του Γιώργου
Καραμπελιά
Η "Μεσευρώπη" και η στρατηγική χρήση των
μειονοτήτων
Τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται και πάλι στο προσκήνιο η
περιβόητη στρατηγική της "Μεσευρώπης" και του διαίρει και βασίλευε
που αυτή προϋποθέτει, ιδιαίτερα από την πλευρά της Γερμανίας και των
ελεγχόμενων από αυτή σε μεγάλο βαθμό μηχανισμών των Βρυξελλών.
Η λογική της Μεσευρώπης (Mittel Europa) που οραματίζεται την ανάδειξη του κεντροευρωπαϊκού χώρου, με τη Γερμανία κέντρο βάρους και ηγεμόνα της Ευρώπης, έχει ως προϋπόθεση ή ως συνέπεια τη διάλυση ή την αποδυνάμωση των κρατών των Βαλκανίων και της Κεντρικής Ευρώπης, με βασικό όπλο τις κατά τόπους μειονότητες. Κατά την διάρκεια του τελευταίου πολέμου οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν παντού τις μειονότητες για να συγκροτήσουν τις ταξιαρχίες των Waffen SS, για να διαλύσουν την κεντρική Ευρώπη και να οικοδομήσουν την Μεσευρώπη. Η Μεσευρώπη ως στρατηγικός στόχος έχει δύο πυλώνες, την Γερμανία και την Τουρκία -στο παρελθόν την Οθωμανική αυτοκρατορία ή την Βουλγαρία, κατά περίπτωση, ή και τις δύο μαζί-και στοχεύει στον κατακερματισμό της υπόλοιπης Κεντρικής και Νότιας Ευρώπης. Αυτή η πολιτική ξεκινάει από την εποχή του Βίσμαρκ και ολοκληρώνεται με τον Χίτλερ - διαμελισμός της Γιουγκοσλαβίας, της Τσεχοσλοβακίας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας, της Σοβιετικής Ένωσης, της Ελλάδας με βοηθούς τους Βούλγαρους, τους Ιταλούς, κ.λπ. Σήμερα παίρνει τη μορφή της στρατηγικής χρησιμοποίησης των μειονοτήτων. Αυτή η γερμανική πολιτική της μεταβολής της κεντρικής και νότιας Ευρώπης σε έναν εύκολα ελεγχόμενο κονιορτό, στη σημερινή συγκυρία ταυτίζεται -ή συναντάται- με την αμερικανική που, μέσω της χρήσης των μειονοτήτων, προσπαθεί να παγιώσει την αποσύνθεση της Σοβιετικής Ένωσης και να ελέγξει τα αδύναμα κράτη της περιοχής (κλασικό παράδειγμα η χρήση της αλβανικής κοινότητας στην FΥRΟΜ για τον έλεγχο των Σλαβομακεδόνων των Σκοπίων κατά το δοκούν). Γι' αυτό ακόμα και σε χώρες που δεν έχουν ισχυρό μειονοτικό ζήτημα, όπως η Ελλάδα, οι ετήσιες εκθέσεις του Κογκρέσου θα επαναλαμβάνουν στερεότυπα τις αμερικάνικες ανησυχίες για την τύχη των... βλάχων, εκτός βέβαια από τους μουσουλμάνους και την "μακεδονική μειονότητα". Αυτή η γερμανο-αμερικανική στρατηγική οδήγησε σε μια πρώτη φάση στην "εκκαθάριση" των βορείων Βαλκανίων και κυρίως της Γιουγκοσλαβίας.
