«Η ιστορική διαδρομή των Πομάκων
και η γλωσσική τους κληρονομιά»
Νικόλαος Θ. Κόκκας
Οι Πομάκοι δεν αποτελούν ενιαία εθνοφυλετική ομάδα. Αρχίζουν
να διαφοροποιούνται από τους υπόλοιπους κατοίκους της Θράκης μετά τον
εξισλαμισμό τους. Οι Πομάκοι είναι απόγονοι των αρχαίων θρακικών φύλων. Τα
θρακικά φύλα δεν είχαν μόνιμη εγκατάσταση, αλλά λόγω ποιμενικού βίου ήταν
μετακινούμενα. Στην περιοχή της Ροδόπης
ζούσαν οι Βησσοί, οι Δίοι, οι Σαππαίοι.
Δεν είμαστε σε θέση να πούμε με
βεβαιότητα ποιου θρακικού φύλου απόγονοι είναι οι Πομάκοι. Από κάποιους
συγγραφείς συνδέθηκαν με τους αρχαίους Αγριάνες χωρίς επαρκή ιστορική
τεκμηρίωση. Οι Αγριάνες ή Αγράϊοι ή
Αγριεΐς ή Αγραίοι ήταν παιονικό φύλο που κατοικούσε στην πάνω
κοιλάδα του Στρυμόνα, μεταξύ Αίμου και Ροδόπης. Πήραν το όνομά τους από την
αρχαία λέξη «αγρός». Νεώτεροι συγγραφείς, όπως ο Πέτρος Γεωργαντζής, έχουν
επισημάνει ότι από τον 3ο αι π.Χ. και μετά δεν έχουμε ιστορικές
μαρτυρίες για τους Αγριάνες, ενώ δεν υπάρχουν ιστορικές πηγές που να συνδέουν
τους αρχαίους Αγραίους με τους Πομάκους.
Στα χρόνια του Βυζαντίου ο χώρος της Θράκης δέχθηκε τις
επιδρομές πολλών βαρβαρικών φύλων
(Γότθοι, Ούννοι, Σκλαβηνοί, Άβαροι, Σλάβοι, Βούλγαροι). Από αυτούς οι Σλάβοι
και οι Βούλγαροι επεδίωξαν, από τον 6ο αιώνα κι ύστερα, τη μόνιμη εγκατάστασή
τους και τη δημιουργία δικού τους κράτους ανάμεσα στο Δούναβη και τον Αίμο,
αλλά και τη διείσδυσή τους προς τη νότια Θράκη.
Ακολουθούν οι επιδρομές νέων
βαρβαρικών φύλων της στέπας, κυρίως των
Ούζων, των Πετσενέγκων και των Κουμάνων, οι οποίοι λεηλατούν και καταστρέφουν
τη Θράκη. Η περιοχή της Ροδόπης υπέφερε τα πάνδεινα επίσης από τις επιδρομές
Σκυθών (Ταταρομογγόλων) και Τούρκων που τη λεηλατούσαν.
Η εγκατάσταση αιρετικών χριστιανικών
ομάδων στη Ροδόπη ήδη από τους μέσους βυζαντινούς χρόνους αλλοίωσε την
πληθυσμιακή της σύνθεση. Ο Παυλικιανισμός ήταν χριστιανική αίρεση που
αναπτύχθηκε στη Μικρά Ασία από τον 7ο αιώνα και μετά. Ο
αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής (969-976) μετέφερε Παυλικιανούς από τη
Μικρά Ασία στην περιοχή της Φιλιππούπολης. Την ίδια εποχή εμφανίσθηκε
στη Βουλγαρία η αίρεση του Βογομιλισμού.
Χατζή Μπεκτάς Βελή
Στη διάδοση του Ισλάμ στα Βαλκάνια καθοριστικό ρόλο
έπαιξε ο Μπεκτασισμός. Οι μπεκτασήδες
ξεκίνησαν σαν ένα μουσουλμανικό μοναχικό τάγμα με ιδρυτή τον Χατζή Μπεκτάς Βελή
(περίπου 1209 - 1271), ο οποίος γεννήθηκε στην Περσία. Tο τυπικό της
λατρευτικής ζωής των μπεκτασήδων καθιερώθηκε στα τέλη του 15ου αιώνα από τον
Μπαλήμ Σουλτάν, ηγούμενο του μοναστηριού της Ρούσσας. Στο τάγμα των μπεκτασήδων
εντάχθηκαν όχι μόνο Μουσουλμάνοι αλλά και αιρετικοί Χριστιανοί της Μικράς Ασίας
(Νεστοριανοί, Παυλικιανοί κλπ). Σημειώνουμε ότι ακόμα και σήμερα οι περισσότεροι
Πομάκοι του Έβρου δεν είναι σουνίτες μουσουλμάνοι, αλλά μπεκτασήδες – αλεβίτες.
