Τα μουσουλμανικά
μνημεία της Ξάνθης
ΜΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΧΡΥΣΑΣ ΜΕΛΚΙΔΗ
ΣΤΟ ΣΕΜΠΑΪΔΗΝ ΚΑΡΑΧΟΤΖΑ
Αναδημοσίευση από το: XANTHINET
Ένα έργο σπάνιας αξίας μέσα από το
οποίο παρουσιάζεται με ιδιαίτερες λεπτομέρειες η ιστορία των μουσουλμανικών
μνημείων της Ξάνθης εκδόθηκε πριν από αρκετά χρόνια από το Τεχνικό Επιμελητήριο
Ελλάδας. Πρόκειται για ένα έργο της Χρύσας Μελκίδη, (Αρχιτέκτων Μηχανικός, Δρ
Τουρκολόγος) στο οποίο αναφέρονται ακόμα και τα πιο παλιά μουσουλμανικά μνημεία
της Ξάνθης. Η κυρία Χρύσα Μελκίδη μιλάει αποκλειστικά στην XANTHINET και στον
Σεμπαϊδήν Καραχότζα για τη δουλειά της αυτή.
ΤΣΙΝΑΡ ΤΖΑΜΙ
Ακολουθεί ολόκληρη η
συνέντευξη:
Τι ήταν αυτό που σας
έκανε να ασχοληθείτε με την αρχιτεκτονική των τζαμιών της Ξάνθης;
Το θέμα αυτό λειτούργησε για μένα σαν πρόκληση, ανθρώπινη
αλλά και επιστημονική. Μεγαλώνοντας στο ποικίλο πολιτισμικά περιβάλλον της Ξάνθης,
απόκτησα μια θετική και αυτονόητη για μένα εικόνα ως προς την ειρηνική
συνύπαρξη ανθρώπων με διαφορετική πολιτισμική ταυτότητα. Η εικόνα αυτή ήρθε σε
αντίθεση με την εξωτερική κατάσταση σύγκρουσης των πολιτισμών που μας
περιβάλλει και αυτό με ενεργοποίησε.
Θέλησα με τον τρόπο μου να συμβάλλω σ’ αυτό που αποκαλούμε «διαπολιτισμική
προσέγγιση» παίρνοντας αυτή την απόφαση, που ήταν μια προσωπική πολιτική πράξη
υπεράσπισης της ειρήνης στον τόπο μου, έτσι το είδα.
ΑΝΑΓΛΥΦΗ ΕΠΙΓΡΑΦΗ ΑΠΟ
ΤΟ ΤΕΜΕΝΟΣ ΣΟΥΝΝΕ
Τί δυσκολίες
αντιμετωπίσατε στην έρευνά σας;
Οι σημαντικότερες δυσκολίες ήταν δύο, μία ψυχολογικής και
μία πρακτικής φύσης. Η πρώτη ήταν μια επιφυλακτική στάση από τον γενικότερο
περίγυρο, που εκφραζόταν με μια έκπληξη αρχικά και μια αμηχανία, για το πώς μια
Ελληνίδα και ιδαίτερα Θρακιώτισσα μη μουσουλμάνα, συνέβαινε να ασχολείται με
τον πολιτισμό μάλιστα των μουσουλμάνων. Σήμερα οι αντιδράσεις αυτού του είδους
έχουν αμβλυνθεί σημαντικά και θέλω να πιστεύω ότι η προσωπική μου στάση και η
δουλειά μου αποτέλεσαν αναλογικά μια μικρή συμβολή σ’ αυτό. Σημαντικότερη
πρακτική δυσκολία από την επιστημονική πλευρά, υπήρξε η μεγάλη έλλειψη
πρωτογενών γραπτών πηγών και κάποιων έστω σχετικών μελετών. Υπήρχαν βέβαια και
οι προσωπικές πρακτικές δυσκολίες που δεν τις καταμετρώ, αλλά τις αναφέρω.
