Τρίτη 5 Ιουνίου 2012

Τι σημαίνει "Πομάκοι" και τι "Αχριάνοι";


Μεγάλη πέτρινη γέφυρα κοντά στην πόλη Άρντινο της βουλγαρικής Ροδόπης
(Φωτογραφία Ν.Θ. Κόκκας)

[απόσπασμα από το βιβλίο:
«Μετασχηματισμοί της συλλογικής ταυτότητας των Πομάκων»
Εκδόσεις Σπανίδη, Ξάνθη 2006, σελίδες 247-254]

 Οι όροι «Αχριάνοι» και «Πομάκοι»

Νικόλαος Θ. Κόκκας


  Πολλές θεωρίες έχουν διατυπωθεί και στη Βουλγαρία, όπως και στην Ελλάδα, σχετικά με την εθνική καταγωγή των Πομάκων. Υπάρχουν βασικά δύο κυρίαρχες θεωρίες. Σύμφωνα με την πρώτη οι Πομάκοι είναι απόγονοι ντόπιων χριστιανών κατοίκων της Ροδόπης οι οποίοι εξισλαμίστηκαν βίαια (η κυρίαρχη βουλγαρική άποψη). Σύμφωνα με τη δεύτερη, οι Πομάκοι έχουν Ασιατική καταγωγή και μετοικούν στη Ροδόπη όπου και ασπάζονται σταδιακά το Ισλάμ (η κυρίαρχη τουρκική άποψη).
    Ο όρος «Πομάκοι», που καταγράφεται για πρώτη φορά από το Boué  σε περιοδεία του στα Βαλκάνια το 1839, αρχίζει να χρησιμοποιείται ευρύτερα στις Οθωμανικές πηγές μετά το Ρωσο-Τουρκικό πόλεμο του 1877-78 (44). Πριν από τον όρο αυτό διαδεδομένος ήταν ο όρος υποτιμητικός Αχριγιάν αναφορικά με τους εξισλαμισμένους κατοίκους της Ροδόπης.
O Ami Boué (45) αναφέρεται σε Πομάκους στην περιοχή Λόβτσα (46): «Ανάμεσα σ’ αυτούς τους Μουσουλμάνους, υπάρχουν πολλοί που η εξωτερική τους εμφάνιση δείχνει τη σλαβική καταγωγή τους. Ακόμα η περιοχή της Λόβτσας φέρνει για το λόγο αυτό το όνομα Pomak-Naia (47)».

Συνοψίζοντας τις ερμηνείες του όρου «Πομάκοι» μπορούμε να αναφέρουμε επτά διαφορετικές απόψεις:

1. Ο Γκεόργκι Ράκοφσκι το 1857 στο βιβλίο του «Ταξιδιώτης του δάσους» (48) υποστηρίζει τη θεωρία πως η λέξη «Πομάτσι» προέρχεται από τη λέξη «Πομαγκάτσι» δηλαδή βοηθοί και χρησιμοποιήθηκε για τους στρατιώτες που βοήθησαν τους Οθωμανούς Τούρκους στις επιδρομές τους. Την ίδια άποψη υιοθετούν οι Αγγλίδες συγγραφείς Μackenzie και  Irby σε βιβλίο τους το 1878 (49) και ο Stefan Zaharief το 1870 (50).

2. Ο Στόγιου Σίσκωβ διατυπώνει μια άλλη δημοφιλή ερμηνεία του όρου. Υποστηρίζει ότι η λέξη Πομάκοι προήλθε από τη λέξη «μαμίτι» (απατημένοι) (51).

3. Άλλη ερμηνεία  βασίζεται στο ρήμα «πομιάταμ σε»  το οποίο στη διάλεκτο της Ροδόπης σημαίνει  «αρνούμαι», ερμηνεία που παραπέμπει πάλι στην άρνηση της χριστιανικής θρησκείας (52).

4.  Σύμφωνα με άλλο συσχετισμό, ο όρος προέρχεται από τη λέξη  muka (λύπη) παραπέμποντας στη λύπη για τη μεταστροφή στο Ισλάμ (53).