Σφαγές των Τούρκων στο Μπατάκ
Στον τελευταίο Ρωσο-τουρκικό πόλεμο (1877–78) η
Ρωσία έρχεται να βοηθήσει τη Βοσνία, την Ερζεγοβίνη και τη Βουλγαρία στον αγώνα
τους εναντίον των Τούρκων. Κατά τη διάρκεια των Ρωσσοτουρκικών πολέμων οι
Πομάκοι ήταν στο πλευρό των Τούρκων. Αναφέρεται και η συμμετοχή Πομάκων στις
σφαγές της πόλης Μπατάκ το 1876. Το Μάιο του 1876 οι κάτοικοι του Μπατάκ πολέμησαν σκληρά και κράτησαν απόρθητη την
πόλη τους για εννέα μέρες. Με την πτώση της πόλης του Μπατάκ, οι Τούρκοι
έσφαξαν όλους τους κατοίκους, σαν τιμωρία για την αντίσταση που προέβαλαν. Οι
νεκροί της σφαγής του Μπατάκ υπολογίζονται σε 3.000-5.000 άτομα, ανεξαρτήτως
φύλου και ηλικίας. Οι αντιδράσεις των Ευρωπαίων ήταν έντονες. Ο William
Gladstone έγραψε ένα έντονο κείμενο για
τις «τουρκικές θηριωδίες στη Βουλγαρία» με το οποίο ζητούσε την αποχώρηση των
Τούρκων από τη Βαλκανική χερσόνησο.
Οι στρατιωτικές συγκρούσεις κατά τη
διάρκεια του Ρωσο-τουρκικού πολέμου του 1877-8 προκάλεσαν μεγάλο μεταναστευτικό
κύμα ανάμεσα στο μουσουλμανικό πληθυσμό
στη βόρεια Βουλγαρία. Κατευθύνθηκαν προς τα νότια, όσο το δυνατόν πιο μακριά
από τις στρατιωτικές αψιμαχίες. Η μετανάστευση των Πομάκων από τη βόρεια Βουλγαρία
συνεχίστηκε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα.
Το 1879 αναφορά στους Πομάκους κάνει
ο Μιντχάτ Πασά (1822-1884), κυβερνήτης του βιλαετίου του Δούναβη και αργότερα
μεγάλος βεζίρης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Σε άρθρο του με τίτλο «Η Τουρκία, το παρελθόν της, το παρόν της και το
μέλλον της» που δημοσιεύεται στη γαλλική επιθεώρηση La revue scientifique
γράφει για τους Πομάκους ότι προσηλυτίστηκαν στη θρησκεία του Ισλάμ κατά την
εποχή της οθωμανικής κατάκτησης.
2. Οι ονομασίες «Αχριάνοι» και «Πομάκοι»
Πολλές θεωρίες έχουν διατυπωθεί σχετικά με την εθνική καταγωγή των
Πομάκων. Με βάση τις ιστορικές πηγές μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι οι
Πομάκοι είναι απόγονοι ντόπιων χριστιανών κατοίκων της Ροδόπης οι οποίοι
εξισλαμίστηκαν βίαια.
Ami Boué
Η ονομασία «Πομάκοι», που καταγράφεται για πρώτη φορά από το Γάλλο Ami Boué
(1840) σε περιοδεία του στα Βαλκάνια το 1839, αρχίζει να χρησιμοποιείται
ευρύτερα στις Οθωμανικές πηγές μετά το Ρωσο-Τουρκικό πόλεμο του 1877-78. Πριν
από την ονομασία αυτή διαδεδομένη ήταν η ονομασία Αχριγιάν αναφορικά με τους
εξισλαμισμένους κατοίκους της Ροδόπης.