Τα τρία μεγάλα μειονοτικά προβλήματα που εξακολουθούν να παραμένουν στην περιοχή μας είναι το Αλβανικό πρόβλημα στη Σερβία και τα Σκόπια, το πρόβλημα των Ούγγρων στη Ρουμανία και το πρόβλημα των μουσουλμανικών μειονοτήτων στη Βουλγαρία και την Ελλάδα. Και βέβαια εξακολουθούν να υπάρχουν μικρότερα μειονοτικά ζητήματα όπως των Ούγγρων στη Βοϊβοντίνα, των μουσουλμάνων στο Σαντζάκ, των Ελλήνων στη Βόρειο Ήπειρο... Το πλέον σημαντικό, από την άποψη των μεγεθών, μειονοτικό ζήτημα είναι το Αλβανικό, και το ασθενέστερο ίσως είναι το μουσουλμανικό στην ελληνική Θράκη, αλλά γίνεται σημαντικό, όχι εξ αιτίας αυτού καθ' αυτού του βάρους του αλλά λόγω της γειτνίασης με την Τουρκία, που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει το μειονοτικό ως στρατηγική μειονότητα, και της διασύνδεσης του με το πολύ σημαντικότερο μειονοτικό ζήτημα της Βουλγαρίας. Διότι βέβαια η ανάπτυξη ή όχι κάποιου αλυτρωτικού και μειονοτικού κινήματος εξαρτάται από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
Τα σχέδια για την αυτόνομη Θράκη μέχρι σήμερα έχουν
στηριχτεί στις γνωστές και διακηρυγμένες κεμαλικές θέσεις για την Αυτονομία της
Δυτικής Θράκης. Δεν χρειάζεται να επανέλθω στην ευθύνη της ελληνικής πολιτείας
για την ευόδωση της τουρκικής απόπειρας μεταβολής του θρησκευτικού στοιχείου σε
εθνικό (έτσι εξ άλλου συγκροτήθηκε το σύγχρονο τουρκικό κράτος) αλλά να μείνω
στο γεγονός αυτό καθ' εαυτό.
Το μειονοτικό πρόβλημα τείνει να μεταβληθεί σε εκρηκτικό και η μειονότητα να μεταβληθεί σε στρατηγική μειονότητα, όταν υπάρχουν κάποιες ή όλες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Α. Η γειτνίαση με κάποια αναθεωρητική χώρα, με την
οποία νοιώθει να ταυτίζεται, έστω εν μέρει, η μειονότητα.
Β. Η αποδυνάμωση της χώρας, μέσα στην οποία ζει η
μειονότητα, ή/και η αντίστοιχη ενδυνάμωση της γειτονικής αναθεωρητικής δύναμης,
που προετοιμάζει ψυχολογικά τη μειονότητα για κινήσεις αποσχιστικού χαρακτήρα,
ή τουλάχιστον την απομακρύνει συναισθηματικά από την παρούσα πατρίδα της.
Γ. Η ύπαρξη μιας μειονότητας με παρόμοια ταυτότητα σε μια
γειτονική χώρα (όπως συνέβη με την ύπαρξη Γερμανών σε συνοριακές περιοχές
μεταξύ Τσεχοσλοβακίας και Πολωνίας, προπολεμικά ή όπως συμβαίνει με τους
Αλβανούς σε Κόσοβο και FΥRΟΜ σήμερα).
Στο βαθμό που συντονίζονται κάποιες ή και οι τρεις αυτές προϋποθέσεις ή έστω κινδυνεύουν να συμπέσουν, τότε είναι πολύ πιθανή η μεταβολή μιας μειονότητας σε στρατηγική μειονότητα.
Οι μουσουλμανικές μειονότητες στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία
Στην περίπτωση των μουσουλμανικών μειονοτήτων στην Ελλάδα οπωσδήποτε δεν έχουμε ακόμα μια πλήρη ομογενοποίηση γύρω από την τουρκική ταυτότητα, ούτε κινήσεις αποσχιστικού χαρακτήρα. Όμως είναι προφανές ότι η Τουρκία θα προσπαθήσει να προωθήσει, σαν ενδιάμεσο στάδιο, μια λογική αυτονομίας των μουσουλμάνων της Θράκης, χρησιμοποιώντας τόσο τη συμπαράσταση των άσπονδων φίλων μας -Γερμανών και Αμερικανών- όσο και ενεργοποιώντας ένα μέχρι τα σήμερα "κρυφό χαρτί" της, την άμεση γειτνίαση των Ελλήνων μουσουλμάνων με τις μουσουλμανικές μειονότητες της Βουλγαρίας.