5. Τα απομνημονεύματα του Σαδίκ πασά δίνουν τη βάση για άλλη μια ερμηνεία που συσχετίζει τις λέξεις Πομάκ και Πολάκ. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, στα χρόνια του Οσμάν Γ’, αφού οι Τούρκοι κατέκτησαν τις περιοχές της Πολωνίας, πολλές Πολωνικές οικογένειες ήρθαν στην περιοχή της Φιλιππούπολης για να εργαστούν στις φυτείες ριζιού. Μερικοί από αυτούς κράτησαν την καθολική θρησκεία και ονομάζονταν Παυλικιάνοι ενώ άλλοι ασπάστηκαν το Ισλάμ και το όνομά τους από Πολάκ παραποιήθηκε σε Πομάκ (54).

6. O Ubicini (55) το 1880 εξηγεί τη λέξει Πομάκ με τη λέξη «μομάκ” (νεαρός άνδρας, παλικάρι).

7. Ο Jordan Konstantinov (56)  το 1853  θεωρεί ότι η λέξη προέρχεται από την ελληνική λέξη «ποιμήν».

8. Τη δεκαετία του 1930 ο Ιβάν Λέκωβ (57) κάνει μια νέα απόπειρα να εξηγήσει το όνομα Πομάκ συγκρίνοντας τις λέξεις Πομάκ και Ποτουρνάκ (εκτουρκισμένος). Ο Λέκωβ ισχυρίζεται πως με αποκοπή του «τουρ» από τη λέξη Ποτουρνάκ προήλθε η λέξη Πομάκ.
9-12. Άλλες νεώτερες θεωρίες συνδέουν τη λέξη Πομάκος με  το αρχαίο θρακικό τοπωνύμιο Πόμα (58), την αρχαία ελληνική λέξη «πόμαξ» (= πότης) (59), τη λέξη «απόμαχος» ή «ιππομάχος» (συνδέοντας τους Πομάκους με πολεμιστές του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ή τη λέξη Πατσινάκ (Πετσενέγκος).

   Διάφορες είναι και οι ετυμολογικές προσεγγίσεις για τον όρο «Αχριάνοι» που χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα για τους σλαβόφωνους μουσουλμάνους. Ο πατριάρχης Κύριλλος (60) το 1943 βρίσκεται στο χωριό Χεμετλί (Οργάνη)  της Κομοτηνής και σημειώνει: «Οι Βούλγαροι Μωαμεθανοί εδώ  δε θέλουν να ονομάζονται Πομάκοι επειδή πάντα ονόμαζαν τους εαυτούς τους Αχριάνοι» (61). Ο Κύριλλος μας πληροφορεί επίσης πως οι κάτοικοι του χωριού Οτμάνερι (Έρανος περιοχής Κιμμερίων) αυτοαποκαλούνται Αχριάνοι (62). Στα χωριά Μπρατάνκοβο (Γοργόνα) και Λιούλκα  (Αιώρα) της Ξάνθης οι κάτοικοι πληροφορούν τον Κύριλλο: «Είμαστε Αχριάνοι όπως κι αυτοί στο Αχή-Τσελεμπή (Σμόλιαν) (63)».

  Στη βουλγαρική Ροδόπη ο όρος Αχριάνοι συναντιέται  στις περιοχές ανάμεσα στο Νευροκόπι και το Τατάρ Παζαρτζίκ (64). Γύρω από το Σμόλιαν υπάρχουν τα τοπωνύμια Αχριάνσκο (στο χωριό Άρντα), Αχριάνσκοτο (Λεβότσεβο, Πιζάνοτσα, Ούστοβο), Αχριάνσκα μαχαλά (Γκόρνο Ράικοβο). Στην ανατολική Ροδόπη υπάρχουν τα τοπωνύμια  Αχρέν ουρτ (Καντούνκα), Αχρέν Ποζάρ (Σρούνσκο), Αχρένσκι Πρέσλοπ ( (Γκουλούμποβο), Αχρέν τσαίρ (Μάλκο κρούσεβο), Αχριάνσκι ντολ (Αχριάνσκο), Αχριάνσκο γκρόμπε (Πτσελάροβο), Αχριάν Μαχαλά (Ντόλνο Λούκοβο), Αχρενλέρ (Ντζάνκα). Στη νότια Ροδόπη ο Κύριλλος σημειώνει παρόμοια τοπωνύμια: Αχριάνσκα ρέκα (Κόζλουτζα-Κοτύλη), Αχριάνσκι γκρομπ (Πασαβίκ-Πάχνη) Αχριάνσκοτο (Ισρεν-Ωραίον) (65). Το όνομα Αχριάν καταγράφεται από το 16ο αιώνα σε συνάρτηση με μουσουλμανικά ονόματα. Για παράδειγμα συναντάμε το 1576 αναφορά στον Μεχμέτ το γιο του Αχριάν στο χωριό Γιεγκέν μπεη (περιοχή Φιλιππούπολης (66) και το όνομα Αχρέν Μουσταφά στο χωριό Οτμάν Ερέν (Έρανος περιοχής Κιμμερίων) (67).