Οι βασικές ερμηνείες του όρου
«Πομάκοι» συνδέουν τη λέξη με το ουσιαστικό «πομαγκάτσι»= βοηθοί των Οθωμανών, με
τη λέξη «μομάκ» (παλικάρι), τη λέξη
Πατσινάκ (Πετσενέγκος), τη λέξη «ποτουρνάκ»(εκτουρκισμένος), τη λέξη «ποιμήν», το
αρχαίο θρακικό τοπωνύμιο Πόμα, την αρχαία ελληνική λέξη «πόμαξ» (= πότης), τη
λέξη «απόμαχος» ή «ιππομάχος» (συνδέοντας τους Πομάκους με πολεμιστές του
Μεγάλου Αλεξάνδρου).
Οι κυριότερες ετυμολογικές προσεγγίσεις για τον όρο «Αχριάνοι» συνδέουν
την ονομασία με τη λέξη «αγαρηνοί», με
το βυζαντινό θέμα της Αχριδούς, με την περιοχή Αχή Τσελεμπή (Σμόλιαν), με το
αρχαίο θρακικό φύλο Αγριάνες, με το τουρκο-αραβικό ahara-yana (ο τελευταίος που ασπάστηκε το Ισλάμ), με το
παλαιοσλαβικό ohreyan ( άξεστος) ή
τέλος με τη λέξη ahir που στον πληθυντικό αριθμό γίνεται
ahiryan>ahriyan, (οι τελευταίοι μουσουλμάνοι).
Πρέπει να επισημανθεί ότι μετά το 15ο
αιώνα η λέξη Αχριάν / Αχιργιάν εμφανίζεται όχι ως εθνοφυλετικός ή γεωγραφικός
προσδιορισμός αλλά υποτιμητικά με θρησκευτική έννοια, προσδιορίζοντας αυτούς
που έχουν αποκλίνουσες θρησκευτικές ιδέες. Η παλαιότερη γνωστή μαρτυρία της
ονομασίας Αχριάνες ανάγεται στο 1424 και αποδίδεται ως μομφή στους αιρετικούς
Μπεκτασήδες μουσουλμάνους της Δοβρουτσάς, οπαδούς του Σαρή Σαλτίκ. Οι σουνίτες
μουσουλμάνοι τους κατηγορούσαν ότι εγκατέλειψαν τη μουσουλμανική θρησκεία και
έλεγαν ότι έγιναν “murtedd ve ahriyan” . H λέξη “mürted” ή “mürtet” στα τουρκικά σημαίνει «εξωμότης,
αρνησίθρησκος, αποστάτης».
Εβλιγιά Τσελεμπή
Το 17ο αιώνα ο περιηγητής
Εβλιγιά Τσελεμπή έγραφε: «οι Αχριγιάν ήταν εξισλαμισμένοι χριστιανοί που
προέρχονταν από Ρωμιούς, οι οποίοι διατηρούν πολλές χριστιανικές δοξασίες»
προσθέτοντας ότι «Αχριγιάν υπήρχαν στη Βόρεια Θράκη, στον Τύρναβο της Θεσσαλίας
και στην Πελοπόννησο». Βλέπουμε λοιπόν πως η ονομασία «Αχριάν» δεν υπήρχε μόνο
στους Πομάκους της Ροδόπης αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές της Βαλκανικής για
αυτούς που αλλαξοπίστησαν.
Γενίτσαροι
3. Ο εξισλαμισμός των Πομάκων
Ο εξισλαμισμός των Πομάκων δεν ήταν
αποτέλεσμα μιας απλής διοικητικής πράξης. Ήταν μια αργή διαδικασία που διήρκεσε
πολλούς αιώνες και κορυφώθηκε κατά το 17ο αιώνα. Η προέλαση των Τούρκων στη
Θράκη, τη Μακεδονία, τη Ρούμελη και το Μοριά βάφτηκε με το αίμα χιλιάδων
χριστιανών. Ο βίαιος εξισλαμισμός των χριστιανών ξεκινούσε από μικρή ηλικία. Το
νέο στρατιωτικό σώμα (Yeni Çeri=νέος
στρατός) δημιουργήθηκε από εφήβους χριστιανούς αιχμαλώτους και απετέλεσε μεγάλη
μάστιγα για τους χριστιανικούς πληθυσμούς.