Παράλληλα με την έρευνα ήμουν εργαζόμενη, μεγάλωνα δύο μικρά παιδιά με πλήθος
άλλων επαγγελματικών και οικογενειακών υποχρεώσεων. Όμως η ικανοποίηση
αποδείχθηκε μεγαλύτερη από την κόπωση και γι’ αυτό υπήρξε αποτέλεσμα.
ΤΟ ΤΕΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΟΔΟΥ
ΔΟΪΡΑΝΗΣ - ΜΟΥΑΤΖΙΡ ΜΑΧΑΛΑ
Γιατί επιλέξατε το
Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας για την έκδοση της μελέτης σας;
Ήθελα πραγματικά η έκδοση να πραγματοποιηθεί στην Ξάνθη.
Υπήρξε μάλιστα εκδήλωση ενδιαφέροντος γι’ αυτό από το ΠΑ.ΚΕ.ΘΡΑ., το οποίο
μάλιστα πρώτο παρουσίασε την μελέτη μου υπό μορφή έκθεσης ως συμμετοχή του στις
Γιορτές της Παλιάς Πόλης της Ξάνθης το έτος 2003. Το εκδοτικό εγχείρημα ήταν όμως πολύ δαπανηρό, εξαιτίας της
ιδιαιτερότητας του περιεχομένου του βιβλίου από τεχνική άποψη. Δεν έγινε λοιπόν
δυνατό να εξασφαλισθεί μια ανάλογη χορηγία. Το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας
ανέλαβε την έκδοση της επιστημονικής εργασίας ενός μέλους του, σύμφωνα με το
καταστατικό του, αφού προηγουμένως τα αρμόδια θεσμοθετημένα του όργανα
προέβησαν στην αναγκαία αξιολόγηση, τιμώντας την επιστημονική μου συμβολή και
την ευρύτερη σημασία της.
ΤΟ ΤΕΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΣΚΡΑ
Στο τέλος του βιβλίου σας υπάρχει περίληψη σε αρκετές
γλώσσες, μεταξύ των οποίων και η πομακική. Είναι η πρώτη φορά που μία
επιστημονική μελέτη συμπεριλαμβάνει περίληψη στα πομάκικα. Πώς πήρατε αυτή την
απόφαση;
Οι Πομάκοι δικαιούνταν αυτήν την αναφορά, αφού αποτελούν
σημαντικό τμήμα της Ελληνικής μουσουλμανικής κοινότητας και ένα από τα μνημεία
που ερευνήθηκαν, το αρχαιότερο μάλιστα της πόλης, είναι δικό τους, Πομάκικο.
Μπορείτε να μας πείτε
δυο λόγια για τα πρώτα μουσουλμανικά μνημεία της Θράκης;
Τα αρχαιότερα και σημαντικότερα από την πλευρά της Ιστορίας
της Αρχιτεκτονικής μουσουλμανικά μνημεία της Θράκης, είναι το γνωστό δυστυχώς
από την πρόσφατη πυρκαγιά τζαμί του Διδυμοτείχου και το Ιμαρέτ της Κομοτηνής.
Και τα δύο αποτελούν σπάνια δείγματα για την τυπολογία ή την μορφολογία τους
και εκφράζουν συγκεκριμμένα στάδια εξέλιξης της Οθωμανικής αρχιτεκτονικής στον
χώρο της Ελλάδας. Το πρώτο είναι ίδρυμα του Σουλτάνου Μεχμέτ Α΄
(1413-1421), γιού του Βαγιαζήτ του
επονομαζόμενου Κεραυνού και
εγκαινιάστηκε τον Μάρτιο του 1420. Είναι το αρχαιότερο Οθωμανικό μνημείο
της Ευρώπης. Το δεύτερο σχετίζεται με την επέλαση και εγκατάσταση των
Οσμανλήδων στην περιοχή μας την περίοδο 1360-1380 και ταυτίζεται με το Ιμαρέτ
που, σύμφωνα με τις πηγές, έχτισε ο κατακτητής της πόλης της Κομοτηνής,
εξωμότης Βυζαντινός άρχοντας Γαζή Εβρενός (Αβρανέζης).