    Παραθέτουμε ορισμένες από τις απόπειρες εξήγησης του όρου Αχριάνοι:

1. συνδέεται με τη λέξη «αγαρηνοί» (68).

2. συνδέεται με το αρχαίο θρακικό φύλο Αχριάνες (69).

3. συνδέεται με το βυζαντινό θέμα της Αχριδούς (70).

4. Ο Μπορις Ντεριμπέεβ αναφέρει ένα συγκεκριμένο τοπωνύμιο της ανατολικής Ροδόπης (Αχριανλούκ) όπου όλα τα γύρω χωριά ονομάζονται Αχριλάν (71).

5. Ο Αλεξάντερ Τεοντόρωβ Μπάλαν συνδέει τον όρο με την ονομασία Αχή Τσελεμπή (Σμόλιαν). Σύμφωνα με αυτό Αχριάν σημαίνει ο κάτοικος της περιοχής Αχή Τσελεμπή (72).

6. Ο Στόγιου Σίσκωβ  ετυμολογεί τη λέξη από το τουρκο-αραβικό ahara-yana  δηλαδή «ο τελευταίος που ασπάστηκε το Ισλάμ» (73).

7. Ο πατριάρχης Κύριλλος  προτείνει την τουρκική λέξη  ahrete  που χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι για τον κάτω κόσμο (74).

8. Οι Μ.Mollova  και Μomchil Stoyanov  θεωρούν ότι η λέξη προέρχεται από το επίθετο  ahir  με την προσθήκη της περσικής κατάληξης yan  για τον πληθυντικό αριθμό (ahiryan>ahriyan),δηλαδή «οι τελευταίοι μουσουλμάνοι» (75).

9. Έχει προταθεί η σχέση της λέξης με το παλαιοσλαβικό  ohreyan ( άξεστος) (76).

    Η τουρκόφωνη βιβλιογραφία σχετικά με τους Πομάκους της Βουλγαρίας είναι μεγάλη και συνοψίζεται στο έργο του Husein Memişoglu και του Ali Eminov. Σύμφωνα με τις κυρίαρχες τουρκικές θεωρίες (77), οι Πομάκοι είναι άμεσοι απόγονοι των Κουμάνων που μετανάστευσαν προς τα δυτικά από τη βόρεια Κίνα το 916 μ.Χ. Κατά τον 11ο αιώνα έφτασαν στα Βαλκάνια και κατέλαβαν τη Ροδόπη. Το 1087 εγκαθίδρυσαν σε συνεργασία με τους Πετσενέγκους μια βραχύβια ομοσπονδία με πρωτεύουσα το Κουμάνοβο. Στην οροσειρά της Ροδόπης οι Κουμάνοι ενώθηκαν με αναρίθμητα τουρκικά φύλα από την Ανατολία και ιδιαίτερα από την Κόνυα, φύλα που μετακινήθηκαν εκεί από τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες ως ανάχωμα στις επιδρομές των Σλάβων. Ο Memişoglu  αναφέρει (78) πως μεταξύ του 1065 και του 1345 τουλάχιστον 200.000 Γιουρούκοι είχαν μετακινηθεί στο νότιο τμήμα της Βαλκανικής χερσονήσου. Οι Γιουρούκοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον εξισλαμισμό των Κουμάνων πριν από την άφιξη του Οθωμανικού στρατού το 1358. Έτσι, ο εξισλαμισμός των Κουμάνων έγινε πριν από την Οθωμανική κατάκτηση. Για τη γλώσσα των Πομάκων ο Memişoglu   ισχυρίζεται πως το λεξιλόγιό της είναι 30% ουκρανικό-σλαβικό, 25% κουμανικό, 20% τουρκικό, 15% Νογκάι και 10% αραβικό.