Το μειονοτικό ζήτημα στην περίπτωση της Βουλγαρίας είναι
πολύ πιο σημαντικό από ό,τι στην Ελλάδα. Τα μεγέθη είναι άλλης κλίμακας- από 5
έως 10% του πληθυσμού, -μάλλον γύρω στο 7%- με παρόμοια σύνθεση με την Ελλάδα,
δηλαδή ένα σημαντικό ποσοστό Πομάκων υπό διαδικασία τουρκοποίησης,
τουρκογενείς, τσιγγάνοι, κ.λπ. Η μειονότητα στη Βουλγαρία χρησιμοποιείται ως
στρατηγική μειονότητα με διαφορετικό ρόλο ανάλογα με την περίπτωση και τη
συγκυρία: Επί Ζίβκωφ η κύρια κατεύθυνση ήταν η προσπάθεια χρησιμοποίησής της, για
να αποσταθεροποιηθεί το βουλγαρικό εχθρικό καθεστώς. Στη σημερινή συγκυρία
κυρίαρχη είναι η προσπάθεια προσεταιρισμού της Βουλγαρίας, μέσω του μειονοτικού
και της απειλής που αντιπροσωπεύει, από την Τουρκία και τις ΗΠΑ, ούτως ώστε να
διαλυθεί ο περιβόητος άξονας Αθήνας-Σόφιας. Και για την ώρα φαίνεται αυτή η
στρατηγική να αποδίδει. Η χρήση της ως στρατηγικής μειονότητας προωθείται.
Όμως, οι συνθήκες θα τείνουν μεταβληθούν - με την ανάπτυξη
της επαφής ανάμεσα στη Βουλγαρία και την Ελλάδα. Η δημιουργία των δύο από τους
τρεις κάθετους άξονες της Εγνατίας που θα διασυνδέουν Βουλγαρία και Ελλάδα θα
φέρουν σε άμεση επαφή τις δύο μειονότητες για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση, μετά
τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά συνέπεια θα υπάρχει η πιθανότητα
σχετικής ομογενοποίησης των μουσουλμανικών μειονοτήτων σε Βουλγαρία και Ελλάδα.
Αν λοιπόν ευοδωθούν τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας -σε συνεργασία με τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Γερμανούς και Αμερικανούς, και με την αμέριστη στήριξη διαφόρων εγχώριων υπερασπιστών τους- τότε θα εμφανιστεί η δυνατότητα για τη διεκδίκηση μιας αυτόνομης περιοχής της Ροδόπης, ή, στην καλύτερη -για την Τουρκία- περίπτωση, της Δημοκρατίας της Ροδόπης, που θα περιλαμβάνει πληθυσμούς από τις δύο πλευρές των συνόρων...
Το ζήτημα ίσως φαίνεται μακρινό αλλά, αν κρίνουμε από τον
τρόπο που το ελληνικό κράτος χειρίστηκε το θέμα των μειονοτήτων, όπως και
εκείνο της ανάπτυξης της Θράκης, θα πρέπει να φοβηθούμε τα χειρότερα. Ή μήπως
δεν θα πρέπει να μας φρονηματίζει το προηγούμενο της Κύπρου και του ρόλου των
Τουρκοκυπρίων;
Διότι, αν και η Ελλάδα έχει, ουσιαστικά από την δεκαετία του
'20 και μετά, ξεπεράσει το στάδιο της χρησιμοποίησης των μειονοτήτων ως
στρατηγικών εργαλείων επεκτατικής πολιτικής, βρίσκεται σε επαφή με χώρες και
λογικές διαμετρικά αντίθετες. Έτσι, δυστυχώς, δεν βρισκόμαστε ακόμα στην εποχή
που οι μειονότητες θα μπορούσαν να αποτελέσουν το όχημα για την επανασύνδεση
των πολυεθνικών Βαλκανίων στην κατεύθυνση των οραμάτων του Ρήγα Φεραίου αλλά
αντίστροφα οι γείτονες μας- κατ' εξοχήν η Τουρκία αλλά και οι Σλαβομακεδόνες-
και οι μεγάλες δυνάμεις που τους χρησιμοποιούν -βλέπε Γερμανία, ΗΠΑ-
εξακολουθούν να μας τραβάνε "βαθιά μέσα στο χώμα", μέσω της μεταβολής
των μειονοτήτων σε όργανο μίσους και αντιπαράθεσης.
Για να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα, πέρα από τις υπόλοιπες
παραμέτρους -δηλαδή ανάπτυξη της αυτόνομης ταυτότητας της κάθε μειονότητας ώστε
να στηριχτεί η αυτοσυνειδησία της, αποκλεισμός των παρεμβάσεων του τουρκικού
προξενείου, ισονομία για τους κατοίκους των μειονοτικών περιοχών και ευκαιρίες
ανάπτυξης, εκπαιδευτική πολιτική που να ευνοεί την ένταξη τους στην ελληνική
κοινωνία-, θα πρέπει να ακολουθηθεί μια συγκεκριμένη αναπτυξιακή στρατηγική για
τον ορεινό όγκο, με επενδύσεις στον τουρισμό, τη δημιουργία εγκαταστάσεων
θερινών τμημάτων πανεπιστημίων, ενίσχυση του πληθυσμού με εγκατάσταση προσφύγων
.
