Πέμπτη 20 Ιουνίου 2013

Μια ρεαλιστική προσέγγιση του μειονοτικού ζητήματος

ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΟΙ ΝΟΜΑΡΧΕΣ ΜΙΛΟΥΣΑΝ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ:


ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
(Νομάρχης Ξάνθης 1975-1979, 1989-1990)

Ανάμεσα στις πολιτικές μορφές που σημάδεψαν τη νεώτερη ιστορία της Θράκης είναι και αυτή του νομάρχη Κωνσταντίνου Θανόπουλου. Μιλώντας για τον Κ. Θανόπουλο πρέπει να θυμίσουμε ότι είναι ο άνθρωπος που προφύλαξε την Παλιά Πόλη της Ξάνθης από τη λαίλαπα της αντιπαροχής, συμβάλλοντας ουσιαστικά στο χαρακτηρισμό της ως «διατηρητέου οικισμού». Ο Κωνσταντίνος Θανόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1937. Σπούδασε Νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος. Διετέλεσε νομάρχης Ξάνθης από τον Ιανουάριο 1975 έως το Δεκέμβριο 1979 καθώς επίσης και από το Σεπτέμβριο 1989 έως το Μάιο 1990. Στα χρόνια αυτά του δόθηκε η ευκαιρία να κάνει συγκρίσεις ανάμεσα σε δύο διαφορετικές περιόδους και να εξάγει πολύτιμα συμπεράσματα. Η υπεύθυνη γνώση των μειονοτικών ζητημάτων τον οδήγησε σε αποκρυσταλλωμένες απόψεις, τις οποίες διατύπωσε σε διάφορα κείμενά του.
           Το 2005 εκδόθηκε από το Πολιτιστικό Αναπτυξιακό Κέντρο Θράκης (ΠΑΚΕΘΡΑ) το βιβλίο του Κωνσταντίνου Θανόπουλου «Πορεία Αντίθετα» που αποτυπώνει τους αγώνες του για τη διάσωση της Παλιάς Πόλης της Ξάνθης.  Ενώ, όμως, είναι γνωστό το έργο του κ. Θανόπουλου για τη σωτηρία του παραδοσιακού οικισμού της Ξάνθης, παραμένουν σε πολλούς άγνωστες οι σοφές προσεγγίσεις του στα μειονοτικά ζητήματα. Θα παρουσιάσουμε παρακάτω ένα απάνθισμα των αναλύσεων και των προτάσεων του Κ. Θανόπουλου. Στα κείμενα αυτά φαίνεται η ενάργεια και η οξύνοια του διορατικού νομάρχη, που καταφέρνει να αντιμετωπίζει περίπλοκα ζητήματα με πνεύμα νηφάλιο και αποφασιστικό.


Το μειονοτικό είναι εσωτερικό μας ζήτημα

Στις 2 Ιουλίου 1989 ο Κωνσταντίνος Θανόπουλος δημοσιεύει στην «Ελευθεροτυπία» άρθρο με τίτλο: «Το χρέος της πολιτείας απέναντι στους Έλληνες μουσουλμάνους», στο οποίο καταλογίζει στους Έλληνες πολιτικούς ερασιτεχνισμό και επιπολαιότητα στο χειρισμό των μειονοτικών ζητημάτων. Σύμφωνα με τον κ. Θανόπουλο, η συντριπτική πλειοψηφία του μουσουλμανικού πληθυσμού είναι νομοταγείς και φιλήσυχοι πολίτες που θέλουν να ζήσουν ειρηνικά στη γη των πατέρων τους και να συμβάλλουν στην ευημερία και την πρόοδό της. Το μειονοτικό πρόβλημα εμφανίζεται από κάποιους ως πρόβλημα «εξωτερικής πολιτικής», αφού το δημιουργεί και το οξύνει μια ξένη χώρα, ενώ θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα εσωτερικής πολιτικής.
         Είναι λάθος, τονίζει ο νομάρχης Θανόπουλος, να χαρίζουμε τους μουσουλμάνους της Θράκης στην Τουρκία. Είναι, επίσης, αφελές και αβάσιμο να υπερτιμούμε την επιρροή του τουρκικού προξενείου και την ικανότητά του να παραπλανά. Τα πολιτικά κόμματα οφείλουν να έχουν εθνική συναίνεση στα ευαίσθητα εθνικά θέματα και όχι να θεωρούν τη μειονότητα ως ένα πεδίο εξαγοράς ψήφων.
       Σχετικά με την πολιτική της Τουρκίας, ο Κ. Θανόπουλος επισημαίνει ότι η γειτονική μας χώρα βαπτίζει «Τούρκους» όλους ανεξαιρέτως τους μουσουλμάνους των περιοχών της σουλτανικής πανσπερμίας και επιχειρεί να ανακηρυχθεί ως προστάτης τους. Όμως εδώ ενυπάρχει μία κραυγαλέα αντίφαση: Ενώ η πολιτική παράδοση της Τουρκίας (Κεμάλ Ατατούρκ) είναι αντίθετη και πολέμια του μουσουλμανισμού, που θεωρήθηκε υπεύθυνος για την οικονομική και κοινωνική καθυστέρηση της Τουρκίας, στη Θράκη έγινε εκμετάλλευση του θρησκευτικού συναισθήματος του λαού. Η τακτική της Τουρκίας είναι να «υποχωρεί» φαινομενικά στα προβλήματα που η ίδια δημιούργησε, για να πάρει ουσιαστικά ανταλλάγματα σε άλλα που δεν δικαιούται, σε μια τακτική παζαριού και συμψηφισμών που είναι αντιπροσωπευτική της διπλωματικής της δραστηριότητας.