     Μια άλλη τουρκική θεωρία είναι αυτή του Enver Şerifgil (79) και σχετίζεται με δύο τοπωνύμια της Ροδόπης: την κοιλάδα του Τσέπιν και το Μπάμπεκ. Ο Εμπώ Μουσλήμ ήταν Άραβας ιερέας κατά τη δυναστεία των Ουμαγιάντ (661-750 μ.Χ.). Οι ακόλουθοί του ίδρυσαν την αίρεση των Χουρεμιλέρ, οι οποίοι υπό την ηγεσία του Μπάμπεκ μετακινήθηκαν προς τα βόρεια κατά τον 11ο αιώνα για ξεφύγουν από τους διωγμούς. Έφτασαν στη Ροδόπη όπου εγκαταστάθηκαν και έγιναν γνωστοί ως Τσέπνιλερ. Αυτοί σύμφωνα με τον Şerifgil είναι οι πρόγονοι των Πομάκων, οι οποίοι γλωσσικά εκσλαβίσθηκαν αλλά παρέμειναν Μουσουλμάνοι.  Στην ιστοσελίδα του Συνδέσμου Αλλυλεγγύης Τουρκικής Θράκης αναφέρεται (80) πως «η πατρίδα των Πομάκων Τούρκων είναι η περιοχή του Τουρκμενιστάν στη  Βόρεια Κίνα, η οποία ονομάζεται «Κιμάκ» ή «Κιμέκ». Αυτοί οι Τούρκοι άρχισαν να μεταναστεύουν το 916 και ήρθαν στο Δούναβη (Τούνα) και τη Δοβρουτσά. Αργότερα εγκαταστάθηκαν στη Ροδόπη και την Ανατολική Μακεδονία».  Από τους Βούλγαρους συγγραφείς η γλώσσα των Πομάκων της Βουλγαρικής Ροδόπης αναφέρεται ως  αρχαϊκή μορφή της βουλγαρικής, τόσο ως προς το λεξιλόγιο όσο και ως προς τη σύνταξη και τη φωνολογία της. Η διατήρηση αρχαϊκών στοιχείων στην πομακική ερμηνεύτηκε με βάση την απομόνωση των κοινοτήτων των Πομάκων της Ροδόπης.

     Μελετώντας επί πολλά χρόνια την ομιλία των Πομάκων της περιοχής Lovech, ο Βασίλ Σαβώφ (81) σημείωσε πως έχει στοιχεία της φωνολογίας της παλαιοβουλγαρικής και πως διατηρεί το παλαιοσλαβικό κλιτικό σύστημα. Ο Σαβώφ δίνει παραδείγματα των πτώσεων της παλιάς βουλγαρικής: δοτική, γενική, οργανική (μόνο σε τραγούδια), κλητική, αιτιατική και τοπική. Οι σλαβικές γλωσσικές επιδράσεις φαίνονται και στην περίπτωση των μουσουλμανικών ονομάτων των Πομάκων. Στον καθημερινό λόγο αλλά και στα τραγούδια της Ροδόπης βλέπουμε να γίνονται αλλαγές των ονομάτων (82) από τους ίδιους τους Πομάκους: λένε Λίκου αντί για Σαλή, Μέτιου αντί για Αχμέτ, Τζούχου αντί για Γιουσούφ, Σάνιου αντί για Χασάν, Χόμου αντί για Ιμπραχήμ, Ίσου αντί για Χουσείν.

