ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ
ΚΟΥΣΙΔΗ*
ΜΕΡΟΣ Α΄
Παρά
το προχωρημένο της ηλικίας μου δεν μπόρεσα να αντισταθώ στη νοσταλγία μου για
να επισκεφθώ για τελευταία φορά όλα εκείνα τα μέρη της ορεινής Ροδόπης όπου
υπηρέτησα ολόκληρη τη στρατιωτική θητεία μου. Μετά από τουλάχιστον μισό αιώνα
και συγκεκριμένα 1962-2017=55 χρόνια. ΄Εκανα το τόλμημα και αποφάσισα με τη
συνοδεία της γυναίκας μου να επισκεφθώ τους περισσότερους τόπους που γνώρισα
και βίωσα κατά τη διάρκεια της θητείας μου ως Δόκιμος Ανθυπολοχαγός στην
προκάλυψη της Ανατ. Ορεινής Ροδόπης σε ένα τμήμα της ομώνυμης οροσειράς στα
ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
Πριν
όμως περιγράψω την επίσκεψή μου στα Πομακοχώρια μετά από 55 χρόνια που την
θεωρώ προσκύνημα στους τόπους όπου ανάλωσα ένα σημαντικό μέρος της νιότης μου,
θα ήθελα να αναπτύξω το σύντομο στρατιωτικό ιστορικό μου.
Μετά
την προκαταρτική εκπαίδευσή μου στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων (ΚΕΝ)
Κορίνθου και την επιλογή μου ως
Υποψηφίου Εφέδρου Αξιωματικού (ΥΕΑ), έκανα τη βασική μου 6/μηνιαία εκπαίδευση
στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (ΣΕΑΠ) στο Ηράκλειο της Κρήτης. Στη
συνέχεια έκανα τη συμπληρωματική μου εκπαίδευση στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως
Καταδρομών (ΚΕΚ) Ρεντίνης δίπλα στη λίμνη Βόλβη Θεσσαλονίκης.
Από
εκεί πήρα τη Διατακτική να παρουσιαστώ στο 29ο Μηχανοκίνητο Σύνταγμα
που εδρεύει στην Κομοτηνή. Είμασταν μια παρέα με δύο Κομοτηναίους και έναν
Ξανθιώτη. Αλλά εκεί χώρισαν οι δρόμοι μας. Παρουσιαστήκαμε στον Συνταγματάρχη,
ο οποίος μας τοποθέτησε με την εξής λογική: Εσείς οι δύο Κομοτηναίοι θα
τοποθετηθείτε στο 558 Μηχανοκίνητο Τάγμα Διοίκησης και θα υπηρετήσετε στην
Κομοτηνή. Εσείς οι δύο θα τοποθετηθείτε και θα υπηρετήσετε στο 511 Τάγμα
Προκαλύψεως. Εμπρός λοιπόν να παρουσιαστείτε στους διοικητές σας. Χωρίς
καθυστέρηση παρουσιαστήκαμε στον Ταγματάρχη, ο οποίος μας τοποθέτησε με την
εξής λογική: Εσύ που είσαι από την Ξάνθη τοποθετείσαι στο Λόχο Νυμφαίας που συνορεύει
με την πατρίδα σου, κι εσύ που είσαι από τον ΄Εβρο τοποθετείσαι στον Λόχο
Τσαρδακλή που γειτνιάζει με τον νομό σας. Μετά από έξι μήνες θα φροντίσω να
κατεβείτε στην Κομοτηνή. Απευθυνόμενος σε εμένα είπε: Μεθαύριο πρωί στις 10
αναχωρεί η καναδέζα (στρατιωτικό όχημα) με τα ώνια για το Λόχο σου. Να είσαι
εδώ για να σε μεταφέρει στο Τσαρδακλή, στο ύψωμα Ακρίτας.
