Νasradín hótze
abihódeli e selána da si náide zhóna
Νasradín hótze kogána e bïl léfter abihódeli e selána da si
náide zhóna. Hódil hodil abigrálie vrit selána áma sóe naucíl faf séko sélo
kakvó íméla. I nahódesi οt sélana zhóno. Azhónevο so.
Αgá sa azhónevo zel
da trósi rábata. I hódi faf ennó sélo da pita za rábata. I chúlie íma ennó
bábitsko yiétse bólna mlógu godíni. I tói víka ednó mu:
- Mózhash li ma atkárash u bábitskona da e vídem da i pο
paém málko bek i senáe dermáne?
I nái go atkáravo i
Nasradín fáta da i paé. Pel kólku na pel i bábitskana sa uzdravéva. I sélano sa
naúche.
Izbírat mu mlógu bahchíshe. I Nasradín si hódi faf sélana i nósi mlógu
parï. I zhanána go pita:
- Kak gi tï iskára aisólkus parï?
I tói víka zhónaine:
- Imé ennó stára zhóna. Υe i náide se bépe.I sélana sa
naúche tsi náide stáraine ad máne dermáne . I máne dádaho goläma bakchíshe.
I sélana kázavo
faf drúgona séla tsi íma ennó hótzhe za vod go Nasradín.
Kadé na íde da paé goläma dermána íma pa fálevot go. I edín
chuläk izláze i víka:
- ‘Oti go ne papïtate faf sélana nása íma ennók chuläka
yétse e yek vrit sélana upláshïl. I réche: «Da kogáta ye úmram faf sélasa enná
zhaná néma da ráda déte.
Pak tói právi
siyirbazlïka sélamune ála sélana ne zhnáe. I täh pïtat Nasradína:
- Μózhash li da stóris né ko?
Nasradín víka:
- Mózham. To íma koláe. She zémam kitápene, she póem,
kitápen she mi káza.
Áma Nasradín sa e sétil at sihirbazlïkae. I sélana mu víka:
- Ei Nasradín, ko mózhash da náides sélamuse dermáne, faf
parïse ta parïeme, po zengín i at vasilió she da si.
I Nasradín mi víka:
- Shlúshaite kakvó she vu kázham. Ye agá dóidam faf sélata
néma da kázavate nikómune tsi she dahódem da póem za dermáne.
I täh mu víkot:
- Da.
- Éshte enó she u kázam. Na séko kóshta trébavo da vórvem pa
tri déne.
Áma faf kóshtana néma da íma dúsha ad zhónana madé. I ni ta
kóte.
I täh mu víkot :
- Da.
- She si rechéte zhóna méne she mi póem. I kaknána rékom she
go právet.
I sélanosi hodet faf kóshtene i víka. Sek i edín víka
zhónaine si.
- Glödaite zhóni kakná právite.
Agá dóide hótzhena da u paé i kaknána u retsé she da go
právite.
I zhónine víkot:
- Da.
I Nasradín hódi na pórvana faf ennó kóshta da paé.
I víka zhónaine:
- Ímate li hamáma?
Zhanána mu víka:
- Ímame.
I Nasradín sa e patpálil. Víka:
- Kak sa póem vóri stópli vóda faf hamámane.
Trébavo da ti ómie garbáte saz rakïse óti ímas günäha.
I tiá amáreva vóda i vláze faf hamámane. I Nasradín zafáta
za e tríe. I tie ne videvóla ainakvói tríeni.
I tié sa patpáleva. I právet rábata I víkai Nasradín:
- Shlúshai kakvó she ti kázam. Tri déne she dahódem I trise
déne aisazí she da právime. Néma da kázavos chuläkonéti kakná sme právili. She
víkash «ólu mi paé». Óti ko kázhash, néma da stánes teshká.
I chuläkon agá hódi faf kóshtana pita zhónana
- Kakná ti právesho Nasradín?
- To mi chuläku le paé. I nasónane mi dáde ennó sukére. I
napísa mi ennó kinígo i víka mi za ennók mésetsa she stánesh teshká.
Prez vrit
kóshtene izhódil Nasradín ainaí e právil hérvakït svórsï i prekáral vrit sélana
i zhónine stánalï vrit téski. I zafátili sa da rádat. I selána mu zbírat altóna
i parï i artósavot gonah sélano.
Hódi Nasradín. Faf
sélana kára tséla tamafíla parï i altóna. Áma fav nazí séla zöli da rádat
zhónane. Le zhána radí détena méhne Nasradína i miléten zöl da sa chúdet vrit
detíse da möhnat hótzhena, kak stánavo?
