Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

Ο Χριστιανισμός, οι Πομάκοι και η Ελλάδα


 Αναδημοσιεύουμε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο του π. Γρηγόριου Κωνσταντίνου:


ΠΟΜΑΚΟΙ:
ΠΟΣΟ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ;

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Αρχιμ. Γρηγόριος Κωνσταντίνου
Διδάκτωρ Θεολογίας


Η δυτική Θράκη είναι ένας χώρος στον οποίο συναντά κανείς  χριστιανούς και μουσουλμάνους [1]. Οι δεύτεροι προέρχονται από Τούρκους αλλά και εξισλαμισμένους λαούς της περιοχής. Μια τέτοια ξεχωριστή ομάδα που κατοικεί στη Ροδόπη είναι οι Πομάκοι [2].

Μετά τον καθορισμό των συνόρων ανάμεσα στην Ελλάδα, την Βουλγαρία και την Τουρκία, οι Πομάκοι μοιράστηκαν στις δύο πρώτες χώρες. Από την άποψη της εθνικής συνείδησης, έγιναν αντικείμενο διεκδίκησης και των τριών κρατών. Η κάθε μία χώρα, άλλη λιγότερο και άλλη περισσότερο, προσπαθεί να αποδείξει τη συγγένειά της με τους Πομάκους.

Η επιστημονική έρευνα των Πομάκων και η έλλειψη επαρκών ιστορικών δεδομένων γι’ αυτούς καθιστούν εξαιρετικά δύσκολο τον προσδιορισμό της προέλευσής τους. Κάποια από τα ιδιαίτερα στοιχεία τους, ομοιάζουν με αντίστοιχα ελληνικά [3]...

Ένα αρνητικό στοιχείο για τους Πομάκους ήταν η απομόνωσή τους, γεγονός που περιόρισε τις ευκαιρίες για μόρφωση, και εξέλιξη οικονομική – κοινωνική. Άλλωστε η επικοινωνία των ανθρώπων αυτών με τους άλλους πληθυσμούς ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Είχαν έντονη την αίσθηση της κατοχής ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών ως φυλής και έντονο το θρησκευτικό συναίσθημα για το μουσουλμανισμό. Πράγμα που τους ώθησε να διαμορφωθούν  ως μια κλειστή κοινωνία [4].

Ο πολιτισμός τους, η θρησκεία τους και κάποια στοιχεία κυρίως χριστιανικά, μπορούν να μελετηθούν μέσα από την επιτόπια έρευνα, καθώς επίσης πληροφορίες προσφέρουν και τα αποτελέσματα των αρχαιολογικών ανασκαφών στους χώρους της εγκατάστασής τους, που παρουσιάστηκαν από τη βουλγαρική κυρίως πλευρά. Επιπρόσθετα μένουν μέχρι σήμερα αναξιοποίητες οι αναφορές Γερμανών, που δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά της χώρας τους αφορώντας  τους Πομάκους του 19ου αιώνα [5].

Στην εποχή των Βαλκανικών πολέμων, οι Πομάκοι δραστηριοποιούνται έντονα για την διαφοροποίησή τους από τους Βούλγαρους και τους Τούρκους, ίσως όμως και για την αυτονομία τους, ή ακόμη περισσότερο για την αστική χάραξη των συνόρων στην περιοχή.

Οι Πομάκοι στον ελληνικό χώρο περιθωριοποιήθηκαν μετά τον εμφύλιο πόλεμο και θεωρήθηκαν ύποπτοι ως φιλικά προσκείμενοι προς τους Βούλγαρους, ένεκα του γλωσσικού ιδιώματος.

Η γλώσσα των Πομάκων ως τις ημέρες μας δεν ήταν καταγεγραμμένη. Γι’ αυτό και αρκετοί  επιστήμονες αποπειράθηκαν να ασχοληθούν με το θέμα αυτό, συντάσσοντας λεξικά, γραμματικές και συντακτικά, στοχεύοντας στη διατήρηση της αλλά και στην καταγραφή των πολιτιστικών στοιχείων τους [6].

Μέσα από τη μελέτη της ζωής και του πολιτισμού των Πομάκων παρατηρούνται και κάποια χριστιανικά στοιχεία που υιοθέτησαν και μετά τον εξισλαμισμό τους και που προκαλούν την έκπληξη του ερευνητή [7]. Η εργασία αυτή αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο δίνονται πληροφορίες για την ιστορία, την καταγωγή και τη γλώσσα τους.  Στο δεύτερο αναφέρεται ο εξισλαμισμός τους, ενώ στο τρίτο μελετώνται τα χριστιανικά στοιχεία των εξισλαμισμένων Πομάκων και των μπεκτασήδων Πομάκων.

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΠΟΜΑΚΩΝ
Η εγκατάσταση των Πομάκων στη Ροδόπη δεν αναφέρεται από κανένα ιστορικό ή χρονογράφο των αρχαίων ή των μέσων χρόνων. Θεωρούνται μόνιμοι κάτοικοι της Ροδόπης και γι’ αυτό το λόγο αποκαλούνται από αρκετούς μελετητές ως Ροδοπαίοι.

Το ζήτημα της καταγωγής των Πομάκων κλιμακωτά προσέλαβε εθνική χροιά με τις άμεσες ή απώτερες επιδιώξεις των ενδιαφερομένων κρατών, που ενεπλάκησαν δηλ. τόσο της Τουρκίας όσο και της Βουλγαρίας, επιδιώκοντας να αποδείξουν την κοινή ταυτότητα.

Η Βουλγαρική πολιτική και οι  Πομάκοι
Η Βουλγαρική πολιτική στηριζόταν στο στοιχείο της μικτής γλώσσας των Πομάκων, στην οποία παρατηρείται ότι οι Βουλγαρικές επιρροές υπερτερούν των Τουρκικών. Ο μεγαλύτερος όγκος της Βουλγαρικής ιστοριογραφίας αλλά και της λοιπής, επιστημονικής και μη, παρουσιάζει τους Πομάκους ως εξισλαμισμένους Βουλγάρους, ανάγοντας την καταγωγή τους σε σλαβικά φύλα, που είχαν αποικήσει στην περιοχή πολύ νωρίτερα. Η άλλη άποψη για το θέμα αυτό θέλει τους Πομάκους να προέρχονται από τους Κιργισίους [8].

Κατά την άποψη των Βουλγάρων οι Πομάκοι είναι οι πιο γνωστοί Σλάβοι, που δεν αναμείχθηκαν με άλλες Βαλκανικές φυλές. Η προσπάθεια αυτή συνοδεύεται από τις έρευνες ανθρωπολόγων, που στηρίζονται σε περιορισμένο αριθμό χαρακτηριστικών συγχέοντας τον όρο «Πομάκος» με τον όρο «Βούλγαρος Μουσουλμάνος».

Οι Βούλγαροι ισχυρίζονται, ότι οι Οθωμανοί προκειμένου να δημιουργήσουν ένα μέτωπο ομοθρήσκων τους στην περιοχή της Ροδόπης, άσκησαν πίεση στους Πομάκους, να γίνουν μουσουλμάνοι, απειλώντας τους ότι θα σημειώνονταν αιματοχυσίες στην αντίθετη περίπτωση. Αρχικά εξισλαμίστηκαν οι πρόκριτοι Βούλγαροι της Ροδόπης οι οποίοι ωστόσο δεν εκτουρκίστηκαν και δεν έχασαν τη γλώσσα και την ιδεολογία τους. Η βουλγαρική καταγωγή τους βέβαια επιχειρήθηκε με την ύπαρξη Βουλγαρικών ονομάτων στο χώρο των Πομάκων.

Η αποδοχή της φυλετικής και εθνολογικής συγγένειας των Βουλγάρων με τους Πομάκους, που ισχυρίζονται οι πρώτοι, καταρρίπτεται από την μακροχρόνια αντιπαλότητα των δευτέρων, που τους οδήγησε και στη σύμπραξή τους με τους Οθωμανούς στον πόλεμο του 1877-1878, κατά τον οποίο οι Πομάκοι διέπραξαν άγριες σφαγές σε βάρος των Βουλγάρων. Επίσης και στον εικοστό αιώνα οι Πομάκοι αντιστάθηκαν σθεναρά στην προσάρτηση της περιοχής τους, στη Βουλγαρία.