Τη
μεθεπόμενη ξεκινήσαμε με τις καλύτερες ανοιξιάτικες καιρικές προϋποθέσεις. ΄Οσο
η καναδέζα πορεύονταν σε ασφαλτοστρωμένους δρόμους και πεδινές εκτάσεις, μέχρι
το κεφαλοχώρι Φιλλύρα, δεν είχα καταλάβει κάτι από προκάλυψη. ΄Οταν όμως αρχίσαμε
να ανηφορίζουμε σε κακοτράχαλους χωματόδρομους και δασοσκέπαστες περιοχές,
περνώντας μέσα ή δίπλα από τα χωριά Δοκός, Σκιάδα, Δροσιά και Κάτω Βυρσίνη, τα
οποία όπως με ενημέρωσε ο υπαξιωματικός ωνίων επρόκειτο για Πομακοχώρια, άρχισα
να καταλαβαίνω ότι πορευόμαστε σε ορεινές εκτάσεις με μεγαλύτερη και πυκνότερη
δασοκάλυψη.
Μετά
από κοπιαστική διαδρομή φτάσαμε επιτέλους στην κορυφή του υψώματος
Τσαρδακλή-Ακρίτας όπου δέσποζε το κτηριακό συγκρότημα του Λόχου. ΄Ένα
επιβλητικό διοικητήριο στο πρώτο επίπεδο και κάπου κοντά ένα μικρό κτήριο
διαβιβάσεων. Στα υψηλότερα επίπεδα ήταν το κτήριο-κοιτώνας για τους
υπαξιωματικούς και τους στρατιώτες-οπλίτες και κάπου εκεί κοντά η αποθήκη, τα
μαγειρεία και το εστιατόριο του Λόχου.
ΜΕΡΟΣ Β΄
Μετά
την κοπιαστική άφιξή μας στο Λόχο παρουσιάστηκα αμέσως στον Λοχαγό-διοικητή και
έγιναν οι απαραίτητες γνωριμίες συστάσεις και οδηγίες για τα καθήκοντά μου ως
διμοιρίτη αξιωματικού. Με ενημέρωσε επίσης ότι στο Τσαρδακλή είχαμε μια δύναμη
διμοιρίας με περίπου 35 άνδρες υπαξιωματικούς και τυφεκιοφόρους. Μαζί με τους
μαγείρους, τους ημιονηγούς-μουλαράδες και ασυρματιστές-διαβιβαστές. Βέβαια τα
τηλέφωνα εκείνης της εποχής ήταν τα γνωστά χειροκίνητα καβουρντιστήρια με
μανιβέλα. Το χειμώνα που δεν μπορούσε το στρατιωτικό καμιόνι να ανεβεί στο
ύψωμα για ανεφοδιασμό, χρησιμοποιούσαμε πέντε μουλάρια με τους ημιονηγούς για
να μεταφέρουμε τα ώνια από τη Φιλλύρα ως την έδρα του Λόχου. Για τις έκτακτες
καταστάσεις αποκλεισμού υπήρχαν βέβαια στην αποθήκη εφεδρικές γαλέτες και
συντηρημένα τρόφιμα. Διαθέταμε επίσης και ένα άλογο για τις μετακινήσεις του
Λοχαγού.
Με
ενημέρωσαν επίσης ότι βορειότερα και πλησιέστερα προς τα σύνορα είχαμε τη
διμοιρία Καρδάμου με δύο φυλάκια επί της συνοριογραμμής, το ένα της Σαρακηνής
και το άλλο στην Κύμη. Στην βορειοανατολική πλευρά του Λόχου είχαμε τη διμοιρία
της Σμιγάδας με τα δύο συνοριακά φυλάκια, το Φαντάρος και το Τέσσερα. Συνολική
δύναμη του Λόχου προκαλύψεως με περίπου 100 άνδρες. Η περιοχή ευθύνης μας
χαρακτηρίζονταν επιτηρούμενη ζώνη,
όπου χρειάζονταν ειδική άδεια εισόδου από στρατιωτική υπηρεσία για όσους δεν
ήταν μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής και βορειότερα κοντά στα σύνορα ήταν απαγορευμένη ζώνη. Τότε τα σύνορά μας
φυλάσσονταν αυστηρώς και ενδελεχώς.
Ο
χειμώνας του 1962-63 ήταν ο βαρύτερος και δριμύτερος χειμώνας της εικοσαετίας.