Ποια είναι τα
παλιότερα τεμένη της Ξάνθης;
Ένα είναι το παλιότερο τέμενος της Ξάνθης, το Αχριάν τζαμί
(Τζαμί των Πομάκων), που βρίσκεται στην Παλιά Ξάνθη (σημερινή συνοικία Ακροπόλεως,
ο παλιός Αχριάν Μαχαλάς της πόλης). Με βάση τα στοιχεία της έρευνας που
δημοσιεύεται στο βιβλίο, το χρονολόγησα στην κλασσική Οθωμανική περίοδο και πιο
συγκεκριμένα στο δεύτερο μισό του 16ου αι. ‘Όλα τα άλλα σουννιτικά τεμένη της
πόλης είναι πολύ μεταγενέστερα, τα παλιότερα δε από αυτά ιδρύθηκαν, σύμφωνα
πάντα με την έρευνα, σαν μεστζήτια, δηλαδή χωρίς μιναρέ, ένα αιώνα αργότερα και
εξελίχθηκαν σε κανονικά τζαμιά βαθμιαία ακόμη αργότερα. Ο σουννιτικός τεκές των
Μεβλεβήδων ή Νακσιμπεντήδων (σημερινή μουφτεία) είναι του 18ου αι. και ο
Μπεκτασσικός τεκές του Χασίπ μπαμπά του 19ου αι.
Πώς επηρεάστηκε η
κατασκευή του κάθε μουσουλμανικού τεμένους από την εποχή του;
Αν εννοείτε την ίδρυση κάθε τεμένους, κάθε μία ίδρυση
σημαίνει την συγκρότηση ενός νέου μουσουλμανικού μαχαλά στην Ξάνθη, όπου
θεμελιωνόταν το αντίστοιχο τέμενος. Αν εννοείτε την αρχιτεκτονική και την
τεχνική κατασκευή, κάθε εποχή έχει αφήσει στα μνημεία την σφραγίδα της. Στο
Αχριάν τζαμί για παράδειγμα έχουμε μεγαλύτερη εσωτερική ελεύθερη διάμετρο στον
μιναρέ, παράλληλα με χυτή και ξύλινη κατασκευή, όλα δείγματα αρχαιότητας.
Αντίθετα, όλα τα υπόλοιπα τεμένη της πόλης έχουν ραδινούς, πέτρινους μιναρέδες,
διαφορετικής δομικής τεχνολογίας, χαρακτηριστικούς της όψιμης Οθωμανικής
περιόδου. Έχουμε επίσης διαφορές και στην μορφολογία. Στο Τσινάρ τζαμί π.χ.
παραδοσιακές εξωτερικές στοές με τόξα μετατράπηκαν σταδιακά σε κλειστούς χώρους
με παράθυρα και νεοκλασσικά στοιχεία, που βλέπουμε και σε άλλα τεμένη. Το
τέμενος της οδού Σκρα μορφολογικά και τεχνολογικά έχει μεγάλες επιρροές από την
κοσμική αρχιτεκτονική των καπναποθηκών της Ξάνθης, που και αυτή έχει την
καταγωγή της στην δυτικοευρωπαϊκή βιομηχανική αρχιτεκτονική του 19ου αι.
ΚΡΗΝΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΑΥΛΙΟ
ΤΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΤΣΙΝΑΡ ΟΠΩΣ ΗΤΑΝ
Υπάρχουν κοινά
αρχιτεκτονικά γνωρίσματα ανάμεσα στα μουσουλμανικά τεμένη και τους
χριστιανικούς ναούς της πόλης;
Βεβαίως υπάρχουν. Ένα κοινό αρχιτεκτονικό, λειτουργικό
γνώρισμα είναι η ύπαρξη του γυναικωνίτη και στα δύο είδη κτηρίων. Υπάρχουν όμως
και κοινά μορφολογικά γνωρίσματα. Εκτός από τα νεοκλασσικά στοιχεία που
βρίσκονται σε διάφορους βαθμούς παντού, η πιο εντυπωσιακή αρχιτεκτονική
ομοιότητα είναι η ημικυκλική προεξοχή στο μέσο της κύριας όψης του γυναικωνίτη
εσωτερικά σε τζαμιά και εκκλησίες της Ξάνθης, που αποτελεί μια κοινή επίδραση
του αισθητικού ρεύματος του μπαρόκ.