Αντίστοιχα και η Βουλγαρική κυβέρνηση υπήρξε σκληρή και εχθρική απέναντι στους Πομάκους της Δυτικής Θράκης, στις περιόδους της Βουλγαρικής κατοχής (1913-1918, 1941-1944). Την ίδια στάση κράτησε   και στους Πομάκους της Βουλγαρίας. Επιπλέον η Βουλγαρική κυβέρνηση και μετά το 1944 εφάρμοσε πιεστικά μέτρα σε βάρος των Πομάκων. Συγκεκριμένα από το 1950 έως το 1955 και το 1962 με τα μέτρα που πήρε εναντίον του εκτουρκισμού των Τσιγγάνων, των Τατάρων και των Πομάκων [9]. Γενικότερα το όλο κλίμα που επικρατούσε στις σχέσεις των Βουλγάρων με τους Πομάκους δεν ήταν καθόλου φιλικό, κάτι που αποδεικνύει το αβάσιμο της καταγωγής των δευτέρων από τους πρώτους.

Οι Τουρκικές απόψεις για την καταγωγή των Πομάκων.
Το μεγαλύτερο μέρος της τουρκικής βιβλιογραφίας, περί του  θέματος υποστηρίζει ότι η φυλή των Πομάκων κατάγεται από την τουρκική φυλή των Κουμάνων, της Ρωσίας [10]. Οι Κουμάνοι δημιούργησαν το 1087 μαζί με τους Πετσενέγους ομόσπονδο κράτος, στο οποίο συμπεριλήφθηκαν και όλες οι άλλες φυλές, που είχαν φθάσει νωρίτερα στη Βαλκανική χερσόνησο. Αρκετοί από τους Κουμάνους παρέμειναν στη Ρουμανία, στην Ουγγαρία, στη σημερινή Σλοβακία και γενικότερα στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Ευρώπης αφομοιούμενοι διαχρονικά από το πολιτιστικό περιβάλλον, της κάθε περιοχής [11].

          Βέβαια  το ίδιο φαινόμενο δεν σημειώθηκε και με τους Κουμάνους, που εγκαταστάθηκαν στη Θράκη, τη Μακεδονία και τη Βουλγαρία. Αυτοί άρχισαν να αισθάνονται τη δύναμη μιας ξεχωριστής εθνότητας και το 1360-1361, όταν εμφανίστηκαν στην περιοχή οι Οθωμανοί, τους βοήθησαν να αποβάλουν τη θρησκεία του Σαμανισμού [12] για να ενωθούν μαζί τους. Από τότε και εξαιτίας της προσφοράς αυτής ονομάστηκαν Πομάκοι. Ορισμένοι τουρκολόγοι εντάσσουν τις κατά τόπους φυλές των Sop, Torbes, Goran, Zakarcin και Ganko του ευρύτερου Βαλκανικού χώρου στην ίδια φυλή των Κουμάνων με βάση τα κοινά χαρακτηριστικά τους. Ο αριθμός τους ανέρχονταν σε 5.000-6.000. Αυτοί λοιπόν εγκαταστάθηκαν στη περιοχή του σημερινού Εχίνου [13] και ασπάσθηκαν οικειοθελώς τον Μουσουλμανισμό [14]. Επιπλέον  υπάρχει η άποψη πως ο αυτοκράτορας Κατακουζηνός εγκατέστησε τον 11ο αιώνα στην περιοχή της Ροδόπης, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας 15.000 με 16.000 Γιουρούκους-Τουρκομάνους [15].

          Ο ερευνητής μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα, στο οποίο μελετώντας τα δημοσιεύματα των Τούρκων επιστημόνων, που προσπαθούν να στηρίξουν με επιχειρήματα για την τουρκική προέλευση των Πομάκων, είναι ότι παρουσιάζουν διάφορες απόψεις, που συγκρούονται μεταξύ τους και των οποίων η ιστορική τεκμηρίωση είναι καθαρά αμφισβητήσιμη. Επίσης πολλές φορές τα ιστορικά στοιχεία, που αναφέρονται είναι λανθασμένα ή δεν υπάρχει καθόλου τεκμηρίωση σε ορισμένα από αυτά. Επιπροσθέτως σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, που γίνεται αναφορά σε υλικό και σε στοιχεία κάποιου αρχείου, αυτή γίνεται χωρίς να παρουσιάζονται συγκεκριμένα δεδομένα και πειστήρια [16].

Η προέλευση των Πομάκων από ελληνικής άποψης
Οι ελληνικές απόψεις περί της καταγωγής των Πομάκων συγκλίνουν στην άποψη ότι είναι απόγονοι των αρχαίων Θρακών. Η τεκμηρίωση των ελληνικών απόψεων στηρίζεται σε ιστορικά κείμενα, που έχουν ως κύριο γνώρισμα την ιστορική συνέχεια. Αρχίζουν τα κείμενα αυτά από την εποχή του Ησιόδου, Θουκυδίδη, Στράβωνα, στα οποία συναντώνται αναφορές για τις αρχαίες θρακικές φυλές [17], προχωρά στους Βυζαντινούς συγγραφείς όπως την Άννα Κομνηνή, τον Καντακουζηνό, το Νικήτα Χωνιάτη και στο Γεώργιο Ακροπολίτη. Οι συγγραφείς αυτοί αναφέρονται στον πληθυσμό της Θράκης κατά τους Βυζαντινούς χρόνους και παράλληλα παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για την παρουσία διαφόρων λαών και του ελληνικού στοιχείου, στην περιοχή της Ροδόπης.

          Ο Αποστολίδης στη μελέτη του αναφέρει ότι, όταν οι Τούρκοι ήρθαν στον Ελληνικό χώρο, συνάντησαν στη Ροδόπη Θρακοέλληνες που είχαν αναμειχθεί με Σλάβους και τους ονόμασαν Αχρέν, από το όνομα Αχριδώ που είναι παλιό όνομα της Ροδόπης. Ακολουθώντας την ιστορική πορεία των γεγονότων, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι Πομάκοι κατάγονται από τους Θρακοέλληνες [18]. Την άποψη αυτή, ότι οι Πομάκοι είναι εξισλαμισμένοι Έλληνες υποστηρίζεται και από άλλους μελετητές [19]. Ο Κ. Κουρτίδης τους θεωρεί ως απογόνους των αρχαίων Θρακών και μάλιστα των Βησσών και των Δίων [20]. Επίσης υπάρχει και η πιο ειδικευμένη άποψη, περί της άμεσης ή έμμεσης καταγωγής των Πομάκων από τους αρχαίους Αγριάνες, ένα θρακικό φύλο[21]. Βέβαια στην παλιά Ξάνθη υπάρχει συνοικία με το όνομα «Αχριάν Μαλεσή» που σημαίνει «γειτονιά των Αγριανών» και οι Πομάκοι της περιοχής αυτής ονομάζονται «Αγριάνες». Επιπροσθέτως σημειώνουμε πως στην ευρύτερη περιοχή του Έβρου υπάρχει συνοικισμός, με την ονομασία «Αχριάν Πουναρή» που σημαίνει πηγή των Αγριανών και το χωριό της περιοχής ονομάστηκε Αγριανή [22]. Γενικά η άποψη που επικρατεί για την καταγωγή των Πομάκων, στηρίζεται σε κάποια Θρακική φυλή [23].
          Υπάρχουν ακόμη έρευνες που στηρίζονται σε αιματολογικά και ανθρωπολογικά στοιχεία, τα αποτελέσματα των οποίων υπογραμμίζουν ότι πρόκειται περί ενός ενιαίου φυλετικά συνόλου, που έχει δεχτεί ελάχιστη επιμιξία από φυλές μογγολικής προέλευσης. Το ως άνω αποτέλεσμα έχει σημαντική αιματολογική συγγένεια με τους Έλληνες (50%-70%) και όχι με τους Τούρκους ή τους Βούλγαρους [24]. Αυτό ήταν αποτέλεσμα της απομόνωσης τους επί σειρά ετών. Ασφαλώς δεν είναι δόκιμο να θεωρούνται οι Πομάκοι μογγολικής καταγωγής, αφού ελάχιστη είναι η αιματολογική τους  συγγένεια. Ακόμη δεν είναι δυνατόν να είναι καθαροί Σλάβοι ή Βούλγαροι, αλλά ένα προϋπάρχον φύλο στην περιοχή αυτή [25]. Το ίδιο τονίζεται και από τον Ν. Ξηροτύρη στον Α´ Παγκόσμιο συνέδριο απόδημων Θρακών, υπογραμμίζοντας την αρχαιότητα των Πομάκων, ως ένας γηγενής πληθυσμός στην περιοχή, ο οποίος όντας απομονωμένος ανέπτυξε μια ιδιόμορφη κοινωνικο – πολιτισμική  μορφή.
          Τέλος τόσο η Ελληνική όσο και η ξένη βιβλιογραφία, εκτός της τουρκικής αποδέχονται τον εξισλαμισμό των Πομάκων κατά τον 16ο και 17ο αιώνα, που προκύπτει από ιστορικές μελέτες και μαρτυρίες Πομάκων. Επιπλέον, κατά καιρούς έχουν εμφανισθεί στοιχεία, που παραπέμπουν στη σχέση τους με τον Μέγα Αλέξανδρο, καθώς τούτο μαρτυρούν τα διάφορα αρχαιοελληνικά και χριστιανικά στοιχεία [26]. Τα υπάρχοντα στοιχεία περί πληθυσμού μογγολικής καταγωγής είναι ψευδή [27]. Εξάλλου δεν υπάρχουν στην συγκεκριμένη περιοχή οι εγκαταστάσεις Κουμάνων και Πετσενέγων που να βεβαιώνει κάτι τέτοιο σύμφωνα με την ελληνική βιβλιογραφία. Οι Πομάκοι εξάλλου είναι φιλήσυχος λαός μη έχοντας σχέση με τη νοοτροπία των  Πετσενέγων [28].
          Η άποψη ότι οι Πομάκοι είναι γηγενής πληθυσμός, είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα με βάση τα ιστορικά στοιχεία, την ελληνική και ξένη βιβλιογραφία. Απαλλαγμένος ο μελετητής από οποιαδήποτε προκατάληψη και εθνικό συμφέρον δύνανται να το καταλάβει και να το ασπασθεί ευκολότερα.