Η ενδεδειγμένη ελληνική πολιτική

Στις 16 Αυγούστου 1990 δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» δεύτερο άρθρο του Κωνσταντίνου Θανόπουλου με τίτλο «Οι μουσουλμάνοι της Θράκης και το ελληνικό κράτος». Εδώ ο εξαίρετος νομικός και πολιτικός παρουσιάζει εδώ αναλυτικότερα την ιστορία των ελληνοτουρκικών αντιπαραθέσεων στο χώρο της Θράκης και καταλήγει σε αξιοπρόσεκτες προτάσεις.
        Ο κ. Θανόπουλος τονίζει στο άρθρο του ότι, από τη στιγμή που ο έλεγχος της ισορροπίας ξέφυγε από τα χέρια της ελληνικής πολιτικής, η Ελλάδα όχι μόνο δε μπόρεσε να αντιδράσει στην εξόντωση του Ελληνισμού της Τουρκίας αλλά συνέβαλε με τον τρόπο της στη διείσδυση της τουρκικής προπαγάνδας στους μουσουλμάνους της Θράκης. Έτσι έφτασε η Τουρκία, η χώρα που διέλυσε και εξανδραπόδισε τον Ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου, οργάνωσε τον Αττίλα και δεν άφησε δικαίωμα που να μην το παραβιάσει, να εμφανίζεται τώρα ως τιμητής, καταγγέλλοντας ανύπαρκτες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Θράκη. Παρόλα αυτά, το ελληνικό κράτος ουδέποτε στέρησε τους μουσουλμάνους από τα συνταγματικά τους δικαιώματα και ουδέποτε εφάρμοσε την αρχή της αμοιβαιότητας, διότι διακατέχεται διαχρονικά από τις αρχές του ανθρωπισμού.
      Τι δέον γενέσθαι, λοιπόν; Ο Κωνσταντίνος Θανόπουλος, στο άρθρο του στην Ελευθεροτυπία, καταλήγει σε τολμηρές και ρηξικέλευθες προτάσεις. Γράφει ανάμεσα στα άλλα: Η προστασία των Ελλήνων της Κωνσταντινουπόλεως δε μπορεί να χρησιμοποιείται ως αντιστάθμισμα στη χάραξη της ενδεδειγμένης ελληνικής πολιτικής στη Θράκη, εφόσον οι Έλληνες της Πόλης προστατεύονται περισσότερο από τις διεθνείς συνθήκες παρά από τη Συνθήκη της Λωζάννης. Η προστασία του Πατριαρχείου – το οποίο όλοι σεβόμαστε και αγαπούμε- δεν εξασφαλίζεται από τη Συνθήκη της Λωζάννης ή τις καλές σχέσεις με την Τουρκία, καθώς το Πατριαρχείο η Τουρκία το θεωρεί ως πηγή συναλλάγματος, οι δε απειλές που κατά καιρούς εκτοξεύει εναντίον του αποτελούν καθαρή υποκρισία.
     Το τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής πρέπει να εκδιωχθεί, γράφει θαρραλέα με την πρωτοπόρα σκέψη του ο Κ. Θανόπουλος, ήδη από το 1990, ώστε να πάψει να λειτουργεί ως το πρακτορείο της τουρκικής πολιτικής στη Θράκη. Οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι της Θράκης οφείλουν να αντιληφθούν ότι ζουν και θα ζήσουν αυτοί και τα παιδιά τους μέσα στα όρια του ελληνικού κράτους. Δεν έχουν κανένα συμφέρον να λοξοκοιτάζουν προς οποιαδήποτε άλλη κατεύθυνση.  Οφείλουν να απομονώσουν τους εγκάθετους πολιτικούς που τους παρασύρουν παίζοντας το παιχνίδι της Τουρκίας. Στην πραγματικότητα αυτοί έχουν σχηματίσει περιουσίες και δεν τους στοιχίζει οποιαδήποτε δίωξη για τις παρανομίες τους, αφού έχουν εξασφαλίσει τη ζωή τους πλουσιοπάροχα.
        Ως προς τη συνθήκη της Λωζάννης, ο κ. Θανόπουλος γράφει ότι θα πρέπει να ζητηθεί η αποκοπή των μουσουλμάνων της Θράκης από την ασφυκτική προστασία της συνθήκης αυτής. Εξάλλου, οι Θράκες μουσουλμάνοι ουδέποτε ρωτήθηκαν αν επιθυμούν να τύχουν αυτής της προστασίας.
      Επίσης, πρέπει οπωσδήποτε να ληφθούν μέτρα για την ανάπτυξη της Θράκης και την ενίσχυση της παιδείας έτσι ώστε να κοπεί ο ομφάλιος λώρος που συνδέει τους μουσουλμάνους της Θράκης με την Τουρκία.