Μεχμέτ Κιοπρουλού
Στην περιοχή της Ροδόπης οι Πομάκοι
δέχτηκαν τη Μωαμεθανική θρησκεία γύρω στα τέλη του 17ου αιώνα, στα χρόνια του
σουλτάνου Μεχμέτ IV και του μεγάλου βεζίρη
Μεχμέτ Κιοπρουλού (1656-1661). Πομάκοι πρόκριτοι γνωστοποιούν στο μητροπολίτη
Φιλιππουπόλεως Γαβριήλ (1636-1672) την απόφασή τους να προσχωρήσουν στο Ισλάμ.
Την περίοδο αυτή κατεδαφίστηκαν στην περιοχή της Ροδόπης 218 εκκλησίες και 336
παρεκκλήσια.
Σημειώνεται πως κατά την επίσκεψη του
μοναχού Παχώμιου Ρουσάνου (1508-1553)
στην Ξάνθη γύρω στο 1550 έξι έως εννέα χωριά της ορεινής Ξάνθης είχαν
ήδη στραφεί προς το Ισλάμ.Ο διακεκριμένος αυτός θεολόγος και λόγιος Παχώμιος
Ρουσάνος επισημαίνει πως πολλοί χριστιανοί από χωριά της ορεινής Ξάνθης έγιναν
μουσουλμάνοι «διά τα τέλη», δηλαδή για να ξεφύγουν από τη δυσβάστακτη φορολογία
που επέβαλαν οι Οθωμανικές αρχές στο χριστιανικό πληθυσμό. Μας πληροφορεί
επίσης ότι οι εξισλαμισμένοι κάτοικοι της ορεινής Ξάνθης το 16ο αιώνα
ασχολούνταν με την καλλιέργεια δημητριακών, την κτηνοτροφία και το εμπόριο
ξυλείας και κατέβαιναν από τα χωριά τους στην πόλη της Ξάνθης για να πουλήσουν ξύλα
και δαμάσκηνα.
«Ἐν τοῖς αὑτοῖς ὁρίοις πλησίον ὀρειναί τινες κῶμαι βουλγαρικαί ποτε μετὰ
τοῦ αὐτῶν ἱερέως αὐτόμολοι διὰ τὰ τέλη προσῆλθον τῇ ἀθέῳ θρησκείᾳ, καί ἐστι
τούτους ἰδεῖν ἐν κώμει Ξανθείᾳ περιπατούντας καὶ ἐπιφερομένους ἐν πήραις δαδία
καὶ ὀρόμηλα καὶ ταῦτ’ ἀνταλλάττοντας κρόκης καὶ ἐτέρων χρειῶν». -Σ. Λάμπρου Νέος Ελληνομνήμων 1916,
τ. 16, σ. 56-57.
Το χριστιανικό παρελθόν της περιοχής που
ονομάζουμε σήμερα Πομακοχώρια μαρτυρείται και από την προφορική παράδοση
των Πομάκων. Χαρακτηριστική είναι η
παράδοση της ομαδικής αυτοκτονίας των κοριτσιών (αντίστοιχης με το χορό του
Ζαλόγγου) για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων. Η παράδοση αναφέρεται σε
πολλές περιοχές στα πομακοχώρια της Ξάνθης: στη θέσηΜόμσκι Κάμεν στα βόρεια του
χωριού Ωραίον. Στη θέση Γκουλέμ Κάμεν στη Γλαύκη, στο Μόμτσκι Κάμεν στην
Κοτάνη, στην τοποθεσία Μαρίνα κοντά στην Αιώρα, στο βράχο Τσερβέν Κάμεν στη
Μάνταινα, καθώς και κοντά στο χωριό Πάχνη.
4. Η γλωσσική κληρονομιά των Πομάκων
Το βασικό στοιχείο που διαφοροποιεί τους Πομάκους από τις δύο άλλες
ομάδες της μειονότητας (τουρκόφωνους και Ρομά) είναι η γλώσσα τους. Μιλούν ένα
παλαιοσλαβονικό ιδίωμα που έχει αρκετές ομοιότητες με τις άλλες νοτιοσλαβικές
γλώσσες. Ενώ είναι φανερό πως υπάρχουν πολλά δάνεια στο επίπεδο του
λεξιλογίου από την τουρκική και την ελληνική,
υπάρχουν και σημαντικές διαφοροποιήσεις και από τις δύο αυτές γλώσσες.