Η γλώσσα των Πομάκων
Επί σειρά αιώνων η Πομακική γλώσσα παρέμεινε προφορική, χωρίς να καταγραφεί ποτέ, σε σημείο, για μεγάλη χρονική διάρκεια  να μην μπορεί να γίνει αντικείμενο μελέτης από τους ερευνητές. Σήμερα γίνονται κάποιες προσπάθειες  μελέτης της γλώσσας από τον προφορικό λόγο, στον γραπτό.

Η σημασία της γλώσσας για τον άνθρωπο είναι ανυπολόγιστη γιατί ουσιαστικά αποτελεί το δεύτερο μέλος μιας «συζυγίας»,  μιας ασφαλιστικής δικλίδας,  πού μαζί με την πίστη αποτελούν τους βασικούς παράγοντες διαπαιδαγώγησής του.  Έτσι λοιπόν οι Πομάκοι δεν είναι δυνατόν να παραμένουν εσαεί απομονωμένοι ή ακόμη χειρότερα να αποτελούν αντικείμενο διεκδίκησης δύο λαών με μοναδικό τεκμήριο τη   γλώσσα.

           Η Πομακική γλώσσα στην πράξη χρησιμοποιεί τα γράμματα του Ελληνικού και του Λατινικού αλφάβητου.

          Η γλώσσα αυτή είναι ένα τοπικό γλωσσικό ιδίωμα, δημιούργημα της συγχώνευσης γλωσσικών στοιχείων της Ελληνικής, της Βουλγαρικής και της Τουρκικής γλώσσας. Βέβαια υπερτερούν τα στοιχεία της σλαβικής γλώσσας (γραμματική, συντακτικό, λεξιλόγιο). Αυτό γίνεται κατανοητό αν λάβουμε υπόψη μας την κυριαρχία της Βουλγαρικής  παρουσίας στην περιοχή της Δυτικής Θράκης στο μεγαλύτερο μέρος του 14ου αιώνα.

          Στο γλωσσικό ιδίωμα των Πομάκων συναντά κανείς πλήθος ελληνικών λέξεων, χωρίς αυτό να νοείται ελληνική διάλεκτος. Βασικό κριτήριο για οποιαδήποτε γλώσσα είναι η γραμματική. Και  η γραμματική της γλώσσας αυτής όπως αναφέραμε είναι αναμφισβήτητα σλαβική [29].  Γενικότερα υπάρχει μια συμφωνία των μελετητών, που κρίνουν ότι η γλώσσα είναι μίγμα Βουλγαρικών, Τούρκικων και Ελληνικών λέξεων αλλά και με ρηματικές σλαβικές καταλήξεις. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ένας Βούλγαρος και ένας Πομάκος συνεννοούνται χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, απ’  ότι με έναν Έλληνα.

          Αναμφισβήτητη είναι και η ύπαρξη τουρκικών λέξεων στη γλώσσα των Πομάκων, γεγονός που δικαιολογείται από την μακραίωνη Τουρκική κυριαρχία στην περιοχή. Επιπρόσθετα η κοινή θρησκεία με τους Τούρκους αλλά και με άλλους τουρκογενείς πληθυσμούς της περιοχής, τους οδηγεί να υιοθετήσουν λέξεις. Αυτό συνέβη αφ’ ενός για τις ανάγκες της λατρείας τους, αφ’ ετέρου γιατί έπρεπε να γίνουν αποδεκτοί στη νέα κοινωνική πραγματικότητα της τουρκικής διοίκησης.

          Δυστυχώς οι αντιδράσεις ως προς την καταγραφή της γλώσσας και της δημιουργίας αλφαβηταρίου είναι συνεχείς, για να μη διακρίνονταν οι διαχωριστικές γραμμές στα πλαίσια μιας μειονότητας, που θέλουν να την παρουσιάσουν ενιαία χωρίς στην πραγματικότητα να είναι.

          Από την άλλη όμως πλευρά πάλι οι Βούλγαροι μελετητές, που επηρεάζονται από την κρατική διεκδίκηση των Πομάκων, τους συμφέρει να αποδειχθεί ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος της, η Πομακική γλώσσα ομοιάζει με τη Βουλγαρική   χρησιμοποιώντας  αυτό ως επιχείρημα,    εγκλωβίζοντας έτσι στην δική τους ιστορία και πολιτισμό, τον Πομάκικο λαό [30].


Ο ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΟΜΑΚΩΝ

Η περιοχή της Θράκης καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκικής αυτοκρατορίας, έζησε αρκετές φορές, το δράμα του εξισλαμισμού πληθυσμών, που ζούσαν στη ευρύτερη περιοχή της [31]. Ο εξισλαμισμός,   προσώπων ή ακόμη και ολόκληρων φυλών, προκαλούσε   ιδιαίτερη ικανοποίηση στους Τούρκους, οι οποίοι πίστευαν ως θρησκευτικό τους καθήκον τον εξισλαμισμό των αλλόθρησκων [32].
Βέβαια οι Τούρκοι στην προσπάθειά τους να εξισλαμίσουν όχι μόνο τους Πομάκους [33] αλλά και άλλους πληθυσμούς, πρόβαλλαν ως ένα κίνητρο, τη μείωση των φορολογικών υποχρεώσεων απέναντι στην Υψηλή Πύλη [34]. Η αλήθεια είναι ότι οι Οθωμανοί, δεν επεδίωκαν συνήθως την πραγματοποίηση εξισλαμισμών σε μεγάλη κλίμακα, αφού κάτι τέτοιο πίστευαν πως θα μείωνε δραματικά τα έσοδα του κράτους [35]. Παρ’ όλα αυτά όμως υπάρχουν και αρκετά παραδείγματα υποχρεωτικού εξισλαμισμού, κυρίως την περίοδο, που η αυτοκρατορία γίνεται περισσότερο συντηρητική σε σύγκριση με τους προηγούμενους αιώνες ζωής της, λιγότερο ανεκτική και ακόμη πιο φανατική. Δηλωτικό είναι το παράδειγμα της προσπάθειας προσηλυτισμού, που άρχισε περίπου στα μέσα του 17ου αιώνα και επικεντρώθηκε στην περιοχή της ορεινής Δυτικής Θράκης [36].