Τουρκικός αλυτρωτισμός και ελληνικός κομματισμός

Ο Κωνσταντίνος Θανόπουλος ετοιμάζεται σήμερα να εκδώσει ένα ακόμη αυτοβιογραφικό βιβλίο για τη διαδρομή του στη διοίκηση, το οποίο είναι αφιερωμένο στα χρόνια της νομαρχιακής του θητείας στην Ξάνθη. Μετά από επικοινωνία που είχαμε μαζί του, είχε την ευγενή καλοσύνη να μας αποστείλει τμήμα του υπό έκδοση βιβλίου του και είχαμε έτσι την ευκαιρία να δούμε το καταστάλαγμα της πολύχρονης εμπειρίας του.
          Στο υπό έκδοση βιβλίο του ο κ. Θανόπουλος τονίζει, μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα διαχειρίζεται το θέμα της θρησκευτικής πίστης των μουσουλμάνων με απόλυτο σεβασμό στη νομιμότητα, όπως επιβάλλουν οι διεθνείς συνθήκες. Στο βιβλίο παρουσιάζονται οι συστηματικές προσπάθειες της Τουρκίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες να εκτουρκίσει τους Έλληνες Μουσουλμάνους μέσα από το θεσμό της μειονοτικής εκπαίδευσης και με παράλληλη απόπειρα άμβλυνσης της ιστορικής μας μνήμης και των εθνικών μας αντανακλαστικών. Επισημαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκαν από την πλευρά της Τουρκίας εκατοντάδες άτομα που μετέφεραν την τουρκική πολιτική με αμοιβές, εκβιασμούς και απειλές προς τους φιλήσυχους Έλληνες μουσουλμάνους. Οι καθηγητές που έρχονταν από την Τουρκία για να διδάξουν στα μειονοτικά σχολεία ασκούσαν ψυχολογική επιρροή προς τους βλαστούς της μειονότητας σε βάρος της πατρίδας τους της Ελλάδας.
     Κύριος στόχος της πολιτικής που προωθούσε μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Άγκυρα ήταν να αναγνωρισθεί από το Ελληνικό Κράτος και τη Διεθνή κοινότητα ότι η Δυτική Θράκη κατοικείται κατά το πλείστον από τουρκικής εθνικότητας πολίτες και να καλλιεργηθούν στη μειονότητα αισθήματα αλυτρωτισμού. Ο Κωνσταντίνος Θανόπουλος δεν κρύβει τα λόγια του. Λέει τα πράγματα με το όνομά τους: η Τουρκία προσπάθησε με πράκτορες να ενσπείρει την ιδέα στους μουσουλμάνους ότι ανήκουν στο τουρκικό έθνος. Και το σχέδιο των πρακτόρων της Τουρκίας, πέτυχε εν πολλοίς, αφ’ ενός εξ αιτίας της καλά οργανωμένης και χρηματοδοτούμενης εφαρμογής του και αφ’ ετέρου εξ αιτίας της ανεπάρκειας των διοικητικών αρχών που υφίσταντο αυτή την πολιτική επίθεση.
    Παρόλη την επιθετική πολιτική της Τουρκίας και τις διώξεις των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, γράφει στο νέο βιβλίο του ο κ. Θανόπουλος, είναι προς τιμήν της χώρας μας και του πολιτισμού της, ότι η Ελλάδα ουδέποτε επέβαλλε μέτρα ανταπόδοσης εις βάρος των Ελλήνων μουσουλμάνων. Έτσι, η μουσουλμανική μειονότητα της Ελλάδας αυξήθηκε και έζησε με ηρεμία και ευημερία, ενώ οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης αποδεκατίστηκαν (από 120.000 έμειναν 2.500).
         Αναφερόμενος στην πολιτική της Ελλάδος, ο κ. Θανόπουλος καταλήγει ότι συχνά καθορίζονταν από αυτοσχεδιασμούς, προσωπικές πρακτικές και κομματικές σκοπιμότητες. Το ελληνικό κράτος, καθοδηγούμενο από υπαλλήλους ασθενούς διορατικότητας, όταν έκανε κάτι για τη μειονότητα το έκανε ως παραχώρηση προς την Τουρκία και όχι ως την οφειλόμενη  παροχή στους μουσουλμάνους πολίτες του. Τέτοιου είδους σφάλματα οδήγησαν στην αποθράσυνση της Τουρκίας. Όταν γίνεται οφθαλμοφανές ότι η Τουρκία επιδιώκει συστηματικά την απόσπαση ελληνικού εθνικού εδάφους, η Ελλάδα δικαιούται να αξιώνει από τους πολίτες της «την εκπλήρωση του χρέους τους και της κοινωνικής τους αλληλεγγύης», σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος και να αρνηθεί να συναινέσει σ’ αυτή την αντεθνική πρακτική.