Το χιόνι έφθασε μέχρι το ύψος των παραθύρων μας και δεν έλιωνε για πολλές
εβδομάδες. Ευτυχώς που οι Πομάκοι της περιοχής είχαν προμηθεύσει όλα τα φυλάκια
με δεκάδες τόνους ξύλα από μεσέδες και οι ξυλόσομπες δούλευαν μερόνυχτα και
ασταμάτητα.
Από
τη γνωριμία μου με τους Πομάκους αποκόμισα την εντύπωση πως πρόκειται για
φιλήσυχους, νομοταγείς και καλοπροαίρετους ανθρώπους. Φυλετικά και φυσιογνωμικά
καμία σχεδόν ομοιότητα με τους Τούρκους και τους Σλάβους και χρώμα δέρματος
καστανόξανθο χωρίς μογγολικά χαρακτηριστικά.
Μου
έκανε τρομερή εντύπωση ότι ενώ γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα και κυρίως
οι γυναίκες δεν μιλούσαν ούτε επαρκώς την Ελληνική. Ρώτησα αργότερα τον Μουχτάρ
(πρόεδρο) της Σμιγάδας να μου εξηγήσει το φαινόμενο και μου απάντησε ότι αυτό
οφείλεται σε πολλούς λόγους: Πρώτον, ότι τα παιδιά δεν τα στέλνουν κανονικά και
τακτικά στο σχολείο, γιατί τα χρησιμοποιούν ως τσοπανόπαιδα στα κοπάδια και
σε άλλες δουλειές. Δεύτερον, υπάρχει η
αναγκαστική τριγλωσσία στο σχολείο, όπου δεν μπορούν να μάθουν ταυτόχρονα την
Ελληνική και την Τουρκική ως ξένες γλώσσες και γι αυτό περιορίζονται στην
μητρική Πομακική. Τρίτον, ζουν απομονωμένοι από τον έξω κόσμο χωρίς επαφές και
επικοινωνίες και γι αυτό αναπαράγουν τη δική τους γλώσσα και τον πολιτισμό του
στενού κοινωνικού περιβάλλοντος.
Στις
ασχολίες των Πομάκων η καπνοκαλλιέργεια ήταν και είναι η κύρια και βασική σε
συνδυασμό με την κτηνοτροφία αιγοπροβάτων και κυρίως αιγών που μπορούν να
κινούνται και να τρέφονται ευκολότερα στα ανώμαλα εδάφη. Σε αναγκαίες ποσότητες
καλλιεργούσαν σιτάρι, σίκαλη, καλαμπόκι και πατάτες. Σε κάποιο βαθμό
ασχολούνται και με την υλοτομία. Ωστόσο, γενικά οι Πομάκοι συνιστούν μια
ξεχωριστή ορεινή μουσουλμανική πληθυσμιακή ομάδα της ορεινής Ροδόπης και Ξάνθης
που αντιστέκεται σθεναρά τόσο στον εκτουρκισμό όσο και στον εξελληνισμό.
ΜΕΡΟΣ Γ΄
Στα
μέσα του χειμώνα και στις αρχές του νέου έτους 1963 ο Λοχαγός με διέταξε να
μεταβώ, να εγκατασταθώ και να αναλάβω τη διμοιρία της Σμιγάδας για κάλυψη κενού
του προηγούμενου διμοιρίτη που πήρε απολυτήριο. Διαμαρτυρήθηκα έντονα και
ανθρώπινα αλλά με στρατιωτική πειθαρχία. Πήρα τηλέφωνο στον Ταγματάρχη και του
υπενθύμισα την υπόσχεσή του ότι θα με κατεβάσει στην Κομοτηνή. Αντί γι αυτό με
έστειλαν βορειότερα και μακρύτερα. Οι υπομονές μου στην απομόνωση και στη
μοναξιά ανάμεσα στα βουνά είχαν εξαντληθεί. ΄Εχουμε πολλές και επείγουσες
ανάγκες, κάνε κάποια υπομονή ακόμα, μου απάντησε ο Ταγματάρχης. Πήρα τα
πράγματά μου και πήγα να εγκατασταθώ στη διμοιρία της Σμιγάδας.