Οι αρχικοί  εξισλαμισμοί των Πομάκων γινόταν κυρίως με τη θέληση των ιδίων, γιατί δεν υπάρχουν μαρτυρίες για αναγκαστικούς και ομαδικούς εξισλαμισμούς. Οι εξισλαμισμοί αυτοί είχαν σχέση με την παροχή οικονομικών και νομικών προνομίων, που απολάμβαναν όσοι ασπάζονταν τον μουσουλμανισμό.

Μνημονεύονται  δυο απόψεις ως προς τον τρόπο, που γινόταν ο εξισλαμισμός των Πομάκων. Η πρώτη είναι η Βουλγαρική εκδοχή και υποστηρίζεται ότι έγινε με την άμεση απειλή βίας, στα χρόνια του Μεχμέτ Κιοπρουλού,   που ήταν μεγάλος Βεζίρης. Το 1656, πάντα κατά τη Βουλγαρική εκδοχή, δυνάμεις Οθωμανών εισήλθαν στην περιοχή Τσαπνί με επικεφαλής τον ίδιο τον Βεζίρη, ο οποίος κάλεσε τους πρόκριτους και τους κατηγόρησε ότι επαναστατούν και διαπράττουν σημαντικές φθορές στην περιοχή. Μπρος σε αυτήν την κατηγορία μπορούσε να συμβούν δύο πράγματα, ή ο αφανισμός των Πομάκων ή ο εξισλαμισμός τους.

Μια άλλη παράδοση καταγράφεται από τον Τσέχο ερευνητή Leopold  Geitler οποία  συμπληρώνει την πρώτη, και που αυτή όμως  δείχνει τη ουσία του γεγονότος [37]. Στα χρόνια του Μεχμέτ του Δ´, οι πρόκριτοι των Πομάκων μετέβησαν στην Φιλιππούπολη και παρουσιάστηκαν στις τουρκικές πολιτικές και θρησκευτικές αρχές, από τις οποίες ζητούσαν να ξεκινήσουν οι διαδικασίες του ομαδικού εξισλαμισμού. Ο Τούρκος πασάς της πόλης αρχικά δεν έδειξε προθυμία, γιατί είχε αναγνωριστεί η Ορθόδοξη Εκκλησία και δεν επιθυμούσε να συγκρουστεί με τον Μητροπολίτη της περιοχής. Οι πρόκριτοι από την άλλη ήθελαν να αποφύγουν την τιμωρία για την εξέγερσή τους το 1654 καθώς επίσης αποσκοπούσαν και στην απόκτηση προνομίων και πολιτικών ελευθεριών, διατηρώντας παράλληλα τις παραδόσεις και τα έθιμά τους.

Οι προσπάθειες που κατέβαλε ο Μητροπολίτης Φιλιππουπόλεως Γαβριήλ για να τους αλλάξει γνώμη αποδείχθηκαν μάταιες, αφού παρέμειναν στις αρχικές τους θέσεις. Στη συνέχεια ακολούθησε η πανηγυρική τελετή της περιτομής και ο εκμουσουλμανισμός τους. Η επιστροφή στα σπίτια τους σήμανε και την έναρξη του εξισλαμισμού και των λοιπών συμπατριωτών τους. Σύμφωνα με μαρτυρίες, την περίοδο εκείνη κατεδαφίστηκαν, στην περιοχή της Δυτικής Θράκης, 218 ιεροί ναοί και πλήθος από Ιερές Μονές και εξωκκλήσια [38].

O Geitler που μελέτησε τα ποιήματα και τα έθιμα των Πομάκων αναφέρει ότι, οι κρυφές πεποιθήσεις τους τείνουν προς τον Χριστιανισμό. Δυστυχώς όμως όσον αφορά τους νέους, που διαπαιδαγωγήθηκαν στους στρατώνες της Κωνσταντινούπολης έγιναν σχεδόν Τούρκοι. Μάλιστα τονίζει ο ίδιος συγγραφέας, ότι  η άρνηση τους για καθετί το χριστιανικό και η αποστροφή τους, αγγίζει τα όρια του μίσους. Είχαν υποβληθεί σε τέτοια πλύση εγκεφάλου, που κατόρθωσαν οι Τούρκοι να σβήσουν το παραμικρό από τη μνήμη τους και ως άγραφος χάρτης πλέον, να τους εγγράψουν από την αρχή, ότι αυτοί ήθελαν,   διευκολύνοντας έτσι στην επιτυχία των στόχων τους [39].

Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε πως ήταν αδιανόητη η αναστρέψιμη κατάσταση, σχετικά με τον εξισλαμισμό. Δεν περνούσε καν από τη σκέψη κανενός να εγκαταλείψει τον Ισλαμισμό, γιατί σύμφωνα με τις απάνθρωπες Τουρκικές διατάξεις   η τιμωρία για τον εξωμότη ήταν ο θάνατος, που δυστυχώς αποτελούσε τη φρικτή πραγματικότητα επί τουρκικής κατοχής και από την οποία δεν ήταν εφικτό να ξεφύγει κανείς.

Κάπως έτσι άρχισε ο εξισλαμισμός των Πομάκων αρχικά σε μικρή κλίμακα επί Σουλτάνου Σελίμ Α’ (1512 – 1520)  του αιμοχαρούς, που στα οκτώ χρόνια της βασιλείας του, σκότωσε επτά μεγάλους βεζίρηδες και εξήντα δύο συγγενείς του, μεταξύ των οποίων και δύο αδελφούς του. Ο εξισλαμισμός ολοκληρώθηκε επί Σουλτάνου Μεχμέτ Δ´ (1948-1687) και μεγάλου βεζύρη Μεχμέτ Κιοπρουλού(1656-1668). Σε γενικές γραμμές ο εξισλαμισμός των Πομάκων δεν επιτεύχθηκε ξαφνικά και δεν ήταν αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης πολιτικής των Τούρκων.

 Χρησιμοποιήθηκαν ως κίνητρα η ελευθερία των κινήσεων, η οικονομική ευμάρεια και η ελλιπής φορολογία αλλά και η δύναμη των όπλων σε περίπτωση, που οι εξεγερθέντες Πομάκοι αρνούνταν να υποταχθούν στη βούληση των τουρκικών επιδιώξεων. Ο εξισλαμισμός διαφόρων φυλών στη Θράκη και ειδικότερα στη δυτική, εξυπηρετούσε αρκετά την τουρκική ηγεσία γιατί αποκτούσε έναν ακόμη φιλικά προσκείμενο λαό σε αυτήν, που θα αντιστέκονταν στους κατά καιρούς ξένους επιδρομείς, που εμφανίζονταν στην συγκεκριμένη περιοχή και παράλληλα ήταν και μια διασπαστική δύναμη ανάμεσα στους χριστιανούς Βούλγαρους και Έλληνες. Στη συνέχεια έγινε φανερό πως η θρησκεία ήταν το μόνο κοινό σημείο των Τούρκων και των Πομάκων [40].