Η γνώση της ιστορίας ως εγγύηση για το μέλλον

            Ειδικότερα, σχετικά με τους Πομάκους ο Κωνσταντίνος Θανόπουλος γράφει στο υπό έκδοση βιβλίο του ότι είναι αυτόχθονες κάτοικοι της Ροδόπης, υπολείμματα θρακικών φυλών, που δέχθηκαν τις φυλετικές και γλωσσικές επιρροές των Σλάβων και των Βουλγάρων, εξισλαμίσθηκαν τελικά το 17ο αιώνα και ως φανατικοί μουσουλμάνοι πολέμησαν τα τέλη του 19ου αιώνα στο πλευρό του Σουλτάνου εναντίον των χριστιανών. Πρόκειται για τους χιλιάδες γενίτσαρους που χρησιμοποιήθηκαν από το στρατιωτικό μηχανισμό του σουλτανικού κράτους και ταυτίστηκαν σταδιακά με αυτό. Η γνώση του ιστορικού παρελθόντος αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ερμηνεία και κατανόηση του παρόντος.
         Ο διορατικός νομάρχης Ξάνθης Κωνσταντίνος Θανόπουλος επισημαίνει τόσο με τη διοίκησή του όσο και με τα κείμενά του ότι οι μουσουλμάνοι της Θράκης θα πρέπει σήμερα να διευκολυνθούν να συμμετέχουν ισότιμα στην κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου μας και να ενισχύονται με ειδικά οικονομικά και κοινωνικά μέτρα. Μόνο έτσι θα διαλυθούν τυχόν αισθήματα ανασφάλειας και δυσπιστίας και μόνο έτσι θα αξιοποιηθούν ως παραγωγική, κοινωνική ομάδα του κράτους μας. Επιπλέον, με την ανάδειξη νέων επιστημόνων, θα ερευνηθεί καλύτερα η τοπική ιστορία και θα μπορέσουν οι ορεινοί μουσουλμάνοι Πομάκοι να προσεγγίσουν το ζήτημα της φυλετικής τους προέλευσης και να αναδείξουν το πολιτιστικό και γλωσσικό τους πλούτο.
             Οι επισημάνσεις του νομάρχη Ξάνθης κατά τα έτη 1975-1979, 1989-1990 είναι και σήμερα επίκαιρες όσο ποτέ. Σε μεγάλο βαθμό τα λόγια του Κωνσταντίνου Θανόπουλου αποδεικνύονται προφητικά. Οι προτάσεις του τολμηρές και ρεαλιστικές. Ας ελπίσουμε οι σημερινοί «άρχοντες» της τοπικής αυτοδιοίκησης να επιδείξουν ανάλογη ευαισθησία και σοβαρότητα. Το μέλλον της ελληνικής Θράκης δε μπορεί πλέον να χαράζεται ούτε με φοβικά σύνδρομα ούτε με εσκεμμένη άγνοια ή παραχάραξη της ιστορίας. Επιπλέον, αυτό το μέλλον θα πρέπει να προσδιορίζεται αποκλειστικά και μόνο μέσα στα όρια της ελληνικής επικράτειας και με βάση τα εθνικά μας συμφέροντα.

Νικόλαος Θ. Κόκκας

* Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αντιφωνητής» 16/6/2013