Παρασκευή 2 Αυγούστου 2013

Μειονοτική εκπαίδευση στη Θράκη: Τα Δημόσια σχολεία επιλέγουν οι Έλληνες μουσουλμάνοι



Του Κώστα Χαρδαβέλλα

[Αναδημοσίευση από το περιοδικό «Επίκαιρα» 27/06/2013 (Τεύχος 193]

Μεγάλη κινητοποίηση στο θέμα της μειονοτικής εκπαίδευσης παρατηρείται το τελευταίο διάστημα στη Θράκη, καθώς η Άγκυρα βλέπει ότι όλο και περισσότερα μειονοτικά σχολεία κινδυνεύουν να μείνουν άδεια από την ερχόμενη σχολική χρονιά, δεδομένου ότι οι Έλληνες Μουσουλμάνοι επιλέγουν τα δημόσια για τα παιδιά τους.
Στα τέλη Μαΐου η οργάνωση Ξάνθης του κόμματος «Φιλία - Ισότητα - Ειρήνη» (DEB) εξέδωσε αγωνιώδη ανακοίνωση, με την οποία καλούσε «όλα τα μέλη, τους εθελοντές φίλους και όλους τους κηδεμόνες των μαθητών, να στηρίξουν τα μειονοτικά σχολεία». Με κεντρικό σύνθημα «Να μην μείνουν άδειες οι τάξεις μας», η ανακοίνωση κατέληγε ως εξής: «Η μειονοτική εκπαίδευση είναι ένα δικαίωμα της τουρκικής μειονότητας Δυτικής Θράκης, εγγυημένο από διεθνείς και διμερείς συνθήκες, καθώς και από τους νόμους της χώρας μας, της Ελλάδας... Αποτελεί κοινοτικό καθήκον όλων μας η διατήρηση και η ανάπτυξη των σχολείων μας».

Μεγάλη συμμετοχή για την πρόσληψη ιεροδιδασκάλων
Την ίδια στιγμή, η αντίστροφη μέτρηση για το διορισμό ιεροδιδασκάλων του Κορανίου στη Θράκη από το ελληνικό κράτος ξεκίνησε πριν από ένα μήνα με τις προκηρύξεις των σχετικών διαγωνισμών. Παρά το κλίμα τρομοκρατίας που επιχειρήθηκε να καλλιεργηθεί και τις προκλητικές δηλώσεις για μη εφαρμογή του νόμου του Ελληνικού Κοινοβουλίου, ο αριθμός των συμμετοχών έχει ήδη υπερκαλύψει τις υπάρχουσες θέσεις. Η τελική επιλογή πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του καλοκαιριού, ώστε να αναλάβουν τα καθήκοντά τους το Σεπτέμβριο με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς.

Σαράντα πέντε θέσεις στη μουφτεία Κομοτηνής, τριάντα στη μουφτεία Ξάνθης και δεκαπέντε στη μουφτεία Διδυμοτείχου περιμένουν να καλυφθούν από μουφτήδες οι οποίοι θα προσληφθούν με 9μηνες συμβάσεις. Το έργο τους θα είναι να διδάσκουν το Κοράνι είτε στα τεμένη της Θράκης είτε σε δημόσια σχολεία, αν χρειαστεί, στους μαθητές της μουσουλμανικής μειονότητας που έχουν απαλλαγεί από το μάθημα των θρησκευτικών.

Η πρόσληψη των ενενήντα ιεροδιδασκάλων, που θα επιλεγούν από τρεις αμιγώς μουσουλμανικές επιτροπές, θα επιβαρύνει τον ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό για το 2013 με το ποσό των 1.310.000 ευρώ περίπου. Σύμφωνα με τη σχετική ΚΥΑ, που φέρει τις υπογραφές του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, κ. Χ. Σταϊκούρα, και του υπουργού Παιδείας, κ. Κ. Αρβανιτόπουλου, «η ετήσια δαπάνη για κάθε επόμενο έτος για την πρόσληψη κατ’ ανώτατο όριο διακοσίων σαράντα ιεροδιδασκάλων ισλαμικής θρησκείας ανέρχεται στο ύψος των 3.500.000 ευρώ περίπου».


Πιέσεις για ίδρυση ιδιωτικών μειονοτικών σχολείων
Υπό το πρίσμα αυτό, δεν είναι τυχαία η χρονική στιγμή που επέλεξε η Πολιτιστική Εκπαιδευτική Εταιρεία της Μειονότητας της Δυτικής Θράκης (ΠΕΚΕΜ) να διοργανώσει στην Κομοτηνή ημερίδα με θέμα τη δίγλωσση εκπαίδευση στα σχολεία της Θράκης. Η ΠΕΚΕΜ, που λειτουργεί από το 2007 στην Ξάνθη, δηλώνει επισήμως ότι «σκοπός της είναι η ανεύρεση τρόπων και μεθόδων για την εξύψωση του πολιτιστικού και εκπαιδευτικού επιπέδου της τουρκικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης».

