Κυριακή 11 Ιουνίου 2017

Πέτρος Γεωργαντζής: Πτυχές της ιστορίας των Πομάκων


Πέτρου Γεωργαντζή

Σύντομες πτυχές της ιστορίας της Ροδόπης
και των Ροδοπαίων (Πομάκων) στο διάβα των αιώνων

Ομιλία κατά την παρουσίαση του βιβλίου του Σεμπαϊδήν Καράχοτζα
«Μεταφράσεις ελληνικής και αγγλικής ποίησης στην Πομακική γλώσσα».


Κυρίες και Κύριοι,
Αρχικά και εκ προοιμίου θέλω  να συγχαρώ τον κ. Καραχότζα για την ωραία ποιητική μεταφραστική του εργασία και να του απονείμω τα εκ ψυχής εύσημα για την πρωτοποριακή αυτή του προσπάθεια, για την οποία στη συνέχεια θα μας μιλήσουν οι πλέον επαΐοντες, η οποία γκρεμίζει τείχη απροσπέλαστα μέχρι σήμερα και ανοίγει ορίζοντες πνευματικής ανέλιξης των Πομάκων. Ένα θερμό εύγε μέσα  από την ψυχή μου.
Θέλω να συγχαρώ και το Πολιτιστικό Σύλλογο των Πομάκων Ν. Ξάνθης που ανέλαβε την δαπάνη  εκδόσεως του εν λόγω πονήματος σε περίοδο κυριολεκτικά ισχνών αγελάδων όλων των Ελλήνων.
Εξ ιδίας πείρας καταθέτω ότι και ο συγγραφέας και οι εκδότες με την έκδοση αυτή αποδεικνύουν σε όλους μας το πόσο σπουδαίο πράγμα είναι να πιστεύει κανείς στον εαυτόν του και να μη διστάζει να τα βάζει με τις οποιεσδήποτε αντίξοες συνθήκες και καταστάσεις.
Ναι μπορεί πολλά να πέρασαν στο διάβα των αιώνων αλλά καθώς φυλλομετρώ τις σελίδες της ιστορίας της Θράκης διαπιστώνω με έκπληξη ότι αυτοί οι ορεσίβιοι Θράκες που σήμερα φέρουν την ονομασία Πομάκοι είναι πάντοτε οι αυτοί. Μπορεί να άλλαξαν ονομασίες, μπορεί να άλλαξαν γλώσσα ομιλίας, μπορεί να άλλαξαν εκούσια ή ακούσια θρησκευτικές δοξασίες και πεποιθήσεις αλλά  στο DNA τους παρέμειναν οι αυτοί.  Προχθές, χθες, σήμερα και αύριο. Είναι οι αυτοί στο χαρακτήρα και στα ψυχικά τους γνωρίσματα.
Αν μπορούσαμε να έχουμε το DNA  των πρώτων Θρακών ή έστω των Ομηρικών και κλασικών χρόνων για να το συγκρίνουμε με  το DNA  των σημερινών Πομάκων πιστεύω ακράδαντα ότι θα διαπιστώναμε πλήρη ταύτιση. Διαχρονικά είναι το αυτό αναλλοίωτο και αμετάβλητο σαν τα αιώνια βουνά τους σαν την ωραία Ροδόπη της οποίας είναι παιδιά και θρέμματα από αμνημονεύτων χρόνων.
Συγγραφέας και εκδότες  μου θυμίζουν αλλά και μου φέρνουν στη μνήμη μου  τις  διαχρονικές μαρτυρίες που απαντώ για τους κατοίκους της Ροδόπης μέσα στα κατά καιρούς ιστορικά κείμενα από την αρχαιότητα μέχρι το χθες και το σήμερα.
Το να επιχειρηθεί μια ιστορική εκδίπλωση της ιστορίας των ανθρώπων αυτών μέσα στο κύλισμα  30 περίπου αιώνων μέσα σε ελάχιστα λεπτά που έχω στη διάθεσή μου είναι φύσει αδύνατον.
Εν ριπή πολυβόλου θα προσπαθήσω να σταχυολογήσω μερικές οριακές στιγμές ή μεταβολές που είχαν και έχουν συνέπεια μέχρι και σήμερα.
Από αμνημονεύτων χρόνων από το λυκαυγές του μύθου και της προϊστορίας  αυτοί ορεσίβιοι Ροδοπαίοι ζούσαν αυτοκέφαλοι με ίδιους  άρχοντες και κυβερνήτες ή βασιλείς αυτόνομοι και δυσμαχώτατοι αείποτε υπάρχοντες
Πρώτοι οι οποίοι επεχείρησαν να τους υποτάξουν ήταν οι Πέρσες του Ξέρξη αλλά  ουδέν επέτυχαν. Γνωστό είναι το κείμενο του Ηροδότου «Σάτραι δὲ οὐδενός κω ἀνθρώπων ὑπήκοοι ἐγένοντο ὅσον ἡμεῖς ἴδμεν, ἀλλὰ διατελέουσι τὸ μέχρι ἐμέο αἰεὶ ἐόντες ἐλεύθεροι μοῦνοι Θρηίκων· οἰκέουσί τε γὰρ ὄρεα ὑψηλά, ἴδῃσί τε παντοίῃσι καὶ χιόνι συνηρεφέα, καί εἰσι τὰ πολέμια ἄκροι. Οὗτοι οἱ τοῦ Διονύσου τὸ μαντήιόν εἰσι ἐκτημένοι· »