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] ΜΑΥΡΙΔΗ Δ., Από την ιστορία της Θράκης 1875-1925, εκδ. Ραιδεστός, Ξάνθη 2006, σ. 71.
[2] ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Π., Οι Πομάκοι, ανάτυπον εις τον 23ον τόμον του αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού θησαυρού, χ. ε., Αθήνα 1958, σ. 3.
[3] ΤΣΙΟΥMΗ Κ., Οι Πομάκοι στο Ελληνικό κράτος (1920-1950) ιστορική προσέγγιση, έκδ. Προμηθεύς, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 9.
[4] Ό. π., σ. 11.
[5] ΒΑΡΒΟΥΝΗ Μ., Ό. π., σ. 15.
[6] ΒΑΡΒΟΥΝΗ Μ., Συμβολή στα λαογραφική μελέτη των Πομάκων και του παραδοσιακού πολιτισμού της Θράκης, Κομοτηνή 1995, σ. 10.
[7] ΓΑΛΦΟΠΟΥΛΟΥ Π., Οι Πομάκοι, Θρησκεία-γλώσσα, Αθήνα 1984, σ. 14.
[8] Ό. π., σ. 13.
[9] ΤΣΙΟΥΝΗ Κ., Όπ. π., σ. 16-17.
[10] ΒΗΤΑ Γ., Πομάκοι: Εθνικές και θρησκευτικές καταβολές, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 39.
[11] ΣΑΒΒΙΔΗ Α., «Οι Κουμάνοι και το Βυζάντιο, 11ος -13ος αιώνας», Βυζαντινά (1935) 937-938.
[12] Με τον γενικό όρο Σαμανισμός εννοείται ένα πολύπλοκο λατρευτικό και μαγικο-θρησκευτικόκίνημα που διαμορφώνεται γύρω από την τεχνική της έκστασης. Ο όρος προέρχεται από τη λέξηsaman (σαμάν) , σύνθετη από το ρήμα sa, που σημαίνει γνωρίζω και man, που σημαίνει αυτός (σαμάν = αυτός που γνωρίζει). Σαμάνος είναι ένας μάγος και ένας γιατρός. Λογίζεται ότι θεραπεύει όπως όλοι οι γιατροί και επιχειρεί φακιρικά θαύματα, όπως οι μάγοι. Αλλά είναι επίσης και ψυχοπομπός και μπορεί να είναι και ιερέας, μυστικός και ποιητής.
[13] Ο Εχινός είναι ένα κεφαλοχώρι, τριάντα περίπου χιλιόμετρα βορειότερα της Ξάνθης και αποτελεί το κεντρικό πυρήνα των Πομάκων.
[14] ΑΧΜΕΤ ΑΓΙΝΤΙΝΛΙ, Πομάκοι και Τουρκία, Κωνσταντινούπολη 1991, σ. 21-22.
[15] Όπ. π., σ. 24.
[16] ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤ., Όπ. π., σ. 124-125.
[17] ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ Ν., «η διά των αιώνων εθνική φυσιογνωμία της Θράκης, Αρχείο Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού 8 (1941-2) 83.
[18] ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ Ν., Όπ. π., σ. 114.
[19] ΣΚΑΛΙΕΡΗ Γ., Λαοί και φυλαί της Μικράς Ασίας, Αθήναι 1922, σ. 91.
[20] ΚΟΥΡΤΙΔΗ Κ., Ιστορία της Θράκης από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι του 46 μ.Χ. τ. Α´, χ. ε., Αθήναι 1986, σ. 312.
[21] ΜΥΛΩΝΑ ΠΟΛ., Οι Πομάκοι της Θράκης, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 1990, σ. 13.
[22] ΦΩΤΕΑ Π., Οι Πομάκοι της δυτικής Θράκης, χ. ε., Κομοτηνή 1998, σ. 4-5.
[23] ΑΝΔΡΕΑΔΗ Κ., Η μουσουλμανική μειονότητα της δυτικής Θράκης, ΙΜΧΑ, Θεσσαλονίκη 1956, σ. 4.
[24] ΞΗΡΟΤΥΡΗ Ν., Ἵδιαι παρατηρήσεις ἐπί τῆς κατανομῆς τῶν συχνοτήτων αἵματος εἰς τους Πομάκους, Διδ. Διατριβή, Θεσσαλονίκη 1971, σ. 183.
[25] ΝΑΚΡΑΝΤΖΑ Γ., Η στενή εθνολογική συγγένεια των σημερινών Ελλήνων, Βουλγάρων και Τούρκων, Μακεδονία-Θράκη, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 132.
[26] ΛΙΑΠΗ Α., Οι Πομάκοι μέσα στο χρόνο, Αθήνα 1986, σ. 19.
[27] ΛΙΑΠΗ Α., «Οι Πομάκοι της Θράκης», Θρακικά Χρονικά 43 (1989) 51.
[28] ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΙΟΥ Θ., Οι Πομάκοι, Βούλγαροι και Ελληνισμός, Αθήνα 1944, σ. 74.
[29] ΑΝΔΡΙΩΤΗ Ν., “Τα ελληνικά στοιχεία της Βουλγαρικής”, Αρχεία Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, 35 (1994) σ. 72.
[30] ΧΙΔΙΡΟΓΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ, όπ. π., σ.10.
[31] ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ ΑΘ., Περί την Θράκην, έκ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη-Αθήνα 1996, σ. 7.
[32] ΜΑΓΚΡΙΩΤΗ ΙΩ., Θράκη η έπαλξη του νεοελληνικού βορρά, εκδ. Ρήσος, Αθήνα 1993, σ. 168.
[33]  ΖΕΓΚΙΝΗ ΕΥ., Ο Μπεκτασισμός στη Δ. Θράκη, συμβολή στην ιστορία διαδόσεως του μουσουλμανισμού στον ελλαδικό χώρο, έκδ. Ινστιτούτο Βαλκανικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 122.
[34] ΒΟΓΙΑΤΖΗ Γ., Η πρώιμη Οθωμανοκρατία στη Θράκη, άμεσες δημογραφικές συνέπειες, εκδ. Ηρόδοτος, Αθήνα 1998, σ. 391.
[35]  ΣΑΡΡΗ Ν., Οσμανική πραγματικότητα, τ. Α΄, το δεσποτικό κράτος, Αθήνα 1990, σ. 90.
[36] ΒΗΤΑ Γ., Όπ. π., σ. 59.
[37] GEITLER L., Παραδόσεις και άσματα των Πομάκων, Πράγα 1978, σ. 29.
[38] ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Π., Όπ. π., σ. 14.
[39] GEITLER L., Όπ. π., σ. 38.
[40] ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΗ ΘΡ., Στην Πόλη και στη Θράκη…, εκδ. Ρήσος, Αθήνα 1994, σ. 56.






ΠΟΜΑΚΟΙ:
ΠΟΣΟ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ;

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

Αρχιμ. Γρηγόριος Κωνσταντίνου
Διδάκτωρ Θεολογίας


ΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΟΥΣ ΠΟΜΑΚΟΥΣ

Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των Πομάκων φέρονται να εμπεριέχουν χριστιανικά στοιχεία [1] τα οποία, και με συγκαλυμμένη μορφή, γίνονταν αντιληπτά στο τελετουρ ικό της λατρείας τους. Πολλοί   μελετητές υποστηρίζουν, πως οι Πομάκοι δεν είναι Ορθόδοξοι μουσουλμάνοι, αλλά ανήκουν στην αδελφότητα των μπεκτασήδων, γεγονός, που δικαιολογεί και την ονομασία που παρουσιάζονται να φέρουν «αλεβίτες- κιζιλμπάσηδες». Η θέση αυτή έχει τις ρίζες της, στην ερμηνεία ιστορικών γεγονότων σχετικά με τη δράση του τάγματος των μπεκτασήδων στα Βαλκάνια και την ερμηνεία θρησκευτικών τελετουργιών και εθίμων των Πομάκων. Αν και δεν παραλείπεται, να αναφερθεί ότι κατά τον εξισλαμισμό των βαλκανικών πληθυσμών, και η προσχώρηση στον μπεκτασισμό δεν αφορούσε όλους τους κατοίκων της Δυτικής Θράκης αλλά κάποια τμήματά του, ωστόσο όμως υπάρχει η αντίληψη της ολικής ταύτισης των Πομάκων με την αδελφότητα των μπεκτασήδων.
Στους εξισλαμισμένους Πομάκους συναντάμε αρκετά χριστιανικά στοιχεία, που αποδεικνύουν το χριστιανικό τους παρελθόν και που εκδηλώνονται στην προσωπική τους ζωή, όπως το σταύρωμα του βρέφους στην κούνια προτού κοιμηθεί, αλλά και της ζύμης, προκειμένου να φουσκώσει καλά και να ψηθεί κατόπιν, ούτως ώστε να γίνει ένα εύγευστο και χορταστικό καρβέλι. Το ψωμί θεωρείται για τους Πομάκους, η βασικότερη τροφή που στηρίζει τον άνθρωπο στον καθημερινό μόχθο για την επιβίωση.