Täh hódet tséla sélana da go abihádet Nasradína i da go
pïtat:
- Óti méhnat vrit detíse tébe?
I Nasradín mi víka:
- Bék iste aitólkus budalï?
Am kotró gu íshtete da méhne? Vámi í li? Ne li sa yépel máne se
méhnat ?
I sélana víka:
- I maháka hóje sa.
I tói mu víka:
- Ímate háka.
Áma néma kotró da u go naháka.
O Nασραντίν
χότζας γύρναγε τα χωριά για να βρει γυναίκα
O Nασραντίν χότζας όταν ήτανε λέφτερος γύρναγε τα χωριά για
να βρει γυναίκα. Πήγαινε, πήγαινε, γύρισε όλα τα χωριά αλλά είχε μάθει σε κάθε
χωριό τι συνέβαινε. Και βρήκε από το χωριό του γυναίκα. Παντρεύεται.
Όταν παντρεύτηκε
ξεκίνησε να ψάξει για δουλειά. Και πάει σε ένα χωριό να ρωτήσει για δουλειά.
Και άκουσε ότι υπάρχει μια γριά πολλά χρόνια άρρωστη.
Και αυτός λέει σε έναν:
- Μπορείς να με πας στη γριά να τη δω να τη διαβάσω λίγο
μήπως βρει γιατρειά;
Και αυτόν τον
πήγε και ο Νασραντίν άρχισε να τη διαβάζει. Διάβασε όσο διάβασε και η γριά
έγινε καλά. Και το χωριό το έμαθε και του μαζεύουν μπόλικο μπαξίσι. Και ο
Νασραντίν φεύγει στο χωριό του και κουβαλάει πολλά λεφτά. Και η γυναίκα του τον
ρωτάει:
- Πώς εσύ έβγαλες τόσα λεφτά;
Κι αυτός λέει στη γυναίκα του:
- Υπήρχε μια γριά. Εγώ της βρήκα γιατρειά. Και το χωριό το έμαθε ότι βρήκε η γριά από
μένα γιατρειά και μου έδωσαν μεγάλο μπαξίσι.
Και το χωριό το
είπε στο άλλο χωριό ότι υπάρχει ένας χότζας που τον λένε Νασραντίν. Όπου και να
πάει να διαβάσει βρίσκει ο κόσμος μεγάλη γιατρειά του έβγαλαν φήμη. Ένας άνδρας
βγαίνει και λέει:
- Μπορείτε να τον ρωτήσετε στο χωριό το δικό μου υπάρχει
ένας άνδρας πολύ δυνατός που έχει φοβίσει όλο το χωριό. Και έχει πει: «‘Ωσπου να πεθάνω εγώ καμιά
γυναίκα δεν πρόκειται να γεννήσει παιδί».
Όμως αυτός έκανε μάγια στο χωριό του αλλά το χωριό δεν το
ήξερε. Και αυτοί ρωτάνε το Νασραντίν:
- Mπορείς να κάνεις κάτι;
Ο Νασραντίν λέει:
- Μπορώ, αυτό είναι
εύκολο. Θα πάρω το βιβλίο, θα διαβάσω, το βιβλίο θα μου πει.
Αλλά ο Νασραντίν είχε καταλάβει ότι είναι από μάγια αυτά.
Και το χωριό του λέει:
- Ε Νασραντίν, αν μπορείς να βρεις γιατρειά για το χωριό, με
λεφτά θα σε σκεπάσουμε, πιο πλούσιος και από το βασιλιά θα είσαι.
Και ο Νασραντίν τους λέει:
- Ακούστε τι θα σας πω. Eγώ όταν έρθω στο χωριό σας δεν θα
το πείτε σε κανένα ότι θάρχομαι να σας διαβάζω για γιατρειά.
Και αυτοί του λένε:
- Ναι.
- Kάτι ακόμα θα σας πω.
Σε κάθε σπίτι πρέπει να πηγαίνω από τρεις μέρες. Αλλά στο σπίτι δεν θα
υπάρχει ψυχή εκτός από τη γυναίκα. Ούτε και γάτα.
Κι αυτοί του λένε:
- Nαι.
- Θα πείτε στις γυναίκες σας ότι θα τις διαβάσω. Και ό,τι πω
θα το κάνουνε.
Και οι χωριανοί πηγαίνουν στα σπίτια τους και το λένε. Kάθε
ένας λέει στη γυναίκα του:
- Κοιτάξτε γυναίκες τι κάνετε.