Επί πλέον η ανάπτυξη των δύο νομών της Ξάνθης και της Ροδόπης, πρέπει να είναι κατ' εξοχήν ενδοστρεφής, μια και υπάρχουν τεράστια περιθώρια για μια τέτοια ανάπτυξη, που θα διασφαλίσει πρώτα την εσωτερική δυναμική του συνόλου του πληθυσμού και η εξωστρεφής ανάπτυξη με κατεύθυνση την Βουλγαρία και τον Εύξεινο να επικεντρωθεί στο νομό Έβρου, που εξ άλλου διαθέτει και τα γεωγραφικά και τα μορφολογικά πλεονεκτήματα για κάτι τέτοιο. Η αναπτυξιακή προτεραιότητα πρέπει να περάσει στην ολοκλήρωση της Εγνατίας, την ανάπτυξη της σιδηροδρομικής γραμμής Αλεξανδρούπολης-συνόρων, της δημιουργίας βιομηχανικής ζώνης ή και ζώνης ελευθέρων ανταλλαγών στο βόρειο τρίγωνο της Θράκης.
Η "ανάπτυξη" γενικά δεν είναι πανάκεια, ούτε μπορεί να λύσει τα προβλήματα της περιοχής, θα πρέπει να πάρει υπόψη της όλες τις παραμέτρους, γεωπολιτικές, στρατηγικές, κοινωνικές και πάνω απ' όλα το ανθρώπινο δυναμικό. Επί πλέον πρέπει να παίρνει υπόψη της, όπως τονίσαμε παραπάνω, την σημερινή πραγματικότητα των μειονοτικών προβλημάτων στην περιοχή μας. Γι' αυτό και το ζήτημα των μειονοτήτων πρέπει να αντιμετωπίζεται όχι με βάση μόνο μια αφηρημένη λογική ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή "ανάπτυξης" αλλά πάντα σε συσχετισμό με την συνολική πραγματικότητα της περιοχής και τους κινδύνους χρήσης της ως στρατηγικής μειονότητας.
Επί πλέον η ανάπτυξη των δύο νομών της Ξάνθης και της Ροδόπης, πρέπει να είναι κατ' εξοχήν ενδοστρεφής, μια και υπάρχουν τεράστια περιθώρια για μια τέτοια ανάπτυξη, που θα διασφαλίσει πρώτα την εσωτερική δυναμική του συνόλου του πληθυσμού και η εξωστρεφής ανάπτυξη με κατεύθυνση την Βουλγαρία και τον Εύξεινο να επικεντρωθεί στο νομό Έβρου, που εξ άλλου διαθέτει και τα γεωγραφικά και τα μορφολογικά πλεονεκτήματα για κάτι τέτοιο. Η αναπτυξιακή προτεραιότητα πρέπει να περάσει στην ολοκλήρωση της Εγνατίας, την ανάπτυξη της σιδηροδρομικής γραμμής Αλεξανδρούπολης-συνόρων, της δημιουργίας βιομηχανικής ζώνης ή και ζώνης ελευθέρων ανταλλαγών στο βόρειο τρίγωνο της Θράκης.
Η "ανάπτυξη" γενικά δεν είναι πανάκεια, ούτε μπορεί να λύσει τα προβλήματα της περιοχής, θα πρέπει να πάρει υπόψη της όλες τις παραμέτρους, γεωπολιτικές, στρατηγικές, κοινωνικές και πάνω απ' όλα το ανθρώπινο δυναμικό. Επί πλέον πρέπει να παίρνει υπόψη της, όπως τονίσαμε παραπάνω, την σημερινή πραγματικότητα των μειονοτικών προβλημάτων στην περιοχή μας. Γι' αυτό και το ζήτημα των μειονοτήτων πρέπει να αντιμετωπίζεται όχι με βάση μόνο μια αφηρημένη λογική ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή "ανάπτυξης" αλλά πάντα σε συσχετισμό με την συνολική πραγματικότητα της περιοχής και τους κινδύνους χρήσης της ως στρατηγικής μειονότητας.
Και αυτό για να μην ξυπνήσουμε αύριο με ένα μεγάλο εθνικό
πρόβλημα που πριν από όλους θα πληρώσουν οι κάτοικοι της Θράκης.