Ένα ακόμη απλό αλλά ενδεικτικό της χριστιανικής καταγωγής των Πομάκων, είναι το σταύρωμα της κοιλιάς του κοριτσιού, από τη μητέρα του, κατά την ημέρα, που για πρώτη φορά έχει έμμηνο ρύση. Αυτό το πράττουν για να έχει καλούς «καρπούς» όπως υποστηρίζουν μετά το γάμο της η νεαρή κοπέλα και να προσφέρει στην κοινωνία σωστούς και έντιμους ανθρώπους. Θα θέλαμε ακόμη να  αναφέρουμε το σταύρωμα του μαγαζιού κατά την εναρκτήρια ημέρα λειτουργίας του, ενώ στην περίπτωση, που πρόκειται περί αρτοποιείου  σημαντική θέση σε αυτό έχει η εικόνα του Προφήτη Ηλία [2].

Γενικότερα το σημείο του σταυρού και το σταύρωμα επί διαφόρων αντικειμένων, προσώπων και κάποιων δραστηριοτήτων, όπως τα εγκαίνια καταστημάτων, κατέχει σημαντική θέση στην ζωή των Πομάκων. Πιστεύουν  πως το σημείο του Σταυρού έχει χάρη και φέρει αποτέλεσμα, η οποία μεταδίδεται με έναν τρόπο που δεν τον γνωρίζουν αλλά τον πιστεύουν, και τον αποδέχονται. Σε καμιά περίπτωση  γι’  αυτούς ο Σταυρός και η χάραξη του σημείου του, δεν είναι κάτι το μαγικό αλλά είναι κάτι το ουσιαστικότερο και ανώτερο.

Εκτός από το σεβασμό στο σημείο του Σταυρού που δείχνουν οι Πομάκοι, εξίσου σημαντική είναι και η εκτίμηση στο πρόσωπο της Παναγίας. Η απόδοση τιμής στο πρόσωπο της είναι χαρακτηριστική. Συγκεκριμένα στην κοινότητα Ωραίου Ξάνθης υπάρχει συνοικισμός με το όνομα «Τεοτόκα», που προέρχεται, από το όνομα Θεοτόκος. Ενώ στην κοινότητα Κέχρου της Ροδόπης ο κεντρικός συνοικισμός λεγόταν «Μαρικόζ», που προέρχεται από την έκφραση των Πομάκων, «Καρυδιά της Μαρίας Παναγίας» και σύμφωνα με τους Πομάκους, στην περιοχή αυτή ανέβλυζε αγίασμα. Τα κατά καιρούς θαύματα, ενισχύουν ακόμη πιο πολύ το σεβασμό και την αγάπη των Πομάκων προς την Παναγία.

Οι κάτοικοι των περιοχών αυτών διηγούνται πληθώρα θαυμάτων, που αφορούν όχι μόνο θεραπείες αρρώστων, αλλά και συλλήψεις παιδιών από μητέρες, που δεν μπορούσαν επί σειρά ετών να τεκνοποιήσουν. Πολύ σημαντικό επίσης είναι και το γεγονός ότι εκτός από τα θαύματα, που κατά κάποιο τρόπο το αποτέλεσμα είναι άμεσο και οφθαλμοφανές, οι Πομάκοι έχουν την πεποίθηση, ότι η Παναγία τους προστατεύει. Αυτή η άποψη προϋποθέτει την ύπαρξη δυνατής πίστης και αγάπης προς το πρόσωπο της Θεοτόκου [3].

Οι χριστιανικές καταβολές των Πομάκων αποδεικνύονται και από τη διατήρηση ως τις ημέρες μας του χριστιανικού ονόματος «Ηλίας», κυρίως στα χωριά Εχίνος και Κοτύλη. Όπως προαναφέρθηκε, πολλοί από το σινάφι των αρτοποιών τιμούν ιδιαίτερα τον προφήτη Ηλία και μάλιστα, αρκετοί από αυτούς τοποθετούσαν σε κάποια γωνιά του μαγαζιού τους μια εικόνα του προφήτη. Μάλιστα την ημέρα της εορτής του αγίου αρκετοί φτιάχνουν ένα ειδικό γλυκό ψωμί, που το δωρίζουν στους πελάτες τους, θέλοντας να δώσουν ένα ξεχωριστό νόημα στην συγκεκριμένη ημέρα.

Το χαρακτηριστικότατο που φανερώνει την επιρροή του Χριστιανισμού στα μέλη της μειονότητας είναι η γιορτή «Hidrellez», στην οποία οι Πομάκοι τιμούν τον Άγιο Γεώργιο. Η γιορτή αυτή σχετίζεται με τα στοιχεία της γονιμότητας του νερού, της Αθανασίας, της Ανάστασης, της νίκης του καλού επί του κακού. Αυτά τα στοιχεία λειτουργούν ως σύμβολα της Άνοιξης, της αναγέννησης της φύσης και έχουν κάποια αντιστοιχία με την αναγέννηση του ανθρώπου. Η πίστη αυτή ενισχύεται και από την περίοδο της εορτής του αγίου Γεωργίου, που η μνήμη του εορτάζεται στην καρδιά της Άνοιξης. Βέβαια το πρόσωπο του αγίου τιμάται και από τους Τούρκους μουσουλμάνους. Ενδεικτικό της τιμής αυτής είναι η προσέλευση χιλιάδων χριστιανών και μουσουλμάνων στον Άγιο Γεώργιο τον Κουδουνά στην Πρίγκηπο.

Επιπροσθέτως αναφέρουμε και ένα είδος Βασιλόπιτας που παρασκευάζεται την πρωτοχρονιά, η οποία περιέχει και χρήματα (παράδες), δίνοντας τύχη και ευημερία σ’ όποιον κερδίζει το κομμάτι εκείνο που έχει τα χρήματα.

Πολλοί Πομάκοι παίρνουν αγιασμό από τις χριστιανικές Εκκλησίες, τον οποίο χρησιμοποιούν ως προστασία από το κακό λογισμό του άλλου, το «κακό μάτι» και για να ραντίζουν με αυτό τα σπίτια τους ή να τον πιούν και οι ίδιοι. Πολλοί από τους Πομάκους   θεωρούν τον αγιασμό ως φάρμακο λόγω των ιαματικών και θαυματουργικών ιδιοτήτων που έχει δια της χάριτος  του Θεού.

Ανεπίσημα πάντοτε, ομάδες Πομάκων διοργανώνουν προσκυνηματικές εκδρομές σε σημαντικούς θρησκευτικούς χώρους όπως το Άγιο Όρος, τα Μετέωρα, την Πάτμο, αλλά ακόμη και στους Άγιους Τόπους. Στα προσκυνήματα αυτά   εφοδιάζονται ως ευλογία  με κάποια φυλαχτά, μπουκαλάκια με αγιασμό ή βαμβάκι με λάδι από την καντήλα του Χριστού, της Παναγίας ή κάποιου αγίου. Δεν είναι λίγες οι μαρτυρίες κληρικών, των κατά τόπους προσκυνημάτων, που κάνουν λόγο για χαρτιά, στα οποία είναι γραμμένα ονόματα μουσουλμάνων και προορίζονται για την προσκομιδή. Πολλές φορές οδηγοί εκδρομικών λεωφορείων σταματούν σε προσκυνήματα για να δώσουν οι επιβάτες, όχι όλοι βέβαια, τα ονόματά τους μεταξύ αυτών  είναι και οι Πομάκοι. Ενδεικτικό της πληροφορίας αυτής είναι οι αξιόπιστες μαρτυρίες των εφημέριων κληρικών που διακονούν στην Παναγία της Τήνου, και που διηγούνται τα θαύματα από θεραπευθέντες Πομάκους.

Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι, παρά το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού, που καταγράφεται αναμφίβολα στην ιστορία των περιοχών της Ανατολικής Θράκης και της Μικράς Ασίας, η άποψη περί ύπαρξης κρυπτοχριστιανών στη σύγχρονη Δυτική Θράκη έχει αναχρονιστικό χαρακτήρα και επιστημονικά είναι αμφισβητήσιμο. Η πληθώρα των χριστιανικών στοιχείων στους εξισλαμισμένους Πομάκους δεν συνεπάγεται ότι οι Πομάκοι συγκροτούν μια σύγχρονη κοινότητα κρυπτοχριστιανών. Αντιθέτως τα στοιχεία μαρτυρούν τη χριστιανική προέλευσή τους και τίποτε περισσότερο.