   Ο λόγιος  από τη Στενήμαχο Βλ.Σκορδέλης στο λεξιλόγιο της Ροδόπης από το Τσέπινο (περιοχή Βέλινγκραντ) που δημοσιεύει το 1874 (83), πριν αρχίσει την παράθεση των λέξεων σημειώνει:

«Οι ελ. λέξεις αι απαντώσαι επί πάσης της Ροδόπης μαρτυρούσιν ότι η Ροδόπη είναι φωλεά Ελληνική κατά τας αποκέντρους ταύτας χώρας, και μετά τοσούτους αιώνας επιβεβαιούσι τους παναρχαίους περί του Ευμόλπου και Ορφέως και άλλους σκοτεινούς μύθους της αρχαιότητος. Διά ταύτα και ο νεώτερος Ελληνισμός δεν πρέπει ούτε να λησμονήσει ούτε να παραμελήση την τόσον σπουδαίαν υπό πάσας τας επόψεις ωραίαν Ροδόπην».

Ενδεικτικά παραθέτουμε ορισμένες από τις λέξεις που καταγράφει στο Λεξιλόγιό του ο Βλάσιος Σκορδέλης είναι:

αργάτ’: εργάτης, αρνήσοβαμ: αρνούμαι, βρακοζούνα, δικέλ’: δίκελλα, δρουμ: δρόμος, έφτηνο: φτηνό, καλέσοβαμ: καλώ, κερδόσοβαμ: κερδίζω,  κλήκαμ: καλώ, κουμίν: κάμινος, κρομμύτ’ κρόμμυον, λείψοβα: ελλείπει, λιβάδα: λιβάδι,  μυρωδία,  μύσκα: μυς, ποντίκι, παιδεψία: παίδευσις, τιμωρία, πέλκα: πέλεκυς, πρόεμα: πρόγευμα, πταίσοβαμ: πταίω, τεμελόσοβαμ: θεμελιώνω, χαρίζανο: χαρισμένος

Βέβαια πολλές από τις λέξεις που αναφέρει εδώ ο Σκορδέλης τις συναντάμε και σε άλλες σλαβικές γλώσσες (84). Παρόλα αυτά η εργασία του Σκορδέλη έχει ιδιαίτερη σημασία, εφόσον πρόκειται για καλό γνώστη του χώρου της Ροδόπης (85). Ο Σκορδέλης αναφέρεται  στους Πομάκους ως αρχέγονο λαό της Ροδόπης, οι οποίοι όμως βρίσκονται σε ημιάγρια κατάσταση. Το λεξιλόγιο που δημοσιεύει είναι προϊόν δικής του επιτόπιας έρευνας και αποτελεί ουσιαστικά το πρώτο Πομακο-ελληνικό Λεξικό.

    Σημειώνεται πως  από τα βασικότερα χαρακτηριστικά των Πομάκων της Βουλγαρίας  μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν η μονο-γλωσσία, δηλαδή η αποκλειστική χρήση του γλωσσικού τους ιδιώματος στα όρια των κοινοτήτων τους. Σήμερα, όμως, στη βουλγαρική Ροδόπη παρουσιάζεται από ορισμένους κύκλους η άποψη πως παλαιότερα οι Πομάκοι γνώριζαν τουρκικά, τα οποία όμως με τον καιρό τα ξέχασαν. Η χρήση ορισμένων τουρκικών λέξεων γίνεται αισθητή στην περίπτωση των τοπωνυμίων της Ροδόπης.  Παλιότερα, όμως, το τουρκικό λεξιλόγιο στην πομακική φαίνεται πως ήταν ιδιαίτερα περιορισμένο αλλά σταδιακά διευρύνθηκε μέσα από θεσμικές και εκπαιδευτικές διαδικασίες. Από παρατηρητές του 19ου αιώνα παρατηρήθηκε ότι τα βουλγάρικα των χριστιανών Βουλγάρων έχουν περισσότερες λέξεις τουρκικής προέλευσης απ’ ό,τι η γλώσσα των Πομάκων (86).