Ο
ανεφοδιασμός με ώνια της Σμιγάδας γίνονταν με στρατιωτικό όχημα μέχρι την
Οργάνη που είχε ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Από εκεί στο χωματόδρομο τα δύο μουλάρια
μας μετέφεραν τα τρόφιμα μέχρι τη διμοιρία. Τέλος έρχονταν δύο φαντάροι από κάθε
φυλάκιο για να παραλάβουν το δικό τους μερίδιο τροφίμων.
Μέχρι
να τελειώσει ο βαρύς χειμώνα ήμαστε αποκλεισμένοι στο στρατώνα του φυλακίου με
πολύ περιορισμένη επικοινωνία. Με τον ερχωμό της άνοιξης άρχισα τις συχνές
πεζοπορίες και επισκέψεις μου τόσο στα γειτονικά χωριά όσο και στα δύο φυλάκια
της διμοιρίας για να σπάσω τη ρουτίνα και να εκτονωθώ.
Μια
μέρα μου τηλεφώνησε ο Λοχαγός να μεταβώ με το μουλάρι φυσικά στην διμοιρία του
Καρδάμου, όπου έγινε ένα μικροατύχημα, και να του στείλω το πόρισμα. Πήγα το
συντομότερο. Διαπίστωσα ότι ο Δόκιμος διμοιρίτης είχε ξεχάσει ότι υπήρχε σφαίρα
στη θαλάμη από το 45/άρι πιστόλι του, το οποίο στην προσπάθειά του να το λύσει
και να το καθαρίσει λόγω επικείμενης επιθεώρησης από τον Ταγματάρχη, αυτό
εκπυρσοκρότησε με ευτυχή συνέπεια η σφαίρα (δηλαδή το μολύβι) να τρυπήσει
αναίμακτα το σαρκώδες μέρος από το αυτί ενός στρατιώτη. Ολοκλήρωσα το πόρισμα
και το έστειλα στον Λοχαγό.
Η
φυτική και ζωϊκή βιοποικιλότητα της περιοχής ήταν πλουσιότατη. Οι δασωμένες
εκτάσεις είχαν τεράστια ποικιλία θάμνων και δένδρων. ΄Ηταν τόσο πανύψηλα που
περπατούσε κανείς κάτω από τα δένδρα που έκρυβαν τον ήλιο. Υπήρχαν και ξέφωτα.
Εκτός από τα πουλιά μπορούσες να συναντήσεις κάθε είδους ζώο. Από ταπεινές
χελώνες και σκαντζόχοιρους μέχρι τους γοργοκίνητους σκίουρους, τους λαγούς και
τα αγριογούρουνα. Και όπου υπάρχουν φυτοφάγα υπάρχουν και σαρκοφάγα με λύκους,
τσακάλια και αλεπούδες. Ψηλότερα στις απάτητες βουνοκορφές διαβίωναν μέσα στα
δάση και λιγοστά ζαρκάδια αλλά και ελάχιστες αρκούδες με ελεύθερη διέλευση
συνόρων.
Την
εποχή εκείνη η Σμιγάδα είχε τη διμοιρία μας με 12 φαντάρους, είχε δημοτικό
σχολείο με δύο δασκάλους (΄Ελληνα και Τούρκο) αλλά και οικοκυρική σχολή
γυναικών με ειδικευμένη δασκάλα. Ωστόσο η περιοχή ήταν αποκλεισμένη και η
εγκατάλειψη διάχυτη. Συγκοινωνία προς την Κομοτηνή με ελάχιστα δρομολόγια μόνο
μέσω Οργάνης. Οι χωματόδρομοι ήταν διαβρωμένοι με λακκούβες και όταν έβρεχε ή
χιόνιζε γίνονταν δύσβατοι έως άβατοι ακόμα και για τα κάρα, τα μουλάρια και τα
γαϊδούρια, τα μέσα μεταφοράς της εποχής και της περιοχής.