Ένα ακόμη χριστιανικό στοιχείο, που καταγράφεται και που διατηρείται ακόμη στους Πομάκους, είναι ένα είδος αρτοκλασίας. Ουσιαστικά πρόκειται για το ψήσιμο επτά άρτων οι οποίοι άρτοι καταναλώνονται από όλα τα μέλη της οικογενείας σε συγκεκριμένη ημέρα του έτους.   Η  συγκέντρωση της οικογένειας και η βρώση των άρτων αυτών γίνεται συνήθως το Σεπτεμβρίου, πίνοντας μαζί με τον άρτο και κρασί ευχαριστώντας το Θεό για την παραγωγή ευχόμενοι ο ένας στον άλλο ευημερία και υγεία καθ’ όλη τη διάρκεια του Έτους.

Το «Κουρμπάν μπαϊράμ» είναι μια οικογενειακή εορτή στην οποία τελείται η λατρευτική θυσία αρνιού. Το αρνί αγοράζεται από κάθε σπιτικό την παραμονή της εορτής και βάφεται με κινά [4] σε τρία μέρη του τριχώματος της πλάτης του. Το έθιμο αυτό σχετίζεται με το κόκκινο χρώμα, που έχουν τα πόδια της πέρδικας, που οι Πομάκοι φρονούν ότι είναι καταραμένο και απαίσιο πουλί. Η αιτία του πράγματος βρίσκεται σε ένα  θρησκευτικό  μύθο που αναφέρει, ότι όταν κάποτε ο Μωάμεθ κρύφτηκε κυνηγημένος στην κουφάλα ενός δέντρου ανακαλύφθηκε   από την κραυγή μιας πέρδικας με κόκκινα πόδια. Γι’ αυτό άλλωστε και κατά την ιερή ημέρα της αργίας τους, που είναι η Παρασκευή, επιδίδονται στο κυνήγι της πέρδικας, την οποία επιδιώκουν μόνο και μόνο να φονεύσουν. Παρόμοιες αντιλήψεις για προδοτικά φυτά ή ζώα υπάρχουν και στους χριστιανούς της Θράκης, όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι Εβραίοι ανακάλυψαν τον καταδιωκόμενο Χριστό.

Σημαντική επίσης είναι η επισήμανση του Τσέχου ερευνητή Geitler που αναφέρει, ότι αγαπητός άγιος των Πομάκων είναι και ο άγιος Δημήτριος, και οι ίδιοι εξυμνούν με αγάπη και χωρίς καμιά επιφύλαξη το Σταυρό, το Ευαγγέλιο, τα φυλαχτά, συμπαραστεκόμενοι στην ανέγερση πλουσίων μοναστηριών και εκκλησιών [5].

Αξιόλογη είναι επίσης και η μαρτυρία πολλών χωρικών, που διατηρείται μέχρι τις μέρες μας  αναφερόμενη στις σοβαρές αντιδράσεις που προέβαλαν τα νεαρά κορίτσια του χωριού Πάχνη κατά τους ομαδικούς εξισλαμισμούς. Τα κορίτσια αυτά έδεσαν τα μαλλιά τους, η μια με την άλλη, για να μην έχουν την δυνατότητα να φύγουν, σε περίπτωση που μετάνιωναν και ρίχνονταν στο γκρεμό. Οι Πομάκοι, την περιοχή αυτή, την ονομάζουν Ζάλογγο της Ξάνθης.

Ένα ακόμη χριστιανικό κατάλοιπο, που συναντάται στους Πομάκους είναι ότι όταν πεθαίνει κάποιος, εκτίθεται ο νεκρός στο σπίτι, ώστε οι οικείοι του να έχουν τη δυνατότητα να τον πενθήσουν [6]. Επιπλέον πριν την ταφή ο νεκρός εναποτίθεται σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, έξω στο τζαμί ενώ ο χότζας και όσοι ακολουθούν την κηδεία, μπαίνουν μέσα και προσεύχονται, όπως περίπου συμβαίνει και στο χριστιανικό κόσμο με τη μόνη διαφορά, ότι οι κεκοιμημένοι τοποθετούνται εντός του ιερού ναού για να γίνει η προσευχή. Η παράθεση γεύματος μετά την κηδεία από τους συγγενείς το καθορισμένο πιλάφι με κρέας και γιαούρτι, είναι ακόμη ένα κοινό στοιχείο. Στα σαράντα   δεν γίνεται κάποια τελετή, απλά μόνο παραθέτουν γεύμα, τη φορά αυτή με πίτα, ενώ στους πτωχούς μοιράζονται  τα πράγματα του νεκρού και χρήματα ως ελεημοσύνη, ως ένα είδος μνημόσυνου. 

Ένα επιπρόσθετο χριστιανικό στοιχείο που συναντάει κανείς στους Πομάκους είναι οι εορτές και τα πανηγύρια. Το κουρμπάνι, η ζωοθυσία, με παράλληλο μοίρασμα πιλαφιού σε υπαίθριες συγκεντρώσεις, αποτελεί διαδεδομένη πρακτική όχι μόνο στους σλαβόφωνους μουσουλμάνους αλλά και σε χριστιανικούς πληθυσμούς της Θράκης.

Στην ορεινή Ξάνθη πολλά πανηγύρια, που λαμβάνουν χώρα κατά την καλοκαιρινή περίοδο, διοργανώνονται σε ιερούς τόπους συνδέοντας τα με τις μορφές των αγίων.
Τα κουρμπάνια αυτά των Πομάκων, που έχουν θρησκευτικό χαρακτήρα ονομάζονται mayha. Πρόκειται ουσιαστικά περί ενός είδους συνάθροισης με στόχο την απόδοση ευχαριστίας προς τον Αλλάχ. Ένα ακόμη επί μέρους χριστιανικό κατάλοιπο, εκτός απ’ όλη την τελετή,   μπορεί κάποιος να διαβάσει μια ευχή προς το Θεό, με σκοπό την εκπλήρωση κάποιου τάματος. Το αυτό κάνουν και αρκετοί Χριστιανοί που τάζουν κατά καιρούς, προς εκπλήρωση κάποιας επιθυμίας τους (π.χ. ανάρρωση οικείου προσώπου), ή σε ανάμνηση κάποιου ευχάριστου γεγονότος (π.χ. επιτυχία σε κάποια δραστηριότητα) [7].      

Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει μια διάκριση των κουρμπανιών που γίνονται στα Πομακοχώρια της Ξάνθης, από την Άνοιξη μέχρι το Φθινόπωρο, από αυτά που διοργανώνονται από τους Τουρκόφωνους των ορεινών χωριών της Ξάνθης. Βέβαια υπάρχουν πανηγύρια των δευτέρων στα οποία συμμετέχουν και οι Πομάκοι.
Ο Geitler στο βιβλίο του «Ποιητικές παραδόσεις των Θρακών και των Βουλγάρων» σημειώνει ότι υπάρχουν χριστιανικά κατάλοιπα στα τραγούδια τους, που αφορούν κυρίως το πρόσωπο της Θεοτόκου και κάποιες συνήθειες – έθιμα που τα τηρούσαν σε συγκεκριμένες εορτές [8].
Όλες αυτές οι απόψεις του Geitler, βρίσκονται σε συμφωνία με τις ελληνικές άγραφες παραδόσεις αλλά και με όσα έγραψαν οι Έλληνες ιστορικοί της Θράκης με κύριους εκπροσώπους τους Κουρτίδη και Αποστολίδη [9].

Τα χριστιανικά στοιχεία των Μπεκτασήδων Πομάκων

Στην περιοχή της Δυτικής Θράκης ζουν οι Μπεκτασήδες Πομάκοι. Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη ενότητα, οι Πομάκοι στο σύνολό τους δεν προσχώρησαν στον Μπεκτασισμό. Ωστόσο όμως οι χριστιανικές επιδράσεις που συναντάμε και που είναι έκδηλες φανερώνουν την θρησκευτικότητά τους.

Φαινομενολογικά στοιχεία της τελετουργίας των   ανάγονται σε ενδείξεις αν όχι και αποδείξεις μιας συνειδητής ροπής των Μπεκτασήδων Πομάκων προς το Χριστιανισμό [10]. Συγκεκριμένα κάποια χριστιανικά στοιχεία έχουν την προέλευση τους από τη Παλαιά Διαθήκη και κάποια άλλα από τα θαύματα του Χριστού ή άλλα γεγονότα της Καινής Διαθήκης.