 "Ντιαμπόλσκιατ Μοστ" στο Άρντινο
(φωτογραφία Ν.Θ. Κόκκας)

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(44) Π. Γεωργαντζής (1993)  «Η σημασία των ονομασιών: Αχριάνες και Πομάκοι», Α’ Παγκόσμιο Συνέδριο Αποδήμων Θρακών, Ξάνθη 285-297.

(45) A. Boué (1840) La Turquie d’ Europe. Paris, I, 24.

(46) Το σημερινό Λόβετς που βρίσκεται στα βόρεια της Φιλιππούπολης,ανατολικά της Σόφιας και νότια του Πλέβεν.

(47) Pomak-Nahiye, πομακική επαρχία.

(48) Rakofski, G.S.(1857) Gorski potnik. Novi Sad, 252-254.

(49) Makenzi, G., A Irby (1878) Puteshestvie po slavianskit oblastiat Evropeiskoi Turtsii., 82.

(50) S.Zahariev (1870) Geografiko – istoriko – statistitsesko opisanie na Tatar-Pazardziskata kaaza., 66.

(51) Sishkov S. (1936) Bulgaro-mohamedanite (Pomatsi), Plovdiv,  17.

(52) Ο.π., 17.

(53) Suhodolska, K. (1894) Bulgarite v neizdadenite memoari na Chayika Chayikovski (Sadik Pasha), 445.

(54) Bulgaria, Tsarigrad, god. 3, br. 108 (124-1861)

(55) Ubicini A.(1880) « La Rumelie orientale depons le traite de Berlin ». Revue de Geographie 6: 109.

(56) Konstantinov JH. « Otvet vtoroyi g. Savu I. Radulovi. Chto e Yuruk » Tsarigradski vestnik, Tsarigrad, god. 3 kn. 120 (9-5-1853) 96.

(57) Lekov, I. (1893)  « Kam vaprosa za imeto Pomak ». Poluvekovna planini. X 716-731.

(58) Κ. Αμάντου, (1923) Οι βόρειοι γείτονες της Ελλάδος, 44.

(59) Ν. Ξηροτύρη,  (1971) Ιδίαι παρατηρήσεις επί της κατανομής των συχνοτήτων των ομάδων του αίματος εις τους Πομάκους, Θεσσαλονίκη, Γ 9.

(60) Πατριάρχης Κύριλλος (1901-1971). Η μητέρα του ήταν ελληνικής καταγωγής. Το 1938 τοποθετήθηκε μητροπολίτης Φιλιππουπόλεως. Το 1953 ανακηρύχθηκε πατριάρχης Βουλγαρίας  το Κύριλλο  ύστερα από κληρικολαϊκή συνέλευση της Βουλγαρικής Εκκλησίας. Το 1961 ο πατριάρχης Αθηναγόρας ανύψωσε σε πατριαρχείο τη βουλγαρική εκκλησία.  Ο Κύριλλος εκτός από ιεράρχης ήταν και λόγιος με πλούσια συγγραφική δράση.

(61) Kiril, Patriarh (1960) Bulgaromehamedanski selishta v Yuzni Rodopi, Ksantiiskoto i Gyumurtzinsko, 92.

(62) Kiril, Patriarh, ο.π. 98.

(63) Kiril, Patriarh, ο.π. 29.

(64) Irechek, K., Istoria Bolgar, Odessa, 1876, 743.

(65) Kiril, Patriarh, ο.π. 162.

(66) (1972) Turski izvori za Bulgarskata istoria 3: 51.

(67) ο.π.  478.

(68) Marinov, P. “Za imeto Ahriane na Rodopskite Pomatsi“ Rodopski Pregled 3:3, 84-94. Η λέξη αγαρηνός ετυμολογείται από την Εβραία Αγάρ, παλλακίδα του Αβραάμ, της οποίας ο γιος Ισμαήλ θεωρείται ο γενάρχης των Αράβων. Οι Βυζαντινοί το 10ο αιώνα ονόμαζαν Αγαρηνούς  τους Άραβες εναντίον των οποίων έδωσαν σκληρές μάχες οι αυτοκράτορες Νικ.Φωκάς, Ιωάν.Τσιμισκής, Βασ.Βουλγαροκτόνος. Αργότερα η λέξη χρησιμοποιήθηκε αναφορικά με όλους τους μουσουλμάνους ενώ απέκτησε σταδιακά την έννοια του «αιμοβόρου κακούργου».

