζονται τα
χριστιανόπουλα και να μπορούν με την αξία τους να μπαίνουν στο πανεπιστήμιο.
Αλλά όταν μπούνε σ΄ αυτό, να ξέρουν ότι κάποιοι θα φύγουν με πτυχίο. Δυστυχώς,
έχοντας φοιτήσει σε μειονοτικό σχολείο, δεν έχουν τέτοια δυνατότητα.
Αρκετές φορές, με κάθε επίσημο τρόπο και προς
όλους τους αρμόδιους φορείς, έχουμε κάνει αιτήσεις ίδρυσης και λειτουργίας,
παράλληλης λειτουργίας με τα μειονοτικά σχολεία (δε ζητήσαμε ποτέ την κατάργηση
των μειονοτικών – θεωρούμε ότι είναι δικαίωμα κάποιων γονέων να στέλνουν τα
παιδιά τους στο μειονοτικό, εφόσον το θεωρούν καλό). Ζητήσαμε όμως την ίδρυση
και λειτουργία ελληνόφωνων δημοτικών σχολείων στα πομακοχώρια της Ξάνθης και
της Κομοτηνής, ούτως ώστε ο κάθε γονέας να έχει το δημοκρατικό δικαίωμα της
επιλογής του σχολείου που θεωρεί καλύτερο για το παιδί του. Θεωρεί το
ελληνόφωνο καλύτερο; Να το στείλει στο ελληνόφωνο. Θεωρεί το μειονοτικό; Ας το
στείλει στο μειονοτικό. Προφανώς ή θεωρήθηκαν λίγες οι υπογραφές που
συγκεντρώσαμε (δεν θυμάμαι, κάποιοι δεκάδες άνθρωποι είχαμε υπογράψει αυτά τα
αιτήματα) ή δεν υπάρχει διάθεση να υλοποιηθεί αυτό το αίτημα. Και μάλιστα σε
μια πρόσφατη συνάντηση που έτυχε νάχω στην Ξάνθη με τον Ανδρέα Λοβέρδο, με την
ιδιότητα του Υπουργού Παιδείας εκείνος, τον ερώτησα τι γίνεται μ΄ αυτό το θέμα
και, ως καλός επαγγελματίας πολιτικός που είναι, απέφυγε να μου απαντήσει.
Καταλαβαίνουμε όλοι. Αν υποθέσουμε, όμως, ότι δεν είναι αρκετές οι πενήντα, εξήντα,
ογδόντα υπογραφές που μαζέψαμε για να γίνουν αυτά τα ελληνόφωνα σχολεία, ας
ρίξουν μια ματιά στα ίδια τα στοιχεία της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης
Ξάνθης, τα οποία στοιχεία τι λένε; Ότι τα τελευταία χρόνια έχουν δεκαπλασιαστεί
οι μουσουλμάνοι εκείνοι που παίρνουν τα παιδιά τους από τα μειονοτικό σχολείο,
ακόμα και μετά από δύο-τρία χρόνια φοίτησης σε αυτό, δηλαδή στη δευτέρα – τρίτη
τάξη και τα στέλνουν σε ελληνόφωνο. Πολλοί γονείς ανεβοκατεβαίνουν από τα χωριά
στην πόλη πρωί – μεσημέρι για να πηγαίνουν το παιδί τους σε ελληνόφωνο σχολείο.