Και ο Θουκυδίδης θα πει ότι « αὐτόνομοι δ' εἰσὶ πάντες οι Θράκες» και αλλού «τῶν ὀρεινῶν Θρᾳκῶν πολλοὺς τῶν αὐτονόμων καὶ μαχαιροφόρων, οἳ Δῖοι καλοῦνται, τὴν ῾Ροδόπην οἱ πλεῖστοι οἰκοῦντες»

Αργότερα, ως Αγριάνες και Θράκες συνέπραξαν με τον Μ. Αλέξανδρο και  του πρόσφεραν μεγάλες υπηρεσίες  τόσο εναντίον των Ιλλυρίων όσο και μάλιστα στην εκστρατεία του προς στην Ασία, στην οποία αναδείχθηκαν το κατ εξοχή έμπιστο και αφοσιωμένο σώμα του στρατηλάτη, χαρακτηριζόμενοι  ως «εταίροι» δηλ ως αφοσιωμένοι σωματοφύλακες του και  «ευρωστότατοι και μαχιμώτατοι των κατά την Ευρώπην».
Στα μετέπειτα χρόνια των διαδόχων του Αλεξάνδρου παρέμειναν πάλι ανυπότακτοι και ελεύθεροι και διατήρησαν την αυτονομία τους υπό δικούς  τους βασιλείς μέχρι το 46 μ. Χ. δηλ. για 200 ολόκληρα χρόνια μετά την υποδούλωση της υπόλοιπης Ελλάδας στους Ρωμαίους.
Τότε για πρώτη φορά έγιναν υπήκοοι της Ρώμης υποχρεούμενοι μόνον στην καταβολή της φορολογίας της υποτέλειάς τους αλλά και έχοντες το δικαίωμα της στρατεύσεώς τους στις ρωμαϊκές λεγεώνες.
Πάντα όμως παρέμεναν φύσει ελεύθεροι επάνω στα βουνά τους χωρίς να γνωρίζουν ζυγό υποτέλειας.
Κατά τη πρωτοβυζαντινή εποχή  λίγο-λίγο εντάσσονται στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της αυτοκρατορίας. Παύουν πλέον τα επί μέρους ονόματα (Αγριάνες, Σάτρες, κ.λπ.) Μόνο  μέχρι τα χρόνια του Αναστασίου Α΄ περί το 500 αναφέρονται οι Βεσσοί.
Έκτοτε καμιά ονομασία από τις παλιές φυλετικές ονομασίες τους δεν αναφέρονται στις ιστορικές πηγές.

Διοικητική διαίρεση της Θράκης και σπουδαιότερες Γοτθικές επιδρομές 
κατά τους 3ο και 4ο μ.Χ. αιώνες.

Στους αιώνες των μεγάλων μετακινήσεων των λαών 4 έως 7 αιώνα κατά τους οποίους η Βυζαντινή αυτοκρατορία δέχθηκε αλλεπάλληλες εισροές βαρβαρικών λαών, η Ροδόπη παρέμεινε ανεπηρέαστη, προφυλαγμένη στην απομόνωσή της, γιατί όλοι  οι βαρβαρικοί λαοί (Γότθοι. Ούννοι,  Σκλαβηνοί, Άβαροι κ.λπ) απέβλεπαν στο να λεηλατήσουν, να καταστρέψουν, θύσουν και να αρπάξουν και να μεταφέρουν στα βόρεια του Δούναβη μέρη τους. όσα ήταν στους ευκολοδιάβατους δρόμους των πεδινών περιοχών.
Προβλήματα αρχίζουν να έχουν μόνον όταν οι Βυζαντινοί επέτρεψαν να εγκατασταθούν στην μεταξύ του Δούναβη και του Αίμου χώρα οι Βούλγαροι, οι οποίοι όμως μόλις ισχυροποιήθηκαν  επιχειρούσαν αλλεπάλληλες επιδρομές και νότια του Αίμου, στην κοιλάδα του Έβρου, φθάνοντας μέχρι την Αδριανούπολη και την Κωνσταντινούπολη (Κρούμος , Συμεών, Σαμουήλ).

Σπουδαιότερες βαρβαρικές επιδρομές στη Θράκη 
κατά τον 5ο και 6ο αιώνες μ.Χ.

Αυτή την περίοδο 7ο έως 10 αι. οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες θέλοντας να  ενισχύσουν τα βόρεια σύνορα της αυτοκρατορίας από αυτές τις αλλεπάλληλες ληστρικές επιδρομές των Βουλγάρων, κατά περιόδους μετέφεραν μεγάλες μάζες  πληθυσμού από τα βάθη τη Μ. Ασίας και τους εγκαθιστούσαν στην κοιλάδα του άνω Έβρου (Φιλιππούπολη) και τις ένθεν και ένθεν αυτής  οροσειρές του Αίμου και της Ροδόπης.
Αυτοί όλοι οι πληθυσμοί ήταν ως επί το πλείστον αιρετικοί χριστιανοί και ονομάζονταν γενικά Παυλικιανοί ή Μεσσαλιανοί ή Μανιχαίοι.
Μάλιστα τόσοι πολλοί ήταν αυτοί οι Παυλικιανοί αιρετικοί που  εγκαταστάθηκαν στον Αίμο ώστε από την ονομασία τους το εν λόγο όρος  αργότερα κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας άτυπα μεν αλλά αργά-αργά  καθιερώθηκε  να ονομάζεται Βαϊλακάν ντάγ ή Βαλκάν και εξ αυτού και όλη η χερσόνησος από χερσόνησος του Αίμου σε Βαλκανική χερσόνησο. Αλλά και στη Ροδόπη δεν ήταν λιγότεροι, αφού μαρτυρούνται να υπάρχουν σ αυτή ως Μανιχαίοι ή Μεσσαλιανοί, τόσο κατά τα χρόνια του Αλεξίου Κομνηνού περί το 1100, όσο και περί το 1315, Ολοι αυτοί οι νέοι κάτοικοι με την πάροδο των χρόνων με επιγαμίες συγγένεψαν με τους παλαιούς Ροδοπαίους και στη συνέχεια αποτέλεσαν ένα αμάλγαμα, μια νέα φυλετική οντότητα,  που διατηρείται μέχρι τώρα.
Κατά τα λοιπά καθ’ όλο αυτό όμως το μακρύ διάστημα της βυζαντινής αυτοκρατορίας, δηλ.  για  900 περίπου χρόνια οι Ροδοπαίοι Θράκες παρέμειναν σχεδόν ανόθευτοι και ανενόχλητοι προφυλαγμένοι από επιδρομές και λεηλασίες στα ψηλά βουνά, όπου έκτιζαν τις αετοφωλιές τους, όντας φοβεροί πολεμιστές, ώστε η Άννα Κομνηνή να τους χαρακτηρίσει ως «…. ἐκθυμοτάτους ἄνδρας καὶ δριμὺ κατὰ τῶν ἐχθρῶν πνέοντας. …..».