Σε τι διαφέρουν τα
τεμένη από τους τεκέδες;
Αρχικά διαφέρουν ως προς την λειτουργία και σαν φυσικό
επακόλουθο και στην μορφή. Τα τεμένη είναι χώροι προσευχής, ενώ οι τεκέδες
είναι χώροι λατρείας, όπου δηλαδή λάμβαναν χώρα λατρευτικές τελετές διαφόρων
τύπων. Επίσης οι τεκέδες αρχικά πλαισιώνονταν από χώρους διαμονής, ήταν μοναστήρια,
που φιλοξενούσαν τα μέλη των ισλαμικών ταγμάτων, όταν αυτά
λειτουργούσαν, δηλαδή τους δερβίσσηδες. Εξαίρεση αποτελούν τα τεμένη της
πρώιμης Οθωμανικής εποχής, που το περίγραμμά τους είχε σχήμα Τ και λέγονται
«τύπου ζαβιγιέ», επειδή στο περίγραμμα αυτό ήταν ενσωματωμένο και το ζαβιγιέ,
δηλαδή ο χώρος του κοινοβίου. Επίσης οι τεκέδες δεν διέθεταν μιναρέ, όπως και
τα μικρά συνήθως τεμένη που ονομάζονται «μεστζίντ».
Πώς συνέβαλαν τα
μουσουλμανικά μνημεία στη διαμόρφωση της
τυπολογίας της Οθωμανικής Ξάνθης;
Η Ξάνθη της Οθωμανικής περιόδου αποτέλεσε μία από τις εφαρμογές ενός Οθωμανικού πολεοδομικού
προτύπου, που χαρακτηρίζεται από την κεντρομόλο του συγκρότηση. Λόγω του
καπνεμπορίου της πόλης και των εξαγωγών καπνού, περιλαμβάνει μια πολύ
εκτεταμένη και πυκνοδομημένη κεντρική
περιοχή εμπορίου και οικονομικών δραστηριοτήτων γενικά, όπου υπήρχαν πολλά
χάνια και τα καπνεργοστάσια. Το κέντρο
της πόλης ήταν το παζάρι με μια μνημειακή κρήνη στη μέση, στον χώρο της
σημερινής κεντρικής πλατείας της πόλης, γύρω από την οποία είχε διαμορφωθεί
σταδιακά από το 1870 και σε βάθος δεκαετίας το ισλαμικό κέντρο, το ονομαζόμενο
«κιουλιγιέ», που περιλάμβανε τα σημαντικότερα δημόσια κτήρια. Γύρω απ’ αυτό
αναπτύχθηκε χαλαρής οργάνωσης ζώνη
κατοικίας από σκόρπιους αυτόνομους μαχαλάδες ακόμη και σε απόσταση κάποιων
χιλιομέτρων μεταξύ τους, που όμως συνδέονταν οργανικά μέσω της λειτουργίας της
αγοράς. Όλα τα θρησκευτικά κτήρια όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων, τζαμιά,
εκκλησίες, συναγωγή, μοναστήρια και νεκροταφεία που θεωρούνταν ιεροί τόποι,
είχαν ρυθμιστεί έτσι, ώστε βρίσκονταν διαταγμένα πάνω σε ιδεατούς ομόκεντρους
κύκλους γύρω από το κιουλιγιέ. Το σύνολο διασχιζόταν από έναν μεγάλο εμπορικό
δρόμο που άρχιζε από τον νότο και κατέληγε στον βορρά, μπροστά από το κέντρο
εξουσίας, αρχικά σε ένα οχυρωμένο φράγκικο συγκρότημα στην Παλιά Ξάνθη. Η
έρευνα έδειξε ότι η πολεοδομική εξέλιξη της πόλης πραγματοποιήθηκε πάνω σ’ αυτό
το πρότυπο, με τα τζαμιά χωροθετημένα
στα δυτικά άκρα των αντίστοιχων μουσουλμανικών συνοικιών, να σηματοδοτούν αυτό το είδος της Οθωμανικής
πολεοδομικής συγκρότησης και η χρονολόγησή τους να συμβολίζει ιστορικές φάσεις
αυτής της πορείας.