Ένα πρώτο στοιχείο, που έχει τις ρίζες του στην Παλαιά Διαθήκη είναι η ανάληψη αγίων ανδρών στους ουρανούς. Οι σχετικές διηγήσεις περί αναλήψεως στον ουρανό  πνευματικών ανθρώπων, στηρίζονται στα χριστιανικά πρότυπα και συγκεκριμένα στην ανάληψη στους ουρανούς με πύρινο άρμα του προφήτη Ηλία, αλλά και στην ανάληψη του Χριστού, σαράντα ημέρες μετά την Ανάσταση του [11].

Επίσης σε κάποιες σωζόμενες βιογραφίες δικού τους «αγίων», αναφέρεται πως ο Χατζή Μπεκτάς έδειξε τη θαυματουργική του δύναμη μεταβάλλοντας το νερό, με το οποίο θα πραγματοποιούνταν ο προσωπικός του καθαρμός, σε αίμα. Αυτό το πραγματοποίησε για να αποδείξει στον κόσμο τη χάρη του και κατά συνέπεια την Θεία Αποστολή του. Επίσης δέχονται κάποια υπερφυσικά γεγονότα, τα οποία υπάρχουν ως περιστατικά σύμφωνα με τις διηγήσεις και τις δοξασίες τους. Αναμφίβολα έχουν τις ρίζες τους στον χριστιανισμό, και στη δική τους ζωή και πορεία μέσα στο χρόνο και μεταδίδονται από γενιά σε γενιά προσπαθώντας έτσι μ’ αυτόν τον τρόπο να στηρίξουν την πίστη τους.

Ένα ακόμη στοιχείο που  προέρχεται από την Παλαιά Διαθήκη είναι το «πυρ εξ ουρανού»[12], που έστελνε ο Θεός για να καταστρέψει τους εχθρούς των Εβραίων. Το ίδιο  κάνει και πάλι ο  Θεός σε όλους, όσους προσπαθούν, να φέρουν αντίσταση στους ιερούς πολέμους των Μπεκτασήδων. Επιπλέον  διατηρούνται διάφορες αφηγήσεις, με θέμα   την ορατή παρουσία του Θεού ενισχύοντας στον αγώνα κατά των εχθρών.

Η δράση λοιπόν αυτών των «αγίων», ανάλογα με τον βίο τους αναπτύχθηκε μια ολόκληρη παραφιλολογία, για τις θαυματουργικές ικανότητές τους. Αυτές τις θαυματουργικές πράξεις τους, προσπαθούν να τις συνδυάσουν με τα θαύματα του Χριστού και των αγίων αποστόλων. Συγκεκριμένα εκτός από το θαύμα σχετικά με την αφθονία των τροφίμων, αναφέρονται και σε αναβλέψεις τυφλών, σε αναστάσεις νεκρών και προχωρούν ακόμη περισσότερο κάνοντας λόγο για γεννήσεις παιδιών σύμφωνα με το πρότυπο της γεννήσεως του Χριστού. Βέβαια όλα αυτά  χαρακτηρίζονται ως μια φοβερή βλασφημία κατά του προσώπου του Χριστού και της εν γένει χριστιανικής Εκκλησίας.

Οι Μπεκτασήδες Πομάκοι έχουν κάποιες τελετές μυστηριακού χαρακτήρα, αυτές είναι:

Το «ταρικάτ αμπτεστί» είναι ο συμβολικός καθαρμός του σώματος με νερό, τον οποίο πραγματοποιούν κατά τη διάρκεια της τελετής «ικράρ» [13]. Κάτι αντίστοιχο με την αναγέννηση του Χριστιανού μέσα στο αγιασμένο νερό της κολυμβήθρας. Επίσης το ράντισμα με ροδέλαιο κατά την ώρα που πραγματοποιείται η τελετή «τζεμ» [14]. Αυτό ως προς τα εξωτερικά του γνωρίσματα θα μπορούσε να παραλληλισθεί με το χριστιανικό χρίσμα [15].

Κατά  την  πραγματοποίηση των ως άνω δύο τελετών, τελείται και η χρήση του άρτου και του οίνου, σύμφωνα με το πρότυπο του Μυστικού Δείπνου[16]. Η τελετή «μπας  οκουτμάκ»  ομοιάζει με αυτήν της εξομολογήσεως, ενώ το «ντουσκιουνλούκ» με τον αφορισμό [17].

Τελειώνοντας αναφέρουμε πως όχι μόνο τα εξωτερικά στοιχεία κάποιων τελετών ή η πίστη κάποιων πραγμάτων έχουν σχέση με τον Χριστιανισμό αλλά και αυτοί ακόμη οι ηθικοί τους κανόνες, όπως π. χ.  περί φόνου, κλοπής, μοιχείας, παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με τις Δέκα Εντολές και την χριστιανική ηθική.

Ως συμπέρασμα  εκείνο που θα μπορούσαμε να επισημάνουμε είναι πως οι Πομάκοι είναι απόγονοι αρχαίων Θρακικών φύλων. Τα πρώτα Θρακικά φύλα που εισήλθαν στο χώρο της Θράκης κατά τη διάρκεια των αιώνων, επηρεάστηκαν από διάφορα ιστορικά γεγονότα. Οι Πομάκοι ζουν σήμερα στην ίδια περιοχή, βόρεια της Ξάνθης με κέντρο τους το χωριό Εχίνο και στην υπόλοιπη Δυτική Θράκη. Η ορεινή περιοχή που κατοικούν όλους αυτούς τους αιώνες βοήθησε να μείνουν σχετικά μακριά από επιδρομές και να υποστούν τη μικρότερη ζημιά, σε σχέση με τους υπόλοιπους λαούς της Θράκης. Γλίτωσαν από τις επιδρομές των Σκύθων, των Αβάρων, των Ούννων.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] ΤΡΟΥΜΠΕΤΑ ΣΕΒΑΣΤΗ, κατασκευάζοντας ταυτότητες για τους μουσουλμάνους της Θράκης, Το παράδειγμα των Πομάκων και των τσιγγάνων, εκδ. Κριτική, Κέντρο Ερευνών μειονοτικών Ομάδων, Αθήνα 2001, σ. 90.
[2] Όπ. π., σ. 80.
[3] ΦΩΤΕΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ, όπ. π., σ. 7.
[4] Κίνα είναι η κόκκινη μπογιά, που χρησιμοποιείται για τη βαφή αντικειμένων, υφασμάτων κ. ά.
[5] GEITLER, όπ. π., σ. 20
[6] ΒΑΡΒΟΥΝΗ Μ., Όπ. π., σ. 23.
[7] ΚΟΚΚΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Θερινά θρησκευτικά πανηγύρια των Πομάκων της ορεινής Ξάνθης, Αθήνα 2010, σ. 15.
[8] Geitler L. , όπ. π., σ. 90.
[9] Μαγκριώτη Ιω., όπ. π., σ. 60.
[10] ΤΡΟΥΜΠΕΤΑ ΣΕΒΑΣΤΗ, όπ. π., σ. 90-91.
[11] ΤΣΑΚΙΡΟΓΛΟΥ ΗΛΙΑ, όπ. π., σ. 83.
[12]  Βασ., 13, 23
[13] Η ομολογία πίστεως που δίνουν τα νέα μέλη έχει τελετουργικό χαρακτήρα και πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες μυστηριακές συνάξεις. Η τελετή περιλαμβάνει τα εξής μέρη: α) ευτρεπισμό του ναού  β) κατήχηση  γ) συμβολικό καθαρμό του σώματος με νερό  δ) την είσοδο του νεοφώτιστου στα άγια και την αποκάλυψη σ’ αυτών κάποιων αληθειών  ε) την ομολογία πίστεως από το υποψήφιο μέλος και τέλος το δείπνο.
[14] Πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια του χειμώνα και τις περισσότερες φορές στις 27 Δεκεμβρίου.
[15] ΜΙΡΜΙΡΟΓΛΟΥ ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΥ, Οι Μπεκτάσηδες, Αθήνα 1940, σ. 137.
[16] ΖΕΓΚΙΝΗ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ, όπ. π., σ. 47.
[17] ΜΙΡΜΙΡΟΓΛΟΥ ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΥ, όπ. π., σ. 135-136.