Όταν έρθει ο χότζας να σας διαβάσει ό,τι σας πει θα το
κάνετε.
Και οι γυναίκες λένε:
- Ναι.
Και ο Νασραντίν πάει για πρώτη φορά σε ένα σπίτι να
διαβάσει.
Και λέει στη γυναίκα:
- Έχετε λουτρό;
Η γυναίκα του λέει:
- Έχουμε.
Και ο Νασραντίν άναψε. Λέει:
- Όπως διαβάζω εσύ πήγαινε στο λουτρό να ζεστάνεις νερό.
Πρέπει να σου πλύνω την πλάτη με τα χέρια μου γιατί έχεις αμαρτίες.
Και αυτή ζεσταίνει νερό και μπαίνει μέσα στο λουτρό. Και ο
Νασραντίν αρχίζει να την τρίβει. Και αυτή δεν είχε ξαναδεί ποτά τέτοιο τρίψιμο.
Και αυτή ανάβει. Και κάνουν τη δουλειά και της λέει ο Νασραντίν:
- Άκου τι θα σου πω. Τρεις μέρες θα έρχομαι και τρεις μέρες
αυτό θα κάνουμε.
Δε θα πεις στον άντρα σου τι κάναμε. Θα λες «όλο με
διάβαζε». Αν το πεις, δεν πρόκειται να μείνεις έγκυος.
Και ο άνδρας όταν πάει στο σπίτι ρωτάει τη γυναίκα:
- Τι σου έκανε ο Νασραντίν;
- Όλο ο άνθρωπος με διάβαζε. Και στο τέλος μου έδωσε μια
καραμέλα. Και μου έγραψε ένα χαρτί και μου είπε σε ένα μήνα θα μείνω έγκυος.
Από όλα τα
σπίτια πέρασε ο Νασραντίν, το ίδιο έκανε κάθε φορά και τελείωσε και πέρασε απ’
όλους και οι γυναίκες μείνανε όλες έγκυες. Και άρχισαν να γεννάνε.
Και το χωριό του μάζεψαν χρυσό, λεφτά και τον αποχαιρέτησαν
για το χωριό του.
Φεύγει ο
Νασραντίν. Στο χωριό του κουβαλάει ένα
αυτοκίνητο λεφτά και χρυσάφι.
Αλλά σε εκείνο το χωριό άρχισαν να γεννάνε οι γυναίκες.
Όποια γυναίκα γεννάει, το παιδί μοιάζει με το Νασραντίν και ο κόσμος άρχισε να
σκέφτεται όλα τα παιδιά να μοιάζουν στο χότζα, τι γίνεται; Όλο το χωριό
ξεκίνησε να πάνε να συναντήσουν το Νασραντίν και να τον ρωτήσουν:
- Γιατί μοιάζουν όλα τα παιδιά με εσένα;
Και ο Νασραντίν τους λέει:
- Καλά, τόσο βλάκες είστε; Αλλά σε ποιον θέλετε να μοιάζουν;
Με εσάς ή με εμένα; Αφού εγώ διάβασα, με εμένα θα μοιάζουν.
Και το χωριό λέει:
- Έχει δίκιο ο χότζας.
Και αυτός τους λέει:
- Έχετε δίκιο. Αλλά δεν υπάρχει κανένας να σας το χώσει.
* Από το βιβλίο του ΑΛΗ ΡΟΓΓΟ, ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΩΝ
ΠΟΜΑΚΩΝ ΤΗΣ ΟΡΕΙΝΗΣ ΞΑΝΘΗΣ, εκδόσεις Οδυσσέας 2004.
Το βιβλίο «Παραμύθια και Τραγούδια των Πομάκων της Ορεινής
Ξάνθης» είναι μία μικρή ανθολογία του παραδοσιακού προφορικού λαϊκού λόγου των
Πομα΄κων της Ελλάδας. Περιλαμβάνει 22
παραμύθια και 28 τραγούδια γραμμένα στην
πομακική γλώσσα και μεταφρασμένα στα Ελληνικά. Τα περισσότερα προέρχονται από
το χωριό τη Γλαύκη του νομού Ξάνθης και μερικά από τα γύρω χωριά. Καταγράφηκαν
από τον παραδοσιακό Πομάκο μουσικό Αλή Ρόγγο και αποτελούν μία πολύτιμη συμβολή στη μελέτη τόσο της γλώσσας
όσο και του πολιτισμού των Πομάκων της ορεινής Ξάνθης.