ΤΕΜΕΝΟΣ ΧΟΥΡΡΙΕΤ ΟΠΩΣ
ΗΤΑΝ
Πείτε μας δυο λόγια
σχετικά με την εξάπλωση του Ισλάμ στα Βαλκάνια.
Οι Τουρκικοί εποικισμοί στα νεοκατακτημένα Ευρωπαϊκά εδάφη
άρχισαν αμέσως μετά την Οθωμανική κατάκτηση, από τα μέσα δηλαδή του 14ου
αι. και διήρκεσαν μέχρι τον 16ο αι. Οι
αριθμοί των εποίκων βέβαια δεν αντιστοιχούν με αυτούς της εξάπλωσης του Ισλάμ στην
Βαλκανική. Την εξάπλωση αυτή εμφανίζουν οι μελετητές με δύο διαστάσεις: την
πολιτισμική, με στόχο την πολιτισμική ενσωμάτωση των νεοκατακτημένων πληθυσμών
στην καινούρια ισλαμική κοινωνία και την στρατηγική διάσταση, με στόχο την εδραίωση και υποστήριξη της
Οσμανικής κυριαρχίας στην περιοχή. Επιλέχθηκαν δηλαδή περιοχές -η Θράκη, η Βουλγαρία και τα δυτικά τμήματα της
Βαλκανικής- όπου αναπτύχθηκαν σχέδια εξισλαμισμών, ώστε στο ανατολικό τμήμα της
χερσονήσου ο μουσουλμανικός πληθυσμός σχημάτιζε μια συνεχή ζώνη που βρισκόταν
σε επαφή με τους Τατάρους γύρω από τον Δούναβη. Επίσης αναπτύχθηκαν στις
κοιλάδες των ποταμών Έβρου και Αξιού που ήταν οι κυριότερες αρτηρίες της
Βαλκανικής, στα βορειοανατολικά τμήματα της Βοσνίας και της Ερζεγοβίνης, που
ήταν σημεία της Τουρκικής εκκίνησης προς την Κεντρική Ευρώπη, αλλά και στην
Αλβανία και γενικά στα σημεία, όπου μπορούσαν να εκδηλωθούν εισβολές ή
εξεγέρσεις.
Τα μέτρα εφαρμογής των εξισλαμισμών περιλάμβαναν ακούσιους εξισλαμισμούς υπό το κράτος άμεσης
ή έμμεσης βίας διαφόρων τύπων και αποχρώσεων, εκούσιους εξισλαμισμούς που ήταν και μαζικοί, για την
διατήρηση κοινωνικών, οικονομικών προνομίων, ή για αποφυγή φορολογίας από τους
υποτελείς. Μεγάλης έκτασης εξισλαμισμοί οφείλονταν επίσης στην στρατολογία των
γενιτσάρων και στις απαγωγές χριστιανών γυναικών, κυρίως Ελληνίδων και Σλαύων,
τα παιδιά των οποίων αποτελούσαν τις νέες μουσουλμανικές γενιές.