950-1543 μ.Χ.

  Αλλ΄ ενώ μέχρι το 1186 μ.Χ. οι Ροδοπαίοι ζούσαν σε σχετική ηρεμία και ασφάλεια, τότε με την ανασύσταση του  βουλγαρικού κράτους οι Βούλγαροι αρχίζουν τις αλλεπάλληλες επιδρομές. Ξεκινώντας  από την βόρεια του Αίμου παλιά Βουλγαρία και εκμεταλλευόμενοι την βυζαντινή αδυναμία, λόγω εμφυλίων σπαραγμών, ξεχύθηκαν στην κοιλάδα του Άνω Έβρου και τη Ροδόπη, φθάνοντας  μέχρι και τα Άβδηρα και το Παγγαίο. Πρώτα με τον τσάρο Ιβαγκός και στη συνέχεια με τον Σκυλογιάννη ή Ρωμαιοκτόνο  κάνουν επιδρομές, λεηλασίες και καταστροφές πόλεων και φρουρίων. Τους ανθισταμένους  Έλληνες που αιχμαλώτιζαν τους έσφαζαν επί τόπου η κατά την ώρα της διασκέδασής τους διαμελίζοντάς τους από επάνω μέχρι κάτω, εκτός από εκείνους που από υπολογισμό, η δειλία  έλεγαν ότι είναι ομόφυλοί τους. Αυτούς τους χάριζαν τη ζωή . Ταυτόχρονα υποχρέωναν όλους τους κατοίκους της Ροδόπης να  μάθουν να μιλούν τη βουλγαρική γλώσσα.
Βέβαια οι  επιδρομείς τελικά απωθήθηκαν  πέραν του Αίμου αλλά ήδη άρχισαν να δημιουργούν  θύλακες μέσα στην οροσειρά της Ροδόπης
Επακολούθησε η άλωση της Πόλης από τους Φράγκους και μια περίοδος της Φραγκοκρατίας  57 ετών κατά την οποία οι Βούλγαροι και πάλι επωφεληθέντες από την αναστάτωση επέδραμαν προς τα χωριά και τα φρούρια της Ροδόπης και προσπάθησαν να ενισχύσουν τα ερείσματα που είχαν δημιουργήσει  μπροστά από μερικές δεκαετίες. Οι πιέσεις προς τους κατοίκους της υπαίθρου Ροδόπης ήταν αφόρητες προκειμένου να παύσουν να μιλούν την ελληνική γλώσσα και να  χρησιμοποιούν στις επικοινωνίες τους μόνον τη βουλγαρική.
Γενικά επί 150 και πλέον χρόνια, δηλ από το 1200 έως το 1350 η Ροδόπη και οι κάτοικοι της η Ροδόπη έγινε μήλο έριδος ανάμεσα στους Βουλγάρους που προσπαθούσαν να κατέβουν, ακόμη και διά πυρός και σιδήρου όλο και νοτιότερα και τους Βυζαντινούς Έλληνες που προσπαθούσαν να απωθήσουν τους Βουλγάρους πέραν από τον Αίμο.
Καθ΄ όλο αυτό το διάστημα όπως μας λέγει ο ιστορικός Ακροπολίτης οι Ροδοπαίοι παρά τις πιέσεις και τις θυσίες προτιμούσαν να ζουν «αδέσποτοι»  Συγκεκριμένα έγραφε «ἀδέσποτοι τὸν πάντα βίον διατελεῖν αἱρούμενοι»,
Πολλάκις κατελήφθησαν από τους Βουλγάρους που με κάθε μέσο και τρόπο προσπαθούσαν να προσεταιρισθούν τους Ροδοπαίους στην φυλή τους ,έστω  γλωσσικά. Αυτοί όμως παρά τις καταπιέσεις για μεγάλα διαστήματα αρνούνταν και αντιδρούσαν. Χαρακτηριστική είναι η απάντηση που έδωσαν οι Μελενικιώτες Ροδοπαίοι στους Βουλγάρους  —«…..ἡμεῖς πάντες καὶ ἐκ Φιλιππουπόλεως  ὁρμώμεθα, καθαροὶ τὸ γένος ῾Ρωμαῖοι < εσμέν>  και ὅ τε γὰρ ἡμέτερος χῶρος τῇ τῶν ῾Ρωμαίων προσήκει ἀρχῇ ἄλλως τε καὶ ὁ τῶν ῾Ρωμαίων βασιλεὺς ἀληθῶς καὶ ἐν ἡμῖν δικαιοῦται»
Θέλετε και κάποια σωματικά τους χαρακτηριστικά των Ροδοπαίων προγόνων σας ; Ιδού τι συμπληρώνει ο ίδιος ιστορικές  «ἄνδρες εὐσταλεῖς τε καὶ ἔντιμοι κἀκ μόνης θέας αἰδοῦς καὶ τιμῆς ἄξιοι, τυγχάνοντες»·
Δυστυχώς όμως ό,τι δεν μπόρεσαν να επιτύχουν οι Βούλγαροι με τις επιδρομές και τις καταπιέσεις τους τελικά το προσέφεραν σ΄ αυτούς οι ίδιοι οι Έλληνες Βυζαντινοί, οι οποίοι ενεπλάκησαν σε εμφύλιους πολέμους αρχικά μεταξύ παππού Ανδρονίκου Β΄ και εγγονού  Ανδρονίκου Γ΄ και στη συνέχεια μεταξύ Ιωάννου Ε΄ και του Ιωάννου Καντακουζηνού  κατά τους οποίους  οι  αντιμαχόμενοι για τον αυτοκρατορικό θρόνο  προκειμένου να λάβουν στρατιωτική βοήθεια εκ μέρους των Βουλγάρων, (και των Τούρκων βεβαίως), τους προσέφεραν διάφορα φρούρια και πόλεις όχι μόνον βόρεια της Φιλιππουπόλεως αλλά και την ίδια την Φιλιππούπολη και σ΄αυτήν ακόμη ολόκληρη την οροσειρά της Ροδόπης, από την οποία μαρτυρούνται να  εκχωρήθηκαν στους Βουλγάρους 12 φρούρια και πόλεις. Σε τέτοιο βαθμό παράνοιας έφθασαν ώστε εκχώρησε ο Καντακουζηνός ακόμη και τα βόρεια προαστιακά φρούρια της Ξάνθης Αγ. Ειρήνη (σημερινό Ωραίο ) και Ποβισδός αλλά και την ίδια την Ξάνθη η οποία για ένα διάστημα κάποιων μηνών   έγινε πρωτεύουσα ενός εφήμερου βουλγαρικού κράτους  του Μομτσίλου.
Έτσι οι κάτοικοι όλων αυτών των περιοχών εκόντες άκοντες ξέχασαν λίγο – λίγο την ελληνική γλώσσα και έμαθαν ένα κράμα  βουλγαρικής και ελληνικής, τη  γνωστή μας σήμερα ως Πομακική γλώσσα.