Περισσότερες ομοιότητες υπάρχουν με τις νοτιοσλαβικές γλώσσες (βουλγαρική,
σερβική). Η γλώσσα των Πομάκων δεν υπήρχε σε γραπτή μορφή μέχρι το 1995 και
εξακολουθεί και σήμερα να μεταδίδεται κυρίως προφορικά.
Όμως, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει
αρκετές καταγραφές της Πομακικής γλώσσας καθώς και συγκριτικές γλωσσολογικές
μελέτες και αναλύσεις των τοπικών ιδιωμάτων. Στις πρόσφατες εκδόσεις που αφορούν την
πομακική γλώσσα γίνεται συνήθως παράλληλη χρήση του ελληνικού και του λατινικού
αλφαβήτου, με την πρόσθεση ορισμένων συμβόλων για την ορθότερη απόδοση
ορισμένων φθόγγων.
Πέτρος Θεοχαρίδης
Τα πρώτα βήματα της
καταγραφής της πομακικής έγιναν πριν από σαράντα χρόνια. Ήταν τότε που ο Πέτρος
Θεοχαρίδης, δάσκαλος στον Εχίνο άρχισε να καταγράφει συστηματικά τον
παραδοσιακό πολιτισμό των κατοίκων της οροσειράς της Ροδόπης. Το βιβλίο του
«Πομάκοι, οι Μουσουλμάνοι της Ροδόπης» εκδόθηκε το 1995.
Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η
πρωτοβουλία του Πολιτιστικού Αναπτυξιακού Κέντρου Θράκης (ΠΑΚΕΘΡΑ) να
προχωρήσει το 2003 στη διοργάνωση μαθημάτων πομακικής γλώσσας και στην έκδοση
σχετικών εγχειριδίων.
Η ζωντανή κληρονομιά
της πομακικής γλώσσας αναδεικνύεται μέσα από τη συγκριτική προσέγγιση της
ελληνικής και πομακικής παροιμιολογίας.
Η σύγκριση των παροιμιακών εκφράσεων μας δείχνει ένα σύνολο κοινών
χαρακτηριστικών γνωρισμάτων, με πολλές πομακικές παροιμίες να έχουν τις ρίζες
τους στην αρχαία ελληνική αρχαιότητα και στην Αγία Γραφή.
5. Νεώτερη Πολιτική Πραγματικότητα
Ο 20ος αιώνας βρίσκει τους
Πομάκους σκορπισμένους στα Βαλκάνια, δίχως ενιαία εθνοτική ταυτότητα. Μετά τη
λήξη του Β’ Βαλκανικού πολέμου το 1913 η Δυτική Θράκη έμεινε στην Βουλγαρία,
συμπεριλαμβάνοντας το μεγαλύτερο μέρος των Πομάκων.
Το 1923 υπογράφηκε στη Λωζάννη η
Σύμβαση περί Ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, από την
οποία εξαιρέθηκαν όλοι οι Μουσουλμάνοι της δυτικής Θράκης. Για τους
μουσουλμάνους που απέμειναν στη Θράκη, η Συνθήκη της Λωζάννης προέβλεπε σχολική
εκπαίδευση στη μητρική τους γλώσσα, κάτι που στην πράξη δεν εφαρμόστηκε για
τους Πομάκους και τους Ρoμά και ίσχυσε μόνο για τους τουρκόφωνους.
Το 1936 δημιουργήθηκαν οι Eπιτηρούμενες Zώνες , από την ορεινή Θράκη μέχρι την
Ήπειρο. Οι κύριες περιοχές κατοικίας των Πομάκων έγιναν απαγορευμένες και
ελεγχόμενες με μπάρες. Για την είσοδο στις περιοχές αυτές χρειαζόταν ειδική
άδεια από την αστυνομία. Οι Επιτηρούμενες Ζώνες ατόνησαν για να καταργηθούν το
1995 από τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης Γεράσιμο Αρσένη στις 17/11/1995.
Με το Μορφωτικό Πρωτόκολλο του 1951
εισήχθη στα μειονοτικά σχολεία και άρχισε να ακολουθείται το εκπαιδευτικό
πρόγραμμα του τουρκικού Υπουργείου Παιδείας.