Κατά τον 15ο αιώνα η
Ξάνθη ονομάζονταν στα τουρκικά Iskeçe. Από πού προήλθε η ονομασία αυτή;
Η πρώτη αναφερόμενη τουρκική ονομασία της Ξάνθης είναι
Eksya. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι τύποι παρεμφερείς με το Iskeçe. Σήμερα όλοι οι
μελετητές συμφωνούν ότι είναι η απόδοση στα τουρκικά της λέξης «Ξάνθη» ή
«Ξάνθεια». Υπάρχει μια εγγενής δυσκολία στην εκφορά του ονόματος της πόλης στα
τουρκικά, επειδή αντίστοιχος του φθόγγου Ξ του ελληνικού αλφαβήτου δεν υπάρχει
στο τουρκικό.
Οι Ροδοπαίοι της
Θράκης αναφέρονται επίσης στις ιστορικές πηγές ως «Αχριάν». Από πού προήλθε
αυτή η ονομασία;
Πολλές απόψεις έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί διεθνώς για το
θέμα, αλλά καμία από αυτές δεν διαθέτει τεκμηρίωση τέτοια, ώστε να μη μπορεί να
αμφισβητηθεί η ορθότητά της. Οι πρόσφατες ανακοινώσεις στο διεθνές συνέδριο για
τους Πομάκους, που διεξήγαγε το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης στην Κομοτηνή
τον περασμένο Μάρτη, θα είναι καθοριστικές κατά την γνώμη μου στο θέμα αυτό.
Αναφέρομαι στις έρευνες γενετιστών γιατρών στο DNA των Πομάκων, που έδειξαν ότι η εθνοτική αυτή ομάδα είναι
γηγενής της Ροδόπης τουλάχιστον για τα δύο χιλιάδες τελευταία χρόνια. Το νέο
αυτό στοιχείο θέτει από την αρχή και πάλι το θέμα της ερώτησής σας, αλλά πάνω
σε μια καινούρια, αδιαμφισβήτητη, επιστημονική βάση. Μένει λοιπόν να
επαναξιολογηθούν αρχικά όλες οι ως τώρα εργασίες στο πλαίσιο όμως της βάσης
αυτής και θα δούμε ποιόν δρόμο θα μας δείξει η έρευνα.
ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΟΥ
ΜΠΕΚΤΑΣΙΚΟΥ ΤΕΚΕ ΤΟΥ ΧΑΣΙΠ ΜΠΑΜΠΑ
Στο βιβλίο σας
δημοσιεύετε ορισμένα φορολογικά κατάστιχα και απογραφές του Οθωμανικού κράτους
από την περιοχή μας. Τι πληροφορίες μπορεί να αντλήσει ο ιστορικός από αυτά
σχετικά με την ιστορία της Ξάνθης και των οικισμών της περιοχής της;
Τα στοιχεία αυτά είναι ποικίλα και ενδιαφέροντα. Μπορεί
λοιπόν να δει κανείς το μέγεθος του πληθυσμού της και την κοινωνική του
σύνθεση: το έτος 1493: 345 οικογένειες συνολικά. Την περίοδο 1480-1510: 650
οικογένειες συνολικά, 17% μουσουλμανικές και 83% χριστιανικές. Το έτος 1530:
615 φορολογούμενοι οικογενειάρχες συνολικά,
2.45% μουσουλμάνοι και 70.55% χριστιανοί. Μπορεί επίσης μέσα από
συγκρίσεις να συνάγει τον διαρκή αστικό χαρακτήρα του οικισμού και να
διαπιστώσει τα υψηλά φορολογικά του έσοδα, καθώς και να πληροφορηθεί για το
μέγεθος και τις ονομασίες του οικιστικού δικτύου της διοικητικής της περιοχής.
Ανάλογα με τα παραπάνω στατιστικά στοιχεία μπορεί να έχει και για τους
υπαγόμενους στην διοίκηση της πόλης οικισμούς, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα
τον σημαντικότερο οικισμό των Πομάκων της περιοχής, το σημερινό Ωραίο (Yassi
Eyran), που την περίοδο 1480-1510 αριθμούσε 139 φορολογούμενους οικογενειάρχες,
από τους οποίους 0.8% ήταν μουσουλμάνοι και 99.2% χριστιανοί.
Πηγή: xanthinet