--------

Ο 14ος όμως αιώνας  δεν ήταν αιώνας μόνον  της βουλγαρικής διεισδύσεως στη Βόρεια Θράκη και τη Ροδόπη. Ταυτόχρονα ήταν και ο αιώνας της  αποβάσεως και επελάσεως του Τούρκων από την Μ. Ασία προς τη Θράκη. Αρχικά ως σύμμαχοι των αντιπάλων  βυζαντινών παρατάξεων που αλληλομάχονταν για τον θρόνο και την εξουσία και έπειτα για επιδρομές αρπαγές λεηλασίες, καταστροφές και σφαγές του χριστιανικού πληθυσμού.
Τότε λοιπόν σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες και αιματηρότερες επιδρομές αρχικά των ατάκτων Τούρκων (Ακιντζίδων) και στη συνέχεια των σουλτανικων στρατευμάτων προς τη Θράκη και η συνεχής προέλαση των στιφών αυτών προς το εσωτερικό της χώρας και στη συνέχεια προς την υπόλοιπη Ρωμανία, την  Ελλάδα, την καθόλου χερσόνησο του Αίμου και την Ευρώπη γενικότερα.  Επί εκατόν και πλέον χρόνια οι Τούρκοι έκαμναν αλλεπάλληλες επιδρομές προς τη Θράκη.  Έσφαζαν, λεηλατούσαν, άρπαζαν, αιχμαλώτιζαν, έκαιαν και ισοπέδωναν ό,τι απαντούσαν στο δρόμο τους.
 Όλη η Θράκη και πριν ακόμη κατακτηθεί οριστικά από τούς Τούρκους παρουσίαζε εικόνα μιας ερειπωμένης και ερημωμένης ήδη χώρας.  Ο λαός απογοητευμένος, ακοκαμωμένος και κουρασμένος από τούς συνεχείς πολέμους και συνεχείς εναλλαγές κυριαρχίας, οι οποίες μόνο θύματα, αποκαΐδια και συμφορές επισώρευαν σ αυτόν, είχε τόσο πολύ σκοτισθεί, ώστε νόμιζε πώς μπορούσε να βρει τη γαλήνη και ενδεχομένως τη λύτρωση ! Κάτω από την  Οθωμανική κυριαρχία και εύχονταν πλέον να έλθει μια ώρα γρηγορότερο το αναμενόμενο.
 Άλλοι πωλούσαν η εγκατέλειπαν τα χωράφια τους και κατέφευγαν πίσω από τα τείχη των πόλεων η φρουρίων, ελπίζοντας ότι εκεί θα εύρισκαν σωτηρία και συνωθούνταν πτωχοί και αδύναμοι μέσα στις στενές και αποπνικτικές μεσαιωνικές πόλεις, και άλλοι κατέφευγαν στα ψηλά και απρόσιτα βουνά, στα οποία στήριζαν τις ελπίδες, γιατί πίστευαν ότι και ο κίνδυνος αυτός θα έλθει και θα παρέλθει σαν καλοκαιρινή καταιγίδα.
Γενικά μπορεί να πλεχθεί ότι πριν φθάσουν οι Τούρκοι σε μια περιοχή, η φήμη της αγριότητος αυτών και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της ζωής των ανθρώπων είχε δημιουργήσει ένα πνεύμα ηττοπάθειας, ώστε να παραλύσει κάθε διάθεση αντίστασης.
Είχαν ήδη ηττηθεί πριν καν πολεμήσουν. Είχαν ήδη παραδώσει τα όπλα πριν καν εμφανισθεί ο εχθρός.
 Αλλ’ εάν ο 14ος αιώνας είναι ο αιώνας των  Οθωμανικών επιδρομών και της καταλήψεως της υπό την Ροδόπην Αιγαιακής Θράκης από τούς Τούρκους, (με τελευταίο οχυρό, πού έπεσε στα χέρια των κατακτητών, την Ξάνθη) οι 15ος και 16ος αιώνες μπορούν να χαρακτηρισθούν ως οι αιώνες της εποικήσεως της χώρας αυτής από τούς Γιουρούκους, τούς Κονιάρους, τούς Ταρατομογγόλους, Κούρδους και Κιρκασίους, οι οποίοι σέ αλλεπάλληλα κύματα (άλλοτε εκούσια και άλλοτε διά τις βίας ως δούλοι η δουλοπάροικοι των σπαχήδων) διέβαιναν τα στενά του  Ελλησπόντου για να