Στο πρώτο διεθνές Συνέδριο που διοργάνωσε η ΠΕΚΕΜ, παρουσία του ψευδομουφτή Κομοτηνής Ιμπραήμ Σερήφ, επανήλθε δριμύτερο το αίτημα για την ίδρυση ιδιωτικών δίγλωσσων σχολίων στη Θράκη. Η δημιουργία ενός ιδιωτικού νηπιαγωγείου στην Ξάνθη και ενός ιδιωτικού γυμνασίου στην Κομοτηνή αποτελεί από το 2011 διακαή πόθο μεγάλης μερίδας τουρκόφωνων, που συναντούν όμως την άρνηση της Ελληνικής Πολιτείας.


Η Θ. Δραγώνα προωθεί την τουρκόφωνη εκπαίδευση
Αξιοσημείωτη είναι η στάση της κυρίας Θάλειας Δραγώνα, υπεύθυνης επί σειρά ετών στο Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων, η οποία συμμετείχε στην ημερίδα της ΠΕΚΕΜ και κατά την ομιλία της πρότεινε την επέκταση της τουρκικής γλώσσας και στα δημοτικά δημόσια σχολεία: «Προκειμένου να πάψει το δημόσιο σχολείο να είναι τυφλό στην πολιτισμική διαφορά των μαθητών του, θα πρέπει να λάβει υπόψη του τη διαφορετική γλώσσα και θρησκεία τους. Το 2006, όταν υπουργός Παιδείας ήταν η κυρία Μαριέττα Γιαννάκου, νομοθετήθηκε η προαιρετική διδασκαλία της τουρκικής σε έναν αριθμό γυμνασίων. Το μέτρο δεν προχώρησε, η μειονότητα δεν το αγκάλιασε... Αυτό που εγώ θα περίμενα να είναι αίτημα της μειονότητας θα ήταν η διδασκαλία της τουρκικής να μην περιορίζεται στο γυμνάσιο, αλλά να προσφέρεται και στο δημοτικό για τα παιδιά που επιλέγουν το δημόσιο σχολείο», είπε μεταξύ άλλων.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η κυρία Δραγώνα «ξεχνά» ότι η μουσουλμανική μειονότητα Θράκης δεν αποτελείται μόνο από τουρκογενείς αλλά και από Πομάκους και Ρωμά, που με το σκεπτικό αυτό επίσης δικαιούνται να διδάσκονται τη μητρική τους γλώσσα στα σχολεία. Ολόκληρο το Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων (ΠΕΜ), που επιμελήθηκε επιστημονικά η ίδια μαζί με την κυρία Άννα Φραγκουδάκη, στηρίχτηκε στην προώθηση της τουρκικής γλώσσας και την πλήρη απαξίωση των Πομάκων και των Ρομά μαθητών.

 Πληρώνει το Ελληνικό Δημόσιο...
Η αποτυχία του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην εν γένει αποτυχία της μειονοτικής εκπαίδευσης στη Θράκη. Αν και θεωρητικά το πρόγραμμα διαφημίστηκε ως ένα «προϊόν της νέας πολιτικής του ελληνικού κράτους απέναντι στους πολίτες της μειονότητας», που είχε ως βασικό στόχο «τη βελτίωση της εκπαίδευσης των παιδιών της μουσουλμανικής μειονότητας», στην πράξη το μόνο με το οποίο ασχολήθηκε ήταν η εκμάθηση της τουρκικής γλώσσας από όσο το δυνατόν περισσότερα μουσουλμανόπαιδα.

Το πολυδιαφημισμένο ΠΕΜ, που ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1997, κόστιζε στους Έλληνες φορολογούμενους περίπου 3,5 εκατ. ευρώ ετησίως. Από το 1997 μέχρι και το 2008 το Ελληνικό Δημόσιο έδωσε 17 εκατ. ευρώ για την εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων, ενώ από το 2008 και μετά ο ετήσιος προϋπολογισμός τους μειώθηκε στα 9 εκατ. ευρώ.

Αγνοώντας προκλητικά τους Πομάκους και τους Ρομά, το ελληνικό κράτος μέσω του ΠΕΜ που χρηματοδότησε δεν τόλμησε ποτέ να θέσει ζήτημα διδασκαλίας της πομακικής ή της ρομανί στη Θράκη, πάντα στο όνομα της «ελληνοτουρκικής φιλίας». Ακόμη κι όταν διεθνείς οργανισμοί και φορείς μάς δίνουν τη σχετική «πάσα» για να ανοίξουμε το θέμα, οι κυβερνώντες «σφυρίζουν αδιάφορα».