(69) Sishkov, S.(1936) Bulgaro-mohamedanite (Pomatsi). Plovdiv,  19-26. Οι Αγριάνες ή Αγριείς  ή Αγραίοι ήταν λαός της Θράκης , παιονικής καταγωγής, σύμφωνα με το Στράβωνα, κατοικούσαν στη Ροδόπη κοντά στις πηγές του Στρυμόνα (Στραβ. 7.318). Κατά τον Πελοπονησιακό πόλεμο ήταν υποτελείς στους Οδρύσες και πολέμησαν στο πλευρό του βασιλιά Σιτάλκη κατά των Χαλκιδέων (Θουκυδ. 2.96). Ως σύμμαχοι των Μακεδόνων  αναδείχτηκαν σε επιδέξιους τοξότες και χρησιμοποιήθηκαν στο εκστρατευτικό σώμα του Μ.Αλεξάνδρου στην Ασία (Αρριανός, Ανάβασις 1,5,1. Πολυβ. 2,65. 5.79).

(70) Irechek, K. (1884) Potni Belezki za sredna gora i Rodopski planini. 10, 23.

(71) Deribeev, B.(1986) Ahrida. Plovdiv, 53.

(72) Balan, A. (1940) Nova Bulgarska gramatika., 126.

(73) Sishkov, S. (1936) Bulgaro-mohamedanite (Pomatsi). Plovdiv, 20-21.

(74) Kiril, Patriarh, ο.π. 12

(75) Stoyanov, M., “Proizhod na prozvishteto ahrianinRodopi 7-8 (1994) 18.

(76) Sishkov, S., “Imeto Pomak  i Ahrian v RodopiteRodopski Napredak god. 8, kn. 10, 259-265.

(77) Balikci A. (1999) «Pomak identity: National prescriptions and native assumptions» Ethnologia Balkanica 3: 552-53.

(78) Memişoglu H. (1991) Pomak Türklerinin tarihi Geçmişinden sayfalar. Ankara.

(79) Şerifgil E., Rodop türklerive dayanişma berneği. Istanbul 1972.

(80) Western Thrace TurksSolidarity Association, Bulgarians are Christianizing the Pomak Turks! http://www.geocities.com/CapitolHill/Senate/2697/eawtb4g.htm.

(81) Savov, V., Lovchantsite Pomatsi i tehniat govor, 27-28.

(82) S. Raichevsky (2004) The Mohammedan Bulgarians (Pomaks). Sofia:National Museum of Bulgarian Books and Polygraphy,  90.

(83) Σκορδέλης Β.Γ. (1874) «Ελληνικόν Λεξιλόγιον εκ της Ροδόπης» Βύρων, 885-6.

(84) Για τις ελληνικές λέξεις της βουλγαρικής βλ. Ν.Π.Ανδριώτης (1952) «Τα ελληνικά στοιχεία της βουλγαρικής γλώσσης» Αρχείον Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού 17: 33-100.

(85) Ανάμεσα στα έργα του Β.Σκορδέλη περιλαμβάνονται: (1877) Meditationes Thraciae, Λειψία, (1865) Περί Θράκης, Κωνσταντινούπολη, (1889) Σημειώματα περί της Μονής Βατσκόβου, Αθήνα.

(86) Brunnbauer U.  (2000) «Κοινωνική προσαρμογή σ’ ένα ορεινό περιβάλλον: Πομάκοι και Βούληαροι στην κεντρική Ροδόπη, 1830-1930», Β.Νιτσιάκος-Χ.Κατσίμης (επ.), Ο Ορεινός χώρος της Βαλκανικής. Συγκρότηση και μετασχηματισμοί. Αθήνα:Πλέθρον-Δήμος Κόνιτσας, 68.



Βλέπε επίσης τις αναρτήσεις:

Οι Πομάκοι της Βουλγαρικής Ροδόπης

Η βουλγαρική πολιτική απέναντι στους Πομάκους

Οι πρώτες ιστορικές αναφορές για τους Πομάκους