διασκορπισθούν στις απέραντες πεδιάδες της Ροδοπαίας Θράκης και να διασπαρούν στα τσιφλίκια-φέουδα των κατακτητών. Καραβάνια ολόκληρα και στρατιές αναρίθμητες άξεστων, απολίτιστων και σκληρών απογόνων της στέπας, στην αρχή μεμονωμένα και στη συνέχεια με προγράμματα και εντολές, ακόμη και των σουλτάνων, κατέφθαναν στη Θράκη και στη συνέχεια στη Μακεδονία, για να εξολοθρεύσουν τούς τελευταίους χριστιανούς πού επέμεναν να παραμένουν, χωρίς να εξισλαμίζονται, στις πατρογονικές εστίες τους η να τούς απωθήσουν προς τις αφιλόξενες και άγονες περιοχές (ορεινές η ημιορεινές), στις οποίες τίποτε η σχεδόν τίποτε δεν μπορούσε να καλλιεργηθεί και ευδοκιμήσει [Μ.Τ. Gökbilgin, Rumeli[de Υürkler, Tatarlar,ve Evlad i Fatihan, Istanbul 1957, σ. 350-351, όπου χάρτης εγκαταστάσεως των Τούρκων εποίκων κατά περιοχές της Θράκης, Μακεδονίας αλλά και της σημερινής Βουλγαρίας] η να τούς μετακινήσουν προς το εσωτερικό της Μ.  Ασίας, για να χαθούν για πάντα ανάμεσα στα βάρβαρα στίφη πού κατέκλυζαν ήδη τα βάθη της  Ανατολίας.
 Έτσι οι έποικοι πού ήλθαν στη Θράκη  μόνον κατά τον 14ο ήδη αιώνα  από τη Μπίγα, το Κάρασι και το Αϊδίνι υπολογίζονταν σε 10.000. Με την επιδρομή δε του Τιμούρ Λέγκ (Ταμερλάνου) (αρχές 15ου αιώνος) το ρεύμα των εποίκων αυξήθηκε κατακόρυφα, για να συστηματοποιηθεί και πολλαπλασιασθεί στη συνέχεια ακόμη και με σουλτανικές εντολές μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνος.
Κύριος στόχος αυτής της μετακινήσεως των πολυπληθών Γιουρούκων από τα βάθη της ανατολής προς την Ευρώπη και ειδικότερα τη Θράκη, ήταν να αναπληρωθούν τα εργατικά χέρια για την καλλιέργεια των απεράντων πεδινών εκτάσεων της εν λόγω χώρας, πού έπαυσαν να υφίστανται μετά τη σφαγή και τον ξολοθρεμό των παλαιών γηγενών - χριστιανών κατοίκων της. Κοντά όμως σ αυτό απέβλεπε τόσο στην εδραίωση και εξασφάλιση της   Οθωμανικής κυριαρχίας στην περιοχή, όσο και στο να επιτευχθεί, κατά το δυνατόν ταχύτερα και πληρέστερα, ο εξισλαμισμός και εκτουρκισμός των κατοίκων.
 H μόνη περιοχή  πού έμεινε απρόσβλητη και ανόθευτη απ αυτό το παλιρροϊκό κύμα (τσουνάμι) των επήλυδων (Γιουρούκων, Κονιάρων κ.λπ) ήταν η ορεινή περιοχή της Ροδόπης, όπου σύμφωνα και με τις μελέτες και συμπεράσματα του Τούρκου καθηγητού της  Ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως Μ.Τ. Gökbilgin δεν διείσδυσαν οι επήλυδες, διότι δεν προσφέρονταν για καλλιέργεια και πλούσια εκμετάλλευση.
Οι ορεσίβιοι αυτοί κάτοικοι της Ροδόπης, οι Ροδοπαίοι, αποτραβηγμένοι και απομονωμένοι στις ψηλές βουνοπλαγιές, στις αετοφωλιές του, έμειναν για αιώνες αυτοί πού ήταν ανέκαθεν, ατόφιοι και ανόθευτοι, χωρίς να συγχρωτίζονται με τούς κατοίκους της πεδινής υπαίθρου.  Ίσως και η  Οθωμανική εξουσία δεν είχε καιρό να ασχοληθεί μαζί τους. Τούς άφησε να φυτοζωούν, ως παρίες, στο περιθώριο της δικής τους ραστώνης και νωχέλειας.