΄Όχι
μόνο δεν με κατέβασαν ποτέ στην Κομοτηνή (εκτός από τις άδειές μου) αλλά όταν
φόρεσα το αστέρι του Ανθυπολοχαγού στα μέσα του καλοκαιριού μου ανέθεσαν,
σύμφωνα με ελληνοβουλγαρικό πρωτόκολλο, ως επικεφαλή συνεργείου για τον καθαρισμό
της ελληνικής συνοριογραμμής. Δηλαδή αποψίλωση της βλάστησης σε βάθος 5 μέτρων,
διάνοιξη της συνοριακής αύλακας από χώματα φύλλα και πέτρες και αποκατάσταση
φθορών στις συνοριακές πυραμίδες.
Τελικά
το φθινόπωρο του 1963 εξάντλησα όλη τη στρατιωτική θητεία μου και πήρα
απολυτήριο από τα όμορφα βουνά της Ροδόπης με τα Πομακοχώρια. Αλλά και όταν
πήρα ανακατάταξη μέχρι το διορισμό μου ως δασκάλου και πάλι στα σύνορα με
έστειλαν. Στα ΤΕΑ Δικαίων του Τριγώνου ΄Εβρου.
ΜΕΡΟΣ Δ΄ (Τελευταίο)
΄Ηταν
22 Σεπτεμβρίου 2017. Στο οδοιπορικό και στην επίσκεψή μας στα Πομακοχώρια
ακολουθήσαμε το δρομολόγιο προς την Σμιγάδα μέσω Σαπών. Αρριανών, Φιλλύρας, Καλλιντήριου,
Οργάνης και πολλών ενδιάμεσων χωριών και οικισμών. Ο ανηφορικός δρόμος προς τη
Σμιγάδα ακολουθούσε παράλληλη πορεία μιας ατέλειωτης ρεματιάς κατάφυτης από
καρυδιές, κερασιές και από την υπόλοιπη γνωστή χλωρίδα- βλάστηση της περιοχής.
Το
φθινόπωρο είναι περίοδος συγκομιδής του καπνού. Στα διπλανά από το δρόμο
χωράφια βλέπαμε τους καπνοπαραγωγούς να κάνουν τη συλλογή, το λεγόμενο σπάσιμο
των φύλλων, να τα δεματίζουν και να τα μεταφέρουν με τα τρακτέρ στα σπίτια
τους. Σε πολλές αυλές οι γυναίκες (κυρίως γερόντισσες) έκαναν το
αρμάθιασμα-βελόνιασμα με μια τεράστια βελόνα μισού μέτρου και με μακρύ σπάγκο.
Αυτές τις αρμαθιές τις κρεμούσαν για στέγνωμα στα υπόστεγα-ξηραντήρια. Η
ποικιλία καπνού μπασμάς αποτελεί σχεδόν μονοκαλλιέργεια και αποφέρει ακόμα και
σήμερα κάποιο επαρκές έσοδο στα φτωχά νοικοκυριά των Πομάκων αλλά και άλλων
παραγωγών των ημιορεινών και των πεδινών εκτάσεων της Ροδόπης.
Μετά
από κουραστική διαδρομή σε δρόμο με πολλές στροφές φτάσαμε στο κεφαλοχώρι της
περιοχής, την Οργάνη, αλλά την προσπεράσαμε και συνεχίσαμε σε χωματόδρομο μέχρι
τη Σμιγάδα.
Τελικά
φτάσαμε στην είσοδο του χωριού όπου μας περίμεναν δυσάρεστες εκπλήξεις. Μπροστά
μας ορθώνονταν τα κτήρια της πρώην διμοιρίας Σμιγάδας, όπου διαβίωσα 9 μήνες
περίπου από τη νεανική ζωή μου. Η καρδιά μου σκίρτησε από συγκίνηση. Αλλά η
απογοήτευση μου ήταν μεγάλη όταν προσπάθησα να περάσω την κεντρική πύλη του
στρατώνα. Η πύλη εισόδου ερμητικά κλειστή και ολόκληρο το προαύλιο περιφραγμένο
με συρματοπλέγματα. ΄Όλα τα κτήρια ήταν ανακαινισμένα αλλά κλειδωμένα και
έρημα.