Το 1954 τίθεται σε ισχύ ο νόμος «Περί
τουρκικής μειονότητος Θράκης», με τον οποίο η ελληνική διοίκηση επέβαλε
την ονομασία «τουρκικός», καταργώντας
την ονομασία «μουσουλμανικός», που
αναγνωρίζει η Συνθήκη της Λωζάννης.
Για χάρη της συνοχής του ΝΑΤΟ και του
καλού κλίματος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι ελληνικές κυβερνήσεις
παρέβλεπαν παράτυπες κινήσεις του τουρκικού προξενείου, ενώ ενώπιον του
κινδύνου του βουλγαρικού κομμουνισμού, οι Πομάκοι αφέθηκαν ουσιαστικά στα χέρια
της τουρκικής προπαγάνδας.
Τα τελευταία χρόνια, στα τζαμιά της
Θράκης η ισλαμική θρησκεία χρησιμοποιείται ως όργανο για την εξυπηρέτηση
εθνικιστικών στόχων κάτι που εκφράζεται
με απειλές και άσκηση ψυχολογικής βίας προς όσους μιλούν για μία διακριτή
ταυτότητα για τους Ρομά ή τους Πομάκους. Η Τουρκία επιδιώκει να παρέμβει στη
Θράκη, όχι για να υποστηρίξει την ελληνική πολιτική ισονομίας και ισοπολιτείας,
αλλά για να την υπονομεύσει στοχεύοντας στην αύξηση της απομόνωσης της
μουσουλμανικής μειονότητας και την περιχαράκωσή της γύρω από το τουρκικό
προξενείο της Κομοτηνής.
Οι ίδιοι οι Πομάκοι αρνούνται να
μπουν στη διαδικασία του οριστικού αυτοπροσδιορισμού και απέναντι στις
προσπάθειες ταυτοποίησης τους απαντούν
με άρνηση της μισαλλοδοξίας και
φιλοευρωπαϊκό προσανατολισμό.
6. Η σημερινή πραγματικότητα
Ο σεβασμός της
μητρικής γλώσσας των Πομάκων αποτελεί χρέος της ελληνικής πολιτείας, η οποία
οφείλει να προστατεύσει τη γλωσσική και πολιτιστική τους κληρονομιά απέναντι
στον οδοστρωτήρα του εκτουρκισμού που έχει θεσμοθετηθεί μέσα από τη μειονοτική
εκπαίδευση, η οποία επιβάλλει τη χρήση της τουρκικής γλώσσας στους Έλληνες
μουσουλμάνους της Θράκης.
Το ελληνικό κράτος πολλές φορές είναι
άτολμο στο να χαράξει μία εκπαιδευτική στρατηγική με άξονα τις εθνικές
προτεραιότητες και όχι φοβικά συμπλέγματα. Δυστυχώς παρατηρούμε τα τελευταία
χρόνια αυτά τα φοβικά συμπλέγματα να εξαπλώνονται τόσο στο μουσουλμανικό όσο
και στο χριστιανικό πληθυσμό της Θράκης κυρίως σε σχέση με τη χειραγώγηση της
μειονοτικής ψήφου.
Μπορούμε, όμως να είμαστε αισιόδοξοι
καθώς είναι πλέον πολλοί οι Πομάκοι που εκφράζονται ελεύθερα υπερνικώντας την ψυχολογική
βία που τους ασκείται καθημερινά. Αψηφώντας το απαρτχάιντ της μειονοτικής
εκπαίδευσης, όλο και περισσότεροι Πομάκοι εγκαταλείπουν τα μειονοτικά σχολεία
και γράφουν τα παιδιά τους στα δημόσια δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια της
Θράκης.
Είναι οι Πομάκοι, που έχουν συνείδηση
της καταγωγής τους και υπερασπίζονται το δικαίωμά τους να μιλούν τη μητρική
τους γλώσσα και να διατηρούν τις πατρογονικές τους παραδόσεις. Οι νέοι Έλληνες Πομάκοι, με αρετή, τόλμη και
δύναμη ψυχής, αγωνίζονται σήμερα να μορφωθούν, να γνωρίσουν την ιστορία τους
και να διατηρήσουν τη γλωσσική και την πολιτιστική τους κληρονομιά.
* Εισήγηση στην ημερίδα με θέμα: «Εθνική Γλωσσική Κληρονομιά». Ξάνθη, Ξενοδοχείο «Ελισσώ» Σάββατο 29 Αυγούστου 2015.