  Αλλ’ εάν  οι 14ος και 15ος αιώνες είναι οι αιώνες του εξωτερικού εποικισμού της Θράκης και της μοιραίας δημογραφικής - φυλετικής αλλοιώσεως του μέχρι τότε ελληνικού και χριστιανικού στοιχείου της, ο 16ος και μάλιστα ο 17ος αιώνας είναι οι αιώνες της θρησκευτικής καταπιέσεως των χριστιανών και της εξωμόσεως (αλλαξοπιστίας) και του εξισλαμισμού των κατοίκων της. Κατά χιλιάδες μαρτυρούνται να προσηλυτίσθηκαν τότε στο μουσουλμανισμό και να εξώμοσαν.
Βέβαια οι προσπάθειες των φανατικών μουσουλμάνων προς προσέλκυση  και μεταστροφή των χριστιανών στον ισλαμισμό της αυτοκρατορίας (εκούσια η βίαια) είχαν αρχίσει πολύ ενωρίτερα (από τον 14ο αι.)  και εντάθηκαν από τα χρόνια του Σελήμ Α΄ (1512-1520)  αλλά κατ εξοχήν κορυφώθηκαν κατά τον 17ο αιώνα με ποικίλες μεθόδους, μέσα και εκβιασμούς η υποσχέσεις και τάματα. Μετήλθαν ποικίλα μέσα και πιέσεις οι κατακτητές για να εξισλαμίσουν τούς χριστιανούς της χώρας και μάλιστα της υπαίθρου.
Λίγο-λίγο η πεδινή περιοχή της Θράκης μετέβαλε εντελώς όψη.  Η πεδιάδα γέμισε από επήλυδες «Γιουρούκους» και εξισλαμισμένους χριστιανούς και εκεί όπου άλλοτε υψώνονταν χριστιανικοί ναοί και καμπαναριά τώρα εμφανίσθηκαν τζαμιά και μιναρέδες. Κοντά σ αυτά δημιουργήθηκαν καραβάν-σεράγια, ιμαρέτια, τεκέδες κ.λπ.
  Αλλά οι κατακτητές δεν αρκέσθηκαν μόνον στη κατοχή και δημογραφική αλλοίωση της πεδινής χώρας. Μετά την εδραίωσή τους στις πεδινές περιοχές και την πνευματική άλωση και αλλοίωση αυτής, στη συνέχεια στράφηκαν και προς τούς Ροδοπαίους κατοίκους και τούς ωθούσαν, πίεζαν η παρότρυναν προς εξισλαμισμό. Οι κατακτητές μετήλθαν αφόρητα καταπιεστικά μέτρα (όπως α) δυσβάστακτο κεφαλικό φόρο (χαράτζι) απ’ όλους εν γένει τούς ραγιάδες, άνδρες και γυναίκες, ακόμη και παιδιά, β) την «αποδεκάτωσιν των παίδων» (το παιδομάζωμα) ώστε να συλλέγονται ακόμη και οι μονογενείς, γ) το στρατιωτικό φόρο (από όλους τούς άρρενες κατοίκους από ηλικίας 12 ετών έως και του πιο γέρου), δ) τη δεκάτη στα προϊόντα της γης και του κόπου τους, κ.λ.π.) ε) το «σουρσάτ» (φόρος για διατήρηση του σουλτάνου και του στρατού ς) το «κιουρέκ αξεσή» (προς διατήρηση του στόλου), ζ) το «αβαρήζ» (προς διατήρηση των αρχόντων), η) το «αβέ αξεσή» (φόρος προς διασκέδαση του σουλτάνου) προς όλους τούς υποτελείς (ραγιάδες) ακόμη δε και προς  αυτούς τούς «γιασίκιδες ραγιάδες»  (ευτελείς υποτελείς), πού δεν είχαν ούτε κριθάρι για να ζήσουν. Ταυτόχρονα όμως τούς έδιναν δελεαστικές υποσχέσεις αλλά και προνομιακές απαλλαγές από τις φορολογικές επιβαρύνσεις έως και την υπόσχεση για εξίσωση στη νομή της εξουσίας και του πλούτου, εάν ήθελαν και αποφάσιζαν να αλλαξοπιστήσουν.
Μπροστά σ’ όλες αυτές τις καταπιέσεις και τα δελεάσματα οι  Ροδοπαιοι κάτοικοι δεν άντεξαν και λύγισαν.  Έτσι περί το 1660  στην πλειονότητά τους εξώμοσαν και αλλαξοπίστησαν.
Υπέκυψαν μοιραία στον προσηλυτισμό προς τον μουσουλμανισμό, πού με «αγιαστικό» πάθος διενεργούσαν ζηλωτές δερβίσηδες Μπεκτασίδες, περιερχόμενοι από χωριό σε χωριό και από «μαχαλά σε μαχαλά» αν όχι από σπίτι σε σπίτι.
Η αντοχή τους έφθασε στα άκρα και η πνευματική αντίσταση των Ροδοπαίων στους εκβιασμούς η τις παχυλές υποσχέσεις των κατακτητών λύγισε κυρίως κατά την εποχή του σουλτάνου Μεχμέτ Δ΄, όταν ο μεγάλος Βεζύρης Μεχμέτ Κιοπρολου, σύμφωνα με τον Δοσίθεο Πατρ. Ιεροσολύμων
«έρριψε δοσίματα τεσσαρακονταπλάσια των προτέρων στους χριστιανούς>. Όθεν επτώχυναν οι χριστιανοί εις όλην την ηγεμονίαν και έλειψαν σχολεία, εσβέσθησαν μοναστήρια, ηρημώθησαν χώρες, έλειψαν οι ιερείς και δη αρνηθήκασιν αναρίθμητοι χριστιανοί παρά ποτέ».
 Εάν οι άλλοι χριστιανοί «επτώχυναν» οι Ροδοπαίοι ασφαλώς έφθασαν στην απόγνωση. Λύγισαν μπροστά στην ανέχεια, την πείνα, τις στερήσεις και τον κίνδυνο της γενοκτονίας και το φάσμα του πλήρους αφανισμού τους από λιμοκτονία.
 Εν όψει λοιπόν του κινδύνου να εξολοθρευθούν από τις στερήσεις αυτοί και τα παιδιά τους, υπέκυψαν στο δέλεαρ και μετά από αλλεπάλληλες σκέψεις και συσκέψεις αποφάσισαν να δηλώσουν ότι δέχονται να αλλαξοπιστήσουν. Τότε (περί το 1660)  συγκεντρώθηκαν οι πρόκριτοι κάθε χωριού η «μαχαλά» και όλοι μαζί μετέβησαν στη Φιλιππούπολη, όπου δήλωσαν ότι μεταστρέφονται στον μουσουλμανισμό και τέλεσαν δημόσια την περιτομή.
Το ιστορικό της εξωμόσεως και αλλαξοπιστίας των Ροδοπαίων (η άλλως Πομάκων) εξιστορεί ως εξής ο ιστορικός Jirecek Slavtschew:
«..Oι φύλαρχοι, Πομάκοι, οι κοινοτάρχες και οι πρόκριτοί τους κατέβηκαν μαζί με τούς παπάδες από τη Ροδόπη στη Φιλιππούπολη και παρουσιάσθηκαν στις πολιτικές και θρησκευτικές αρχές των Τούρκων στο διοικητήριο (κονάκι) και εδήλωσαν την αμετάκλητη απόφασή τους να προσχωρήσουν στο Μωαμεθανισμό.   Ο διοικητής φοβήθηκε το σκάνδαλο και τούς παρέπεμψε στον τότε μητροπολίτη Φιλιππουπόλεως Γαβριήλ (1636-1672).[ Αλλά μάταια προσπάθησε, κατηχώντας τους, να τούς μεταπείσει ο μητροπολίτης.  Η περιτομή (το σουνέτ) όλων των αντιπροσώπων έγινε πανηγυρικά- σύμφωνα με την ελληνική παράδοση- στο παλιό τζαμί κοντά στο διοικητήριο του Σαχ Μεντίν πασά (]ιμαρέτ) και κατόπιν  αφού γύρισαν στις πατρίδες τους, εκσλαμίσθηκαν και οι λοιποί ομόφυλοί τους. Τότε κατεδαφίσθηκαν πάνω στη Ροδόπη 218 εκκλησιές και 336 μοναστήρια (σ.σ. ίσως παρεκκλήσια)».
Βέβαια δε σημαίνει ότι τότε όλοι ανεξαιρέτως οι Ροδοπαίοι «ομοθυμαδόν» και διά μιας απαρνήθηκαν το χριστιανισμό και ασπάσθηκαν τον ισλαμισμό. Για πολλές δεκαετίες και αιώνες ολόκληρους πολλοί από αυτούς εξακολούθησαν, σε πείσμα των συνθηκών διαβιώσεως αλλά και των συγγενών, φίλων και συγχωριανών τους, να παραμένουν χριστιανοί, αλλά δυστυχώς η πλειονότητα υπέκυψε στις ανάγκες της ζωής και όχι στα πιστεύω της νέας τους θρησκείας. 
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο εξισλαμισμός των Ροδοπαίων έλαβε χώρα κατά κύριο λόγο από τους Μπεκτασίδες Δερβίσηδες, οι οποίοι όμως εδίδασκαν ένα είδος μουσουλμανισμού ανάμικτου με πολλά στοιχεία χριστιανισμού. Θα λέγαμε ότι ήταν μόνον ένας επιφανειακός εξισλαμισμός, καθώς  διατήρησαν πολλές χριστιανικές τους δοξασίες,
Μόνον εξωτερικά είχαν αλλαξοπιστήσει. Ουσιαστικά όμως δεν έπαυαν να είναι χριστιανοί η έστω κρυπτοχριστιανοί, και να κρατούν χριστιανικά έθιμα. Και αυτό κράτησε πολύ. Αιώνες ολόκληρους. Το έβλεπαν και το διαπίστωναν καθημερινά οι ορθόδοξοι-φανατικοί μουσουλμάνοι κατακτητές και αγανακτούσαν. Γι  αυτό με κάθε τρόπο απέφευγαν τούς Ροδοπαίους ως ψευτομουσουλμάνους. Τους αποκαλούσαν υβριστικά Ahiryan (Αχιργιάν η  Αχριάνους), δηλ. αχρείους, βρώμικους, τιποτένιους, ετερόδοξους, αλλόθρησκους η «πομάκ» πού σημαίνει τον διά της βίας εξισλαμισμένο
Χαρακτηριστικά  ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή  τους αποκαλούσε Αχριάνες  και έγραφε «Οι  Αχριάνοι ήταν εξισλαμισμένοι χριστιανοί, πού όμως διατηρούσαν και πολλές χριστιανικές δοξασίες  και συμπλήρωνε «Μήτε χριστιανοί μήτε μουσουλμάνοι ήσαν, μήτε τζαμί μήτε εκκλησία έχοντες» 
Αντίστροφα  όμως και οι Αχριάνες ή Πομάκοι αποκαλούσαν τους επήλυδες Τούρκους μουσουλμάνους του κάμπου δηλ. τους Σουνίτες ως Τσικάκηδες και χάσμα μέγα υπήρχε ανάμεσα στους μεν και τους δε ώστε όχι μόνον  επιγαμίες δεν γινόντουσαν αλλ΄ ούτε καν καταδέχονταν οι σουνίτες να συνομιλούν με τους Πομάκους .
Θα πρέπει ακόμη να καταθέσω ότι όπως  ομολογούν και σημερινοί Ροδοπαίοι με τους οποίους έτυχε να συνομιλήσω, σε στιγμές αυτοκριτικής,  ανοίγματος της ψυχής  και ειλικρινούς εξαγορεύσεως,   πολλοί προπάτορές τους αντιστάθηκαν με πείσμα και επιμονή σ αυτή την ενέργεια της εξωμόσεως, φθάνοντας και σε πράξεις αυτοκτονίας-αυτοθυσίας τα δε τα παιδιά, τα εγγόνια και δισέγγονά τους διατήρησαν, (αν δεν διατηρούν ακόμη και σήμερα) ως κόρη οφθαλμού, την πατρογονική τους πίστη, έστω με τη μορφή του κρυπτοχριστιανισμού. Μάλιστα αρκετοί από αυτούς διατηρούσαν όχι μόνον την πίστη τους αλλά και κάποια δείγματα της αρχικής τους πίστεως (σταυρούς, εικονίσματα, φυλακτά, παραδόσεις π.χ. του σταυρώματος του ψωμιού), αλλά και λατρευτικά αντικείμενα (άμφια, δισκοπότηρα, εξαπτέρυγα, θυμιατά) μέσα στα μπαούλα τους επί αιώνες ολοκλήρους, τα οποία τα άνοιγαν που και που για να τα τιμήσουν αλλά και να θρηνήσουν κατά μόνας για την «κατάντιά τους» !! Δεν θα προχωρήσω περισσότερο γιατί σέβομαι  το απόρρητο των εξαγορεύσεών τους.
Εν πάση περιπτώσει ακόμη και σήμερα υφίστανται τοπωνύμια (όπως τσέρκοβο (εκκλησία), Θεοτόκοβο Σταματάτσκο, Κώστοβα, Μαρίν(α) τεπέ, Αγιάν(νη) τεπέ, Μιχάλογλου τεπέ, Παπά  Ασκή, Ορλώφ κάμεν (βράχος), Κωνσταντίνα λοφ, Παράσκοβο,  Αράχοβα, Γιοβάνοβο, αλλά και  Γιασή Ορέν (Αγία Ειρήνη)) τα οποία προσεπιμαρτυρούν την προϊστορία και την παράδοση του τόπου και των κατοίκων αυτών.

Σήμερα όμως επιχειρείται η ένταξή τους στον Σουνιτισμό και δι’ αυτού η ένταξή τους στον Τουρκισμό, ο φυλετικός τους ευνουχισμός και η πνευματική και ιδιοπροσωπική αλλοτρίωση και η εξαφάνισή τους. Το τι μέλλει γενέσθαι οι ίδιοι θα το αποφασίσουν. Αν θα συνεχίσουν να  είναι  Ροδοπαίοι Πομάκοι ή θα αφήσουν τον εαυτόν τους να  αλλοτριωθεί και να εξαφανισθεί.

Κάπου εδώ αγαπητοί μου νομίζω ότι πρέπει να κλείσω και να παύσω του λόγου μου  για να παραδώσω την σκυτάλη στους κατ΄ εξοχήν ομιλητές της αποψινής τιμητικής ποιητικής  βραδιάς.
Κάμνοντας όμως μια σύντομη ανασκόπηση όλων αυτών μπορούμε να πούμε ότι οι Ροδοπαίοι  στο διάβα των αιώνων δέχθηκαν και πέρασαν πολλές δοκιμασίες και πολλές μεταμορφώσεις.  Αρχικά εντάχθηκαν στον ελληνικό πολιτισμό και τη Μακεδονική εξουσία, έπειτα υπό τη Ρωμαϊκή κυριαρχία, στη συνέχεια μέσα στη βυζαντινή αυτοκρατορία όπου όχι μόνον απέβαλαν τις παλιές ειδωλολατρικές τους δοξασίες και έγιναν χριστιανοί αλλά και απετέλεσαν για χίλια περίπου χρόνια τον κυματοθραύστη  απέναντι στη βουλγαρική βουλιμία να κατέβουν μέχρι το Αιγαίο πέλαγος. Τελικά υπέκυψαν σ΄ αυτούς γλωσσικά και στη συνέχεια όταν εξ ανατολών ήρθε το τσουνάμι των Οθωμανών υπέκυψαν και θρησκευτικά στη νέα αυτή λαίλαπα και εξισλαμίσθηκαν, έστω επιφανειακά. Παρέμειναν όμως και παραμένουν αείποτε οι ίδιοι. Αετοί που εξωτερικά μεταλλάσσονται αλλ΄ εσωτερικά παραμένουν οι ίδιοι. Θα έλεγα απροσάρμοστοι και αναλλοίωτοι, αυτόνομοι  και αυτοκέφαλοι, με δική τους αυτοπροσωπεία. Δικό τους DNA,  δική τους ψυχική ταυτότητα και έτσι εύχομαι να παραμείνουν για πάντα
Ζητώ συγγνώμη για τη μακρηγορία μου αλλά όσο κι  αν προσπάθησα να περικόψω  τα όσα ήθελα να σας πω δεν μπόρεσα να ξεφύγω από τον πειρασμό της ἀκρατης αδολεσχίας μου.
Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας και ιδού παύομαι του λόγου.