Εξόφθαλμη ευκαιρία που πήγε χαμένη από την ελληνική πλευρά ήταν η πρόσφατη δημοσιοποίηση της Έκθεσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Ελλάδα το 2012. Σε αυτή υπήρχε εκτενής αναφορά στο θέμα των Πομάκων της Θράκης και την καταπίεση των δικαιωμάτων τους, η οποία όμως δεν «συγκίνησε» κανέναν αρμόδιο: «Η επίσημα αναγνωρισμένη μουσουλμανική μειονότητα των περίπου 150.000 ατόμων που κατοικούν στη Θράκη αποτελείται κυρίως από κοινότητες τουρκικής και πομακικής καταγωγής και από κοινότητες των Ρομά. 
Ορισμένα μέλη της κοινότητας των Πομάκων ισχυρίστηκαν ότι μέλη της τουρκόφωνης κοινότητας τους πίεσαν να αρνηθούν ότι υπάρχει πομακική ταυτότητα, χωριστή από την τουρκική... Ορισμένοι Πομάκοι ισχυρίστηκαν πως σε κάποια μέλη της κοινότητας τους δόθηκαν χρηματικά κίνητρα για να αυτοπροσδιορίζονται ως Τούρκοι», αναφερόταν μεταξύ άλλων στην Έκθεση.


Ντοκουμέντο του 1954 για τη χρόνια δουλοπρέπεια στους Τούρκους
Για να είμαστε ιστορικά δίκαιοι, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι πολύ πριν από τις Ά. Φραγκουδάκη και Θ. Δραγώνα, οι ελληνικές κυβερνήσεις είχαν «ξεχάσει» ότι η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης δεν είναι μόνο τουρκογενής. Σύμφωνα με τα άρθρα 40 και 41 της Συνθήκης της Λωζάννης που ρυθμίζουν τα θέματα για την εκπαίδευση της μουσουλμανικής μειονότητας, στα μειονοτικά σχολεία θα έπρεπε οι τουρκόφωνοι μουσουλμάνοι να διδάσκονται την τουρκική γλώσσα, οι Πομάκοι την πομακική και οι Ρομά τη ρομανί. Στην πράξη, ωστόσο, η μόνη γλώσσα που επιβλήθηκε στο μειονοτικό πληθυσμό είναι η τουρκική.

Πάντα στο όνομα των «ελληνοτουρκικών σχέσεων», η ελληνική πλευρά προχώρησε στην υπογραφή δύο ελληνοτουρκικών μορφωτικών πρωτοκόλλων, ένα το 1951 και ένα το 1968, με τα οποία άνοιγε ο δρόμος για την καθιέρωση της τουρκικής ως αποκλειστικής μειονοτικής εκπαιδευτικής γλώσσας. Έκτοτε, κανένας δεν διανοήθηκε να θέσει ζήτημα άλλης γλώσσας πλην της τουρκικής στα μειονοτικά σχολεία της Θράκης.

Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε στη χώρα μας στον τομέα της εκπαίδευσης την εποχή που υπογράφηκαν οι εν λόγω ελληνοτουρκικές συμφωνίες είναι ντοκουμέντο που δημοσιεύουν σήμερα τα «Επίκαιρα». Πρόκειται για μια εγκύκλιο που είχε αποσταλεί το Μάρτιο του 1954 προς όλους τους διευθυντές των δημοσίων σχολείων της Κεντρικής Μακεδονίας, της Δυτικής Μακεδονίας και της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, ενόψει του εορτασμού της επετείου της Επανάστασης του ’21.

Σε αυτή, μεταξύ άλλων, διαβάζουμε ότι το ελληνικό υπουργείο Παιδείας παραγγέλλει «όπως κατά τον εορτασμόν της 25ης Μαρτίου αποφευχθή παν ό,τι αμέσως ή εμμέσως θα ηδύνατο να θίξη την ευαισθησίαν του τουρκικού έθνους προς το οποίον μας συνδέει νυν ειλικρινής φιλία». Ακολουθούν οδηγίες για τα ποιήματα, τις μουσικές και τα τραγούδια που πρέπει να επιλέγονται στις σχολικές γιορτές με τρόπο που να μην «υποθάλπουν συναισθήματα εχθροπαθείας και μίσους», καθώς, όπως σημειώνει το υπουργείο, ο τουρκικός λαός «σήμερον προασπίζεται τα πολιτιστικά ιδεώδη υπέρ των οποίων ο ελληνικός λαός αγωνίζεται».

Την ίδια ακριβώς περίοδο ο πρωθυπουργός Στρατάρχης Παπάγος περνά το ανεκδιήγητο Νομοθετικό Διάταγμα (3065/54) που επιβάλλει την μετονομασία της μουσουλμανικής μειονότητας σε «τουρκική». Με άλλη εγκύκλιο, που υπογράφει ο τότε γενικός διοικητής Θράκης, Γ. Φεσσόπουλος, ενημερώνονται οι τοπικές Αρχές της Ροδόπης ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να προτιμούνται οι όροι «Τούρκος» και «τουρκικός» αντί «Μουσουλμάνος» και «μουσουλμανικός».

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ στις 27/06/2013 (Τεύχος 193)