Ρώτησα
κάποιους κατοίκους και με πληροφόρησαν πως μέχρι πριν δύο χρόνια λειτουργούσε
με μειωμένη δύναμη ως φυλάκιο αλλά από τότε έκλεισε οριστικά. Ρώτησα και είδα
με τα μάτια μου πως 55 χρόναι μετά δεν λειτουργούσε πλέον καμιά από τις
εκπαιδευτικές και κοινωνικές δομές. Στο φυλάκιο λουκέτο, τα σχολεία κλειστά και
τα ελάχιστα παιδιά μεταφέρονται στο Δημοτικό της Οργάνης. Ακόμα 18 σχολεία από
τα Πομακοχώρια έβαλαν λουκέτο τα τελευταία χρόνια.
Οι
εκπλήξεις δεν τελείωσαν εκεί. Από τη Σμιγάδα ακολουθώντας έναν χωματόδρομο
επισκεφθήκαμε για λίγο τον πρώην Λόχο Τσαρδακλή. Αλλά και εκεί η απογοήτευση
και η πικρία με κυρίευσαν. Παντού λουκέτα και ερημιά. Τα κτήρια του
συγκροτήματος ανακαινισμένα αλλά εγκαταλειμμένα θύμιζαν κάτι από την παλιά
αίγλη του ιστορικού Λόχου Τσαρδακλή. Σήμερα, μετά από υποβάθμιση σε Διμοιρία
Ακρίτας λέγεται Φυλάκιο Ακρίτας χωρίς έναν στρατιώτη.
Σκέφτηκα
μελαγχολικά γιατί κανείς δεν αποφάσισε να αξιοποιήσει τα κτήρια τόσο του Λόχου
όσο και των Διμοιριών Καρδάμου και Σμιγάδας. ΄Εμαθα πως μόνο η εκπαιδευτικός
Χαρά Νικοπούλου με τον άνδρα της επιχείρησαν πριν 3 χρόνια να λειτουργήσουν ένα
΄Ιδρυμα Φιλοξενίας Ορφανών Παιδιών αλλά τελικά σκόνταψαν σε ανυπέρβλητα
εμπόδια, σε προκαταλήψεις και σκοπιμότητες και εγκατέλειψαν.
Με
τη βεβαιότητα πλέον πως δεν υπάρχει ούτε ένας στρατιώτης στην προκάλυψη και ότι
τα σύνορά μας είναι αφύλακτα, επιστρέψαμε στη Σμιγάδα από τον ίδιο χωματόδρομο.
Με
ανάμεικτα συναισθήματα χαρμολύπης αρχίσαμε τον κατηφορικό δρόμο της επιστροφής,
με μια μικρή στάση στην Οργάνη για αναψυκτικό και διάλογο με τους γέροντες για
τα παλιά και τα μελλούμενα. Σε ψηλότερο πεζούλι οι γυναίκες παρατηρούσαν και
σχολίαζαν.
Αυτή
τη φορά δεν ακολουθήσαμε το ίδιο δρομολόγιο αλλά μέσω Γρατινής, Ροδίτη και
Κομοτηνής. Ακολουθώντας την Εγνατία τελειώσαμε το σύντομο οδοιπορικό μας στα
Πομακοχώρια και επιστρέψαμε στην Αλεξανδρούπολη με γεμάτα οξυγόνο και καθαρό
βουνίσιο αέρα τα πνευμόνια μας.
*Ο Παναγιώτης Κουσίδης είναι
συνταξιούχος δάσκαλος και αρθρογράφος στις εφημερίδες «Η ΓΝΩΜΗ» και «ΕΛΕΥΘΕΡΗ
ΘΡΑΚΗ»
της Αλεξανδρούπολης. Το 1962 - 63 υπηρέτησε ως έφεδρος
αξιωματικός στο Λόχο Τσαρδακλή (σήμερα Φυλάκιο Ακρίτας) και στη Διμοιρία της
Σμιγάδας.