Οι άλλοι (και ένας εξ αυτών είμαι κι εγώ) αφήνουν το πατρικό τους, που δεν έχει
ενοίκιο, δεν έχει κοινόχρηστα και κατεβαίνουν στην πόλη στο λύκειο και στα
κοινόχρηστα, για να μπορούν να εξασφαλίσουν ένα σωστό σχολείο για το παιδί
τους. Άλλοι πάλι, κατεβαίνοντας από το χωριό για δουλειά στην πόλη, το θεωρούν
ευκαιρία με ένα δρομολόγιο να κατεβάσουν και το παιδί τους σε ένα ελληνόφωνο
σχολείο της περιοχής. Έλα όμως που εκείνοι πιάνουν στις εφτά η ώρα το πρωί δουλειά
και το παιδί το αφήνουν μεσ’ στη βροχή και μεσ΄ στο κρύο από τις εφτά η ώρα το
πρωί στην αυλή του σχολείου, μέχρι νάρθει οχτώ η ώρα νάρθουν οι δάσκαλοι και να
ανοίξουνε. Καταλαβαίνετε ότι αυτός ο άνθρωπος αφήνει το παιδί μόνο μία ώρα το
πρωί, μόνο και μόνο για να του έχει ένα σωστό σχολείο και να μην το στείλει στο
μειονοτικό του χωριού του. Αν λοιπόν οι δικές μας οι υπογραφές και τα δικά μας
αιτήματα δεν είναι αρκετά, ας δουν τουλάχιστον αυτά τα στοιχεία. Ας δουν ότι
πρόπερσι η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση Ξάνθης απηύθυνε έκκληση να μοιραστούν τα
μουσουλμανόπαιδα και στα 22 ελληνόφωνα δημοτικά σχολεία της πόλης, γιατί είχαν
συγκεντρωθεί σε δυο - τρία και ήταν τόσα πολλά πλέον που κόντευαν να τα
μετατρέψουν σε μειονοτικά εκείνα τα σχολεία. Ας δουν αυτά τα στοιχεία, αν δεν
αρκούν οι δικές μας οι αιτήσεις και οι δικές μας υπογραφές.
Βέβαια, σε εποχές σαν αυτές που διανύουμε
τώρα η πολύ εύκολη απάντηση είναι: «Πού να βρεθούν τώρα τα χρήματα να κάνουμε
άλλα δέκα - είκοσι σχολικά κτήρια για να
γίνουν ελληνόφωνα σχολεία, για να πληρώνουμε κι άλλους τόσους δασκάλους;»
Λοιπόν, η απάντηση είναι η εξής: Ας δούμε πόσο κοστίζει μία επίσκεψη του κυρίου
Βαρουφάκη στις Βρυξέλλες. Τουλάχιστον δυο σχολικά κτήρια. Ας κάνει, λοιπόν τις
επισκέψεις λιγότερες το χρόνο και τα σχολεία τα βγάλαμε. Συν το ότι μπορούν,
αποδεδειγμένα. Αυτή η Πολιτεία, όταν θέλει, βρίσκει χρήματα. Όταν δε θέλει,
προβάλλει τη δικαιολογία ότι υπάρχει οικονομική κρίση και δεν έχουμε χρήματα.
Επειδή κάποτε, έχοντας υποβάλλει αυτά τα
αιτήματα για ελληνόφωνα σχολεία, μας είπαν ρατσιστές, μας είπαν ακροδεξιούς,
μας είπαν εθνικιστές, κάναμε το εξής διορθωτικό αίτημα. Επειδή πραγματικά δεν
έχουμε κάτι με την τουρκική γλώσσα, δεν το βλέπουμε εθνικιστικά το θέμα, είπαμε
να ιδρυθούν ελληνόφωνα δημοτικά σχολεία με εισαγωγή τουρκικής γλώσσας μέσα ως
μάθημα επιλογής, μετά το πέρας του σχολικού ωραρίου. Όποιος γονιός θεωρεί ότι
το παιδί του θα πρέπει να μάθει και τουρκικά, να το αφήνει κι εκείνες τις ώρες
το παιδί του στο σχολείο, για να διδαχθεί κι αυτή τη γλώσσα. Ούτε φυσικά κι
αυτό το αίτημα έχει υλοποιηθεί. Ωστόσο, επαναλαμβάνω, το ότι ζητάμε λιγότερα ή
και καθόλου τουρκικά στα δημοτικά σχολεία των παιδιών μας δεν είναι θέμα
εθνικιστικής αντίληψης. Είναι θέμα επιβίωσης. Όταν ζεις στην Ελλάδα, και ο πιο
αγράμματος άνθρωπος του κόσμου να είσαι καταλαβαίνεις ότι για να επιβιώσεις
πρέπει να ξέρεις ελληνικά. Όπως, αντίστοιχα, άμα ζεις στη Γερμανία, δεν θα
μπορείς να κάτσεις ούτε δυο μέρες, αν δεν μάθεις γερμανικά. Θα τα μαζέψεις και
θα φύγεις. Άρα λοιπόν, θεωρούμε ότι, εφόσον τα δικά μας τα παιδιά γεννήθηκαν,
μεγαλώνουν και κατά πάσα πιθανότητα θα ζήσουν σ΄ αυτήν τη χώρα, πρέπει να
διδαχθούν και τη γλώσσα της.
Πέρα όμως από τα ελληνόφωνα σχολεία, τα οποία
μόνο ένας πρωθυπουργός μέχρι τώρα επιχείρησε να κάνει και προσέξτε ποτέ δεν έχω
ταυτιστεί με κόμματα ούτε σκοπεύω να το κάνω. Ωστόσο, ο μοναδικός άνθρωπος που
έδωσε λευκή επιταγή στον Υπουργό Παιδείας τότε τον Ευριπίδη Στυλιανίδη ήταν ο
Κώστας Καραμανλής, που τον άφησε να διαχειριστεί όπως εκείνος θέλει το θέμα της
μειονότητας. Και ήδη έφτασε σε ένα πολύ προχωρημένο στάδιο: η ίδρυση τεσσάρων
ελληνόφωνων σχολείων σε τέσσερα πομακοχώρια της Ξάνθης. Αλλά βρήκαν μπροστά
τους τεράστια εμπόδια από τοπικούς φορείς όπως Νομαρχία και άλλοι συναρμόδιοι
φορείς. Αργότερα πήγαν να τα περάσουν ως πρότυπα σχολεία μέσα από το
Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, αλλά εκεί ήρθε ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης, έφυγε
ο Ευριπίδης ο Στυλιανίδης, ήρθε ο Άρης ο Σπηλιωτόπουλος και η προσπάθεια έμεινε
ημιτελής.
Θα μπορούσαν όμως παράλληλα, και
εφόσον δεχτούμε ότι για την ώρα δεν υπάρχει καμία διάθεση από τη μεριά της
Πολιτείας να γίνουν ελληνόφωνα σχολεία για τους μουσουλμάνους της Θράκης, θα
μπορούσαν να γίνουν κάποιες αλλαγές στα μειονοτικά σχολεία. Η βασικότερη αλλαγή
θα ήταν τα τούρκικα να διδάσκονται μόνο ως γλώσσα. Όλα τα υπόλοιπα μαθήματα να
γίνονται στην ελληνική γλώσσα. Και να υπάρχουν και τα τούρκικα (δυο – τρεις
ώρες την εβδομάδα, δεν ξέρω πόσο) μόνο ως γραφή και ανάγνωση. Όχι το 70 % των
μαθημάτων στην τουρκική.
Επίσης, το κρίνω όχι απλά καλό,
απολύτως αναγκαίο, να υπάρχουν περισσότερα Θρησκευτικά στα μειονοτικά δημοτικά
σχολεία. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί αυτή τη στιγμή τα μουσουλμανόπαιδα που
φοιτούν σε μειονοτικά σχολεία διδάσκονται ελάχιστα Θρησκευτικά. Αυτό έχει σαν
άμεση συνέπεια, σε όλα σχεδόν τα χωριά, κατά τις απογευματινές ώρες να
λειτουργούν αυτά τα παρασχολεία, που λέμε εμείς, φροντιστήρια Θρησκευτικών, αν
θέλετε, πείτε τα, όπου διδάσκει χότζας, ο οποίος, με ομολογία του ψευτομουφτή
Ξάνθης Αχμέτ Μετέ, πληρώνεται από την Άγκυρα. Κι εμείς έχουμε παιδιά και τα
στέλνουμε αναγκαστικά εκεί. Δε διδάσκονται μόνο Θρησκευτικά (που θάπρεπε),
διδάσκονται και την τουρκική γλώσσα (γραφή και ανάγνωση) και το χειρότερο,
διδάσκονται διάφορα ποιηματάκια και ύμνους για το μεγάλο τουρκικό έθνος ή για
τον Κεμάλ καθώς και τον εθνικό ύμνο της Τουρκίας και διάφορα τέτοια. Είναι
δηλαδή φροντιστήρια εκτουρκισμού μικρών παιδιών και όχι φροντιστήρια
Θρησκευτικών, έτσι όπως τα ξέρουμε εμείς.
Ένα
θέμα που επίσης συχνά θέτουν διάφοροι και από την μεριά των Πομάκων αλλά και από
τη μεριά της Πολιτείας κάποιοι είναι η εισαγωγή της πομακικής γλώσσας στα
μειονοτικά σχολεία. Γιατί, όπως είπα στην αρχή, αυτό ορίζεται από τη Συνθήκη
της Λωζάννης, ότι θα πρέπει να διδάσκονται οι μητρικές γλώσσες. Δυστυχώς αυτή
τη στιγμή, ακόμα κι αν αύριο το πρωί έρθει αυτή η Πολιτεία και πει «Εγώ θέλω να
γίνει αυτό το πράγμα», είναι ανέφικτο. Δεν υπάρχει μελέτη. Δεν υπάρχει
καταγραφή της γλώσσας. Δεν είναι έτοιμη να εισαχθεί ως διδακτέα γλώσσα στα
σχολεία. Κι όμως, εμείς με τις μικρές μας δυνάμεις, από μεράκι και μόνο,
καθίσαμε και γράψαμε τη γλώσσα μας. Ορίστε και το αλφάβητο. Υπάρχουνε μερικά
βιβλία εδώ. Όποιος θέλει μπορεί να πάρει στο τέλος. Και το κάναμε γιατί; Για να
αποδείξουμε ότι αν ασχοληθεί η Πολιτεία σοβαρά μ’ αυτή τη γλώσσα, μπορεί μέσα σε
μια διετία – τριετία και να την καταγράψει και να μπορεί να την εισάγει στα
σχολεία, για να εφαρμοστεί και η Συνθήκη της Λωζάννης και να διδάσκεται πλέον η
πομακική γλώσσα.
Μου λένε μερικοί από την άλλη μεριά: «Αφού
θες να μπει η πομακική γλώσσα, γιατί να μην μπει και η ποντιακή;» Μα, λέω:
Πρώτον, η ποντιακή γλώσσα είναι διάλεκτος της ελληνικής γλώσσας, ενώ η πομακική
όχι, είναι ξεχωριστή γλώσσα και δεύτερον και πιο σημαντικό για μένα: Οι Πόντιοι
δεν υπάγονται σε κανένα καθεστώς μειονοτικής εκπαίδευσης. Έχουν την ίδια
εκπαίδευση που έχετε όλοι εσείς. Αν κι εμείς οι Πομάκοι είχαμε την ίδια
εκπαίδευση, πιθανόν να μη θέταμε θέμα διδασκαλίας της γλώσσας μας. Αλλά, το να
έχουν αυτή τη στιγμή, για τα δικά μας τα παιδιά και μόνο, σχολεία που δεν τους
δίνουν εφόδια για να ζήσουν, για να σταθούν στα πόδια τους αύριο – μεθαύριο,
είναι κάτι που μας ενοχλεί πάρα πολύ και «χαίρομαι» (εντός εισαγωγικών) που
βλέπω να ενοχλεί όλο και περισσότερους αυτό το πράγμα.
Υπάρχουν δάσκαλοι, κυρίες και κύριοι, που
έχοντας ασκήσει το επάγγελμα του εκπαιδευτικού για πολλά χρόνια στα
πομακοχώρια, έχουν μάθει λίγο – πολύ πομάκικα. Πάνω στην προσπάθειά τους λοιπόν
να εξηγήσουν στα παιδιά λέξεις που δεν καταλαβαίνουν, με τα λίγα πομάκικα που
ξέρουν, τους τα εξηγούν στα πομακικά. Ξέρετε ότι την επόμενη μέρα αυτούς τους
δασκάλους (του ελληνόφωνου προγράμματος δασκάλους μιλάμε) τους τραβάει από το
αυτί ο μουσουλμάνος διευθυντής του μειονοτικού σχολείου, (γιατί εκεί πάντα
είναι μουσουλμάνος ο διευθυντής) και τους λέει: «Η κόβεις τα πομακικά ή σε
στέλνω αύριο στη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ξάνθης»; Πρόσφατα είχαμε
τέτοιο περιστατικό σε πομακοχώρι. Δάσκαλος προσπάθησε να εξηγήσει το μάθημα
καλύτερα στα παιδιά χρησιμοποιώντας τη μητρική τους γλώσσα και απειλήθηκε με
καταγγελία. Και φυσικά μαζεύτηκε ο άνθρωπος γιατί φοβήθηκε. Και ειδικά σε
τέτοιες εποχές δεν είναι να παίζει κανείς με το ψωμί του.
Μέσα σ΄ όλα αυτά έχουμε και τα εκατομμύρια
ευρώ που ξοδεύτηκαν (προσέξτε δεν θα πω μπήκαν σε τσέπες, είναι κάτι που για να
το πω πρέπει να το αποδείξω, λέω τα εκατομμύρια ευρώ που ξοδεύτηκαν) για το
Πρόγραμμα Φραγκουδάκη - Δραγώνα, δήθεν
για να αυξηθούν οι ώρες διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας για τα
μουσουλμανόπαιδα. Πραγματικά, ζώντας σ΄ αυτήν την περιοχή (παρόλο που δεν έχω
παιδιά σε μειονοτικό, γιατί εγώ, όπως σας είπα, επέλεξα το ενοίκιο και τα
κοινόχρηστα για να τάχω σε ένα ελληνόφωνο σχολείο), ακόμα δεν έχω καταλάβει για
ποιο λόγο πανηγυρίζει η κυρία Φραγκουδάκη, η κυρία Δραγώνα για την επιτυχία,
λέει, του προγράμματος. Ποια επιτυχία; Τι άλλαξε; Σας πληροφορώ ότι μαθήματα
που η δική μου κόρη τα διδάχτηκε στην τετάρτη δημοτικού (και μέχρι την έκτη
θάχει προχωρήσει – τώρα είναι έκτη) – όταν ήταν τετάρτη δημοτικού μου λέει:
«Μπαμπά, ανέβηκα στο χωριό. Ξέρεις, λέει, τι είδα; Αυτά που εγώ μάθαινα στην
τετάρτη δημοτικού, τα παιδάκια τα μαθαίνουν στην έκτη, λέει, επάνω». Είναι
δηλαδή δύο χρόνια πίσω τουλάχιστον ως προς την ύλη. «Γιατί, λέει, είναι έτσι
εκείνα τα σχολεία;» Άντε να εξηγήσεις σ΄ ένα μικρό παιδί γιατί η ύλη που αυτό
διδάχθηκε στην τετάρτη δημοτικού κάποια άλλα παιδιά τη διδάσκονται στην έκτη δημοτικού.
Κι όμως η κυρία Δραγώνα κι η κυρία Φραγκουδάκη πανηγυρίζουν για την επιτυχία
του προγράμματος.
Έλεγα πριν ότι η εύκολη απάντηση για την
ίδρυση ελληνόφωνων σχολείων είναι ότι «Δεν έχουμε λεφτά». Στην Ξάνθη αυτή τη
στιγμή λειτουργεί ιδιωτικό Μειονοτικό Γυμνάσιο. Κρατικά Μειονοτικά Γυμνάσια δεν
υπάρχουν. Είναι όλα δημόσια. Λειτουργεί λοιπόν ένα ιδιωτικό Μειονοτικό
Γυμνάσιο, όπου συμβαίνει το εξής παράλογο: Οι καθηγητές του πληρώνονται από το
ελληνικό δημόσιο. Και οι μουσουλμάνοι που θέλουν από την ορεινή περιοχή που
θέλουν να στείλουν τα παιδιά τους σε αυτό το ιδιωτικό Μειονοτικό Γυμνάσιο που
λειτουργεί μέσα στην πόλη τα στέλνουν με μαθητικά δρομολόγια που πληρώνει
επίσης το ελληνικό κράτος. Προσέξτε, για ιδιωτική επιχείρηση μιλάμε. Αν δηλαδή
εγώ αύριο κάνω ένα ιδιωτικό Μειονοτικό Γυμνάσιο στην Ξάνθη και καθηγητές θα μου
πληρώνει το κράτος και τη μεταφορά των μαθητών. Κι εγώ θα εισπράττω δίδακτρα
απ΄ τους μαθητές. Αλλά για να κάνει ένα ελληνόφωνο σχολείο δεν έχει λεφτά. Γι
αυτό λέω ότι πολλές φορές συναντάμε κάποια παράλογα πράγματα μπροστά μας.
Φυσικά, οι συγκυρίες αυτήν τη στιγμή δεν είναι καθόλου ευνοϊκές, είτε για να
γίνουν κάποιες αλλαγές όπως αυτές που πρότεινα στη μειονοτική εκπαίδευση είτε
για να ιδρυθούν ελληνόφωνα σχολεία για τους μουσουλμάνους. Και λέω δεν είναι
θετικές οι συγκυρίες όχι αναφερόμενος στον οικονομικό τομέα, αλλά αναφερόμενος
στην ανάληψη της εξουσίας απ΄ τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., του οποίου οι μειονοτικοί
βουλευτές ήδη έχουν αρχίσει να φωνάζουν για κατάργηση της Συνθήκης της
Λωζάννης, για κατάργηση του Γραφείου Πολιτικών Υποθέσεων, δηλαδή του Υπουργείου
Εξωτερικών, που λειτουργεί ως αντίβαρο στο τουρκικό προξενείο στην Ξάνθη, και
φυσικά ζητάνε και περισσότερα τουρκικά στα Δημοτικά Σχολεία. Υποθέτοντας
(προσωπικές μου εκτιμήσεις είναι αυτές) πιστεύω ότι ο πρωθυπουργός δεν θα
ρισκάρει τις δύο έδρες που του εξασφαλίζουν αυτοί οι μουσουλμάνοι βουλευτές σε
Ξάνθη και Κομοτηνή. Δεν θα τους χαλάσει το χατίρι. Και το πιο παράλογο, αυτό που
με φοβίζει περισσότερο, είναι ότι ούτε ο κυβερνητικός εταίρος, ο κύριος Πάνος
Καμένος, θα αντιδράσει σε κάτι. Γιατί δεν αποκτάς υπουργεία εύκολα κάθε μέρα.
Μακάρι να βγω ψεύτης και στα δύο, αλλά πολύ φοβάμαι ότι και το αίτημα των
μουσουλμάνων βουλευτών του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για περισσότερα τουρκικά στους
μουσουλμάνους της Θράκης θα υλοποιηθεί και καμιά αντίδραση, καμιά κόκκινη
γραμμή από τους Ανεξάρτητους Έλληνες δεν θα δούμε.
Γενικά, χρόνια τώρα προσωπικά, ευτυχώς όχι
μόνος, εκεί που δίνουμε μεγάλο βάρος είναι στη σωστότερη μόρφωση των
μουσουλμάνων, με όποιον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Γιατί το να
κάτσουμε εμείς να τους εξηγούμε τι είναι, το ότι είναι Πομάκοι, ότι δεν είναι
Τούρκοι, το ένα και τ’ άλλο δεν έχει κανένα νόημα για μένα. Είναι πράγματα που
πρέπει μόνοι τους να καταλάβουν, αλλά για να τα καταλάβουν πρέπει να μιλάμε για
μορφωμένους ανθρώπους. Απ΄ τη στιγμή που δυστυχώς η συντριπτική πλειοψηφία των
μουσουλμάνων της Θράκης ανήκει σε ένα χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, είναι επόμενο
να είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης του καθένα. Γι αυτό λοιπόν βρίσκομαι σήμερα
εδώ, γι αυτό μίλησα για τη μειονοτική εκπαίδευση. Και δεν τα λέω σε σας μόνο.
Τάχω πει και σε αρμόδιους, σ΄ αυτούς που μπορούν να κάνουν κάτι. Αλλά πιστεύω
ότι και με εκδηλώσεις όπως η αποψινή κάτι θετικό μπορεί να βγει από στόμα σε
στόμα, μήπως (με την ελπίδα έτσι κι αλλιώς ζούμε όλοι οι άνθρωποι), μήπως
κάποια στιγμή βρεθεί ένας από τους κυβερνώντες που να φανεί λίγο πιο ευαίσθητος
από τους άλλους και να αντιληφθεί ότι πράγματι οι μουσουλμάνοι της Θράκης έχουν
ανάγκη από μια καλύτερη εκπαίδευση.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Ομιλία του Σ. Καραχότζα στη Θεσσαλονίκη (21/3/2015)
Δείτε το βίντεο